You are currently browsing the category archive for the ‘Ιστορία’ category.

Καταγραφή

Tο πιο εντυπωσιακό στην εμπεριστατωμένη παρουσίαση του ιατρού γυναικολόγου κ. Σπύρου Σουμαλεύρη, που έγινε στο πολιτιστικό κέντρο, για το συρρακιώτη αρομούν -και όχι βλάχο, καθότι “βλάχος” είναι γερμανική ονομασία που κακώς επικράτησε– Απόστολο Ρίζο, είναι ένα λάθος: Η φωτογραφία, που εμφανίζεται σ’ όλες τις λαογραφικές μελέτες γνωστών τοπικών λαογράφων και καθηγητών, δεν είναι δικιά του, αλλά του Ελευθερίου Βενιζέλου. Τη φωτογραφία την βρήκαν συντοπίτες του στο σπίτι του και υπέθεσαν ότι είναι ο ίδιος. Μάλλον ήταν βενιζελικός και δημοκρατικός ο συρρακιώτης ευεργέτης. Το συμπέρασμα είναι πόσο εύκολα περνά στη βιβλιογραφία το λάθος και μετά διαιωνίζεται και χρειάζεται η προσεκτική και παρατηρητική μάτια ενός γιατρού για να επισημανθεί. Ή, όπως λέει ο Ουμπέρτο Έκο, “Πώς να διαψεύσετε μια διάψευση και άλλες οδηγίες χρήσης”.

Ο Θερσίτης

Με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις τού βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον κατά της επιστροφής των θησαυρών που η χώρα του έχει μαζέψει απ’ όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων είναι και τα γλυπτά τού Παρθενώνα, θυμηθήκαμε και παρουσιάζουμε τη θαυμάσια καμπάνια για την επιστροφή των ελγίνειων μαρμάρων, που εμπνεύστηκε και χρηματοδότησε μαζί με φίλους του ο Αλέξης Μανθεάκης, κάτοικος Γερμανίας. Αν ο Έλγιν ήταν στη Ρώμη… στο Λονδίνο… στο Παρίσι… στο Βερολίνο… στην Ινδία… στη Νέα Υόρκη… στο Ρίο… αλλά πήγε στην Αθήνα.

ελγιν1ελγιν2ελγιν3ελγιν4ελγιν5ελγιν6Untitled-7ελγιν7εικονα-κλοπης

Φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Πρέβεζας (21-10-1912), μια επέτειο η οποία για άλλες πόλεις που ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος κατά τους βαλκανικούς πολέμους αποτελεί κάθε χρόνο επίσημη αργία. Αντίθετα, εδώ στην Πρέβεζα, με εξαίρεση τους φετινούς εορτασμούς για την εκατονταετηρίδα, πάντα αρκούμασταν σε μια σύντομη δοξολογία στο μητροπολιτικό ναό, σε μια φευγαλέα υπόμνηση ενός ιστορικού γεγονότος που σταδιακά χανόταν στη λησμονιά, για να μην πούμε στη γενική αδιαφορία.

Gerry Charm, Terra incognita

Gerry Charm, Terra incognita

Όμως, όποια άποψη και αν έχει κανείς για τις επίσημες τελετές του κρατικού μηχανισμού, η λησμονιά και η δημόσια σιωπή για συγκεκριμένα γεγονότα θεωρούνται από την επιστήμη της ιστορίας πράξεις πολιτικές. Ειδικά μάλιστα στην περίπτωσή μας αποτελούν έκφραση των πολιτικών επιλογών των τοπικών ελίτ, που για δεκαετίες αναπαρήγαγαν την μικροεξουσία τους μέσα από την υπανάπτυξη του τόπου μας και το γνωστό ιδεολόγημα της μίζερης Πρέβεζας του Καρυωτάκη. Σίγουρα η Πρέβεζα του 1912 δεν ήταν παράδεισος, ωστόσο δεν ήταν ούτε και η θλιβερή επαρχία της συλλογικής μνήμης. Υπήρξε το αστικό κέντρο της γύρω περιοχής και μέσω του λιμανιού της η πύλη της Ηπείρου και του εμπορίου της προς τον Πειραιά και την Ευρώπη, ολόκληρη την περίοδο του μεσοπολέμου.

Όπως είναι γνωστό, στα χρόνια που ακολούθησαν και ειδικά μετά το 1950, η δημιουργία νέων οδικών αξόνων υποβάθμισε τη σημασία του λιμανιού και βύθισε για δεκαετίες την πόλη σε ένα οικονομικό και κοινωνικό τέλμα. Σ’ αυτά τα ατέλειωτα χρόνια της λησμονιάς, στη μετεμφυλιακή και αργότερα στη μεταπολιτευτική Πρέβεζα, η μορφή του αστικού περιβάλλοντος αλλοιώθηκε για πάντα, αν και κατά τύχη διασώθηκε σε κάποιο βαθμό το μέτωπο της πόλης προς τη θάλασσα και τμήμα του ιστορικού κέντρου. Όλα τα υπόλοιπα χάθηκαν ή έγιναν τσιμέντο. Ο ενετικός ελαιώνας αποψιλώθηκε, σημαντικά παλιά οικήματα κατεδαφίστηκαν, η συναγωγή και τα δύο τζαμιά καταστράφηκαν, η καθολική εκκλησία κόντεψε να καεί, σημαντικά ιστορικά αρχεία αγνοούνται, και τα λεηλατημένα κουφάρια των κάστρων έχουν απομείνει εστίες μόλυνσης και δυσφήμισης για την πόλη.

Αυτή η γενοκτονία της μνήμης, η οποία ποδοπάτησε στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης ανάπτυξης κάθε ιστορική και αισθητική ευαισθησία των Πρεβεζάνων, οφείλεται ξεκάθαρα σε διαχρονικά λανθασμένες πολιτικές επιλογές της τοπικής εξουσίας. Επιλογές που όχι μόνο δεν έφεραν ανάπτυξη, αλλά κατέστρεψαν και τη φυσιογνωμία της πόλης, μεταμορφώνοντάς την σ’ ένα συνονθύλευμα κακοφτιαγμένων πολυκατοικιών, χωρίς καμιά ταυτότητα, κανένα τοπικό χρώμα και, το χειρότερο, χωρίς καμιά ελπίδα για το παρόν και το μέλλον.

Δυστυχώς, με την ίδια λογική του ποδαριού και της αρπαχτής, προετοιμάστηκε και ο εορτασμός της εκατονταετηρίδας, την ώρα που μια απλή ματιά στο διαδίκτυο για ανάλογες προετοιμασίες σε άλλες πόλεις και το σχετικό κοινωνικό διάλογο που αναπτύχθηκε εκεί, θα μας γέμιζε θλίψη, τουλάχιστον. Κι όμως, αν η στερνή γνώση έλεγε κάτι για την πρώτη, θα έπρεπε με αφορμή τη φετινή επέτειο και με ευθύνη του Δήμου της Πρέβεζας να καλλιεργούνται από καιρό και συστηματικά οι προϋποθέσεις εξόδου της τοπικής κοινωνίας από την επικρατούσα αμνησία για την ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της.

Φυσικά, μια τέτοια προσπάθεια δεν θα μπορούσε να έχει τη μορφή των διαδικαστικών δοξολογιών, των ανούσιων πανηγυρικών λόγων και των γνωστών, κούφιων ευχολογίων για έργα και ανάπτυξη, παρά μόνο τη λογική της ανάσυρσης της συλλογικής μνήμης από τα ερείπια της κοινωνικής ιστορίας της πόλης. Από εκεί θα μπορούσε να αναδυθεί ένας απίστευτος πλούτος: η Πρέβεζα του μεσοπολέμου με τους πρόσφυγες και τις ξένες κοινότητες, το λιμάνι, το εργατικό κέντρο, ο λαϊκός πολιτισμός και οι κοινωνικοί αγώνες, μετά ο μεγάλος πόλεμος, η εθνική αντίσταση και οι νικητές και οι ηττημένοι του εμφυλίου, η εσωτερική μετανάστευση Λευκαδιτών και Συρρακιωτών προς την Πρέβεζα, οι αργόσυρτες δεκαετίες της παρακμής του λιμανιού και της υπανάπτυξης και τέλος η μεταπολίτευση και η μεγάλη οικιστική ανάπτυξη που άλλαξε για πάντα την πόλη στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα. Κι όλα αυτά αρκεί να αρχίζαμε να αντιμετωπίζουμε την ιστορία από τη σκοπιά του εργαζόμενου πολίτη της Πρέβεζας, αποφεύγοντας τις οπτικές τόσο του λαϊκίστικου ψευτοπατριωτισμού, όσο και του ελιτίστικου κοσμοπολιτισμού και αποκλείοντας έτσι κάθε περίπτωση ιδεολογικής χρήσης του παρελθόντος, η ορθή διαχείριση του οποίου δεν πρέπει να παραλύει το παρόν, αλλά να συμβάλλει στη δημιουργική διαφοροποίησή του.

Αν και δεν ελπίζαμε σε μια τέτοια παιδαγωγική αξιοποίηση της ιστορικής μνήμης από το Δήμο της Πρέβεζας, περιμέναμε τουλάχιστον το ξεκίνημα ενός δημόσιου διαλόγου πριν την επέτειο ή, έστω, έναν στοιχειώδη προγραμματισμό κάποιων σημαντικών εκδηλώσεων, που θα έφερναν το λαό της Πρέβεζας κοντά στην ιστορία της πόλης του. Δυστυχώς, αυτό δεν έγινε. Στο παρά πέντε των εορτασμών ο Δήμος ακόμα συγκροτούσε επιτροπές και στο τέλος τύπωσε σε μια φωτοτυπία ένα πρόγραμμα με διάφορες εκθέσεις, παραστάσεις, αγώνες και βαρκαρόλες, ενώ προχώρησε και σε μια εξιδανικευτική και φρονηματιστική μνημείωση του παρελθόντος κάτω από το Δημαρχείο, αφήνοντας και πάλι στο περιθώριο την πραγματική γνώση για την κοινωνική ιστορία της πόλης και τους πρωταγωνιστές της τα τελευταία 100 χρόνια. Κι όμως, αυτή τη γνώση την είχαμε περισσότερο από ποτέ ανάγκη, ειδικά τώρα που ο λαός μας ψάχνει για στηρίγματα μέσα στη σκοτεινή νύχτα των μνημονίων και ξαναβλέπει την ιστορία του, αναζητώντας λύσεις στα προβλήματα του σήμερα μέσα από τις αγωνιστικές παραδόσεις του χτες.

Κάπως έτσι λοιπόν έγινε η επέτειος της εκατονταετηρίδας μια ακόμα χαμένη ευκαιρία στην ιστορία ετούτης της έρμης της πόλης. Άλλωστε η πρώτη είναι; Ας ευχηθούμε να είναι τουλάχιστον η τελευταία.

Βαγγέλης Καινούργιος

Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να διαλυθεί μια μεγάλη πλάνη που επίτηδες καλλιεργείται από τους αστούς ιδεολόγους, που τοποθετούν στην ίδια βάση τη φασιστική διχτατορία και την προλεταριακή διχτατορία. Ονομάζουν “ολοκληρωτικά καθεστώτα” και τον φασισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Ταυτίζουνε τις δυο μορφές της διχτατορίας και θεωρούνε και τις δυο σαν απόλυτη άρνηση του ατομικισμού και της δημοκρατίας, ενώ ίσα ίσα βρίσκονται στους αντίποδες αναμεταξύ τους. Ο φασισμός είναι η βασική άρνηση της δημοκρατίας, ο σοσιαλισμός είναι η ολοκλήρωση της δημοκρατίας, η μετάβαση από την φαινομενική αστική δημοκρατία στην ουσιαστική σοσιαλιστική δημοκρατία, που έχει για προϋπόθεσή της την οικονομική δημοκρατία.

Για τον φασισμό η δημοκρατία είναι παρελθόν, για τον σοσιαλισμό η δημοκρατία είναι σκοπός, είναι το μέλλον.

Για τον φασισμό η απολυταρχία, το κυρίαρχο κράτος, η άρνηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη είναι κάτι οριστικό, είναι η τελειωτική μορφή του κράτους. Για τον κομμουνισμό η διχτατορία του προλεταριάτου είναι περαστικός σταθμός, ένα σκαλοπάτι που οδηγεί στην ολοκλήρωση της δημοκρατίας, στην αληθινή θεμελίωση και υποστάτωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη.

Για τον φασισμό, η λευτεριά, η ισότητα, η αδελφοσύνη, η πανανθρώπινη κοινωνία είναι ξεπερασμένα ιδανικά που οδηγούνε σήμερα στον εκφυλισμό της κοινωνίας και στην αποσύνθεση. Για τον σοσιαλισμό η λευτεριά, η ισότητα, η αδελφοσύνη, η πανανθρώπινη κοινωνία, ο σοσιαλιστικός ανθρωπισμός είναι τα ιδανικά τέρματα που μόνο με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής μπορούνε να πραγματωθούν.

Για τον φασισμό υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στο άτομο και στην ολότητα που πρέπει να εκλείψει με την υποταγή του ατόμου. Για τον σοσιαλισμό η ολότητα είναι το πλαίσιο για την ανάπτυξη του ατόμου, ανάμεσα στην ολότητα και στην προσωπικότητα ο σοσιαλισμός μόνο δημιουργεί αρμονία.

Για τον φασισμό το άτομο εκμηδενίζεται μέσα στο κράτος (το κράτος των εκμεταλλευτών). Για τον σοσιαλισμό η πολύπλευρη και προς όλες τις κατευθύνσεις καλλιέργεια της προσωπικότητας, η δυνατότητα για όλους του ανθρώπους να αναπτύξουν στον υπέρτατο βαθμό τις ικανότητες τους είναι ιδανικό τέρμα.

Ο φασισμός δεσμεύει την πλειοψηφία για να εξασφαλίσει την κυριαρχία μιας ολιγαρχίας. Ο σοσιαλισμός είναι η ρύθμιση του υλικού για να απολυτρωθεί το ανθρώπινο μέσα στον άνθρωπο.

Ο φασισμός διαιωνίζει το βασίλειο του καταναγκασμού. Ο σοσιαλισμός οδηγεί τον άνθρωπο από το βασίλειο της ανάγκης στο θείο χώρο της λευτεριάς…

 

(Σημ. ΔιΠ : Απόσπασμα από το βιβλίο του μεγάλου δάσκαλου, παιδαγωγού και κοινωνιολόγου Δημήτρη Γληνού “Τριλογία Πολέμου” (Σαντορίνη Σεπ-Νοε 1938), εκδόσεις “Αθηνά”).

12 Οκτωβρίου· οι Ναζί αποχωρούν από την Ελλάδα. Ο Χίτλερ αδυνατεί να κατακτήσει τη χώρα μας (και τον κόσμο ολόκληρο). Οι ανηλεείς βομβαρδισμοί της πατρίδας μας στις 9 Οκτωβρίου (συγκρατήστε, παρακαλώ, την ημερομηνία) 1944 είναι οι τελευταίοι.

Στο μεταξύ στο στρατόπεδο του Νταχάου “φιλοξενούνται” το 1943 και πολλές προσωπικότητες από τον οικονομικό κόσμο της Γερμανίας. Ανάμεσά τους και ο Δρ. Σαχτ, πρώην Διοικητής της Ραιχς Μπανκ και υπουργός των Οικονομικών ή μάλλον οικονομικός δικτάτορας του Γ΄ Ράιχ. Λοιπόν, ο Δρ. Σαχτ αντιτάχθηκε σθεναρά στον πόλεμο και στο σχέδιο της στρατιωτικής επιβολής της Γερμανίας. Υποστήριξε εκθύμως ότι το Γερμανικό Ράιχ μπορούσε με την εσωτερική του οργάνωση και με την αλματώδη βιομηχανική του ανάπτυξη να αποτελέσει πρότυπο κράτους και να καταστεί η πρωτεύουσα (οικονομικά) δύναμη.

Μετά τα δεινά του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου η Γερμανία πέτυχε πράγματι το οικονομικό θαύμα και έφτασε να γίνει η πρωτεύουσα (οικονομικά) ευρωπαϊκή δύναμη, χωρίς ευτυχώς την αιματοχυσία και την κτηνωδία του πολέμου. Στη δημιουργία αυτού του οικονομικού θαύματος συμβάλλει και η Ελλάδα αρχικά με την αποστολή στη Γερμανία δεκάδων χιλιάδων εργατών· ήταν όσοι απέμειναν ζωντανοί και ακέραιοι από τα βέλη του πολέμου, από τη Γερμανική κατοχή, από τον εμφύλιο σπαραγμό, και γενικότερα όσοι δεν μπορούσαν να επιβιώσουν στην καθημαγμένη μας χώρα στα “πέτρινα” χρόνια που ακολούθησαν. Περαιτέρω η Ελλάδα συμβάλλει συνεχώς στην οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, προμηθευόμενη τα βιομηχανικά της προϊόντα (από ραδιόφωνο μέχρι οπλικά συστήματα…).

Και η Ελλάδα σήμερα; –Παιδιά υποσιτίζονται, άνθρωποι ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό, δεν έχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αυτοκτονούν… και ο λαός μας οδηγείται προς παραδειγματισμό και των υπολοίπων “ατάκτων” μελών της Ε.Ε. στην πλήρη εξαθλίωση και –το οδυνηρότερο– στον εξευτελισμό. Άλλωστε η κυρία Μέρκελ έχει χαρακτηρίσει την Ελλάδα “ειδική περίπτωση”. Διερωτώμαι: Άραγε ανασύρθηκε από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας και ξαναεφαρμόζεται το “Πρόγραμμα Ευθανασίας Τ-4”, που εφαρμόστηκε από τον Χίτλερ και σκοπούσε στη διατήρηση της “γενετικής καθαρότητας” του πληθυσμού μέσω της θανάτωσης των αναπήρων, των διανοητικά ασθενών, των “χαραμοφάηδων” γενικά; Οι θανατώσεις ονομάστηκαν “φόνοι από οίκτο”…

Σήμερα ο σκοπός είναι η “οικονομική καθαρότητα” της Ελλάδας… Πρέπει να αποδεχθούμε την επιβαλλόμενη από τους “δανειστές” μας οικονομική πολιτική σαν κάτι το φυσικό. Μέσο το “σύνδρομο του βατράχου”: Ο βάτραχος μέσα σε χύτρα με κρύο νερό, που τη βάζουμε πάνω σε φωτιά· καθώς σταδιακά ανεβαίνει η θερμοκρασία, “προσαρμόζεται” ο δυστυχής μέχρι να πεθάνει. Τελευταίο σενάριο η “εικονική εκτέλεση”: τη μία μέρα μέσα στο ευρώ, την άλλη επιστροφή στη δραχμή, και τανάπαλιν.

Στην τραγωδία του Σαίξπηρ “Ο έμπορος της Βενετίας” ο Αντώνιο συνάπτει δάνειο από τον Εβραίο τοκογλύφο Σάυλωκ· ο όρος: «αν δεν εξοφληθεί το χρέος στο επιβεβλημένο χρονικό όριο, ο Σάυλωκ να αφαιρέσει μεγάλο μέρος από τη σάρκα του Αντώνιο ως αντάλλαγμα – πληρωμή»! Και ο καταχθόνιος Σάυλωκ αξιώνει να πάρει το “συμφωνηθέν” τίμημα της σάρκας του δανειολήπτη Αντώνιο, αδιαφορώντας για το ότι έτσι ο Αντώνιο χάνει όλη του τη ζωή…

Η κυρία Μέρκελ “συμφώνησε” με την τροϊκανή “ηγεσία” μας, Νέα Δημ(ι)οκρατία, Πανελλήνιο Σοσιαλι(λη)στ(ρ)ικό Κίνημα και Δημοκρατική Αριστερά (ναι, έτσι λέγεται: Αριστερά και ειδικότερα Αριστερά της ευθύνης…) να επισκεφθεί τη χώρα μας στις 9 Οκτωβρίου (όχι στις 12, ας πούμε…). Εμείς άλλοτε ήμαστε αξιοπρεπείς, περήφανοι, αδούλωτοι, και είπαμε ΟΧΙ. Σήμερα τις είμαστε; και τι λέμε; Πάντως είμαι “καταδικασμένος” να αισιοδοξώ· όχι γιατί ξέρω ότι «αν πεθάνει ο σκύλος, τότε θα πεθάνουν μαζί και οι ψείρες» που τον απομυζούν… Αισιοδοξώ, απλά γιατί πιστεύω στη δύναμη των λαών και ιδιαίτερα στη δύναμη του λαού μας. Κάτι με έχει διδάξει η Ιστορία… Όπως λοιπόν λέει ο Ίψεν, «πίσω από τη νύχτα, πίσω και από τον θάνατο ακόμα, βλέπω την αυγή που χαράζει!». Προσοχή! την αυγή χωρίς επιθετικό προσδιορισμό…

Συμμερίζεστε την αισιοδοξία μου;

Γεράσιμος Χ. και Β. Αραβανής, φιλόλογος

Με την ανάδειξη του Φιλιππιαδιώτη βουλευτή Κώστα Μπάρκα, όταν για πρώτη φορά βγαίνει αριστερός βουλευτής στο νόμο, η μνήμη μάς πηγαίνει προς τα πίσω: στον αγώνα και τις διώξεις που υπέστησαν εκατοντάδες αγωνιστές της αριστεράς, αλλά κι άλλοι δημοκρατικοί Πρεβεζάνοι που αγωνίστηκαν μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ, για να μπορέσουμε να φτάσουμε στη σημερινή νίκη, που θα φάνταζε τότε απίστευτη: Αριστερός βουλευτής στο νομό, και μάλιστα από τη Φιλιππιάδα, που πριν 50 χρόνια ήταν έδρα παρακρατικών συμμοριών της δεξιάς. Επίσης πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ στην πόλη της Πρέβεζας αλλά και στη Δ.Ε. Πρέβεζας με 8 περίπου μονάδες μπροστά από τη ΝΔ!

Μας το χρωστούσε η ιστορία, το χρωστάμε και αφιερώνουμε την επιτυχία μας στους αγώνες των δημοκρατικών Πρεβεζάνων που άνοιξαν τον δρόμο για να φτάσει σήμερα να αναδείξει ο λαός της Πρέβεζας το ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα στην πόλη αλλά και στο Δήμο της Πρέβεζας.

Μια αναδρομή στις εφημερίδες της περιοχής καθώς και στις φωτογραφίες από το βιβλίο του Ηλία Λιβιεράτου “Σε παίρνω σαν μήνυμα του μέλλοντος” μας θυμίζουν την εποχή εκείνη.

 

Στις 9 Νοεμβρίου 1961 δημοσιεύεται επιστολή δικαστικού αντιπροσώπου σε εκλογικό κέντρο χωριού 20 χιλιόμετρα μακριά από τη Φιλιππιάδα, στην οποία καταγγέλλει ότι Ταγματάρχης των ΤΕΑ την ημέρα των εκλογών έβγαλε λόγο στο καφενείο του χωριού, καλώντας τους κατοίκους να ψηφίσουν ΕΡΕ. Παράλληλα αναφέρει ο δικαστικός αντιπρόσωπος πως χωροφύλακας του ζήτησε να παραμείνει στην αίθουσα κατά τη διαλογή. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη…

Και για να μην ξανασυμβούν αυτά χρειάζονται αγώνες από τους νεότερους και η περιφρούρηση της νομιμότητας και του συντάγματος μας, που αναιδέστατα παραβιάζει ο νεοφιλελευθερισμός και τα κόμματα που τον υπηρετούν. “Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα”, είχε πει ο αείμνηστος Ηλίας Ηλιού και επανέλαβε πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας.

Μέσα απ’ αυτή τη μαύρη συμφορά και απαθλίωση, που ’χει ρίξει η απληστία του κεφαλαίου τα εκατομμύρια των εργαζομένων όλου του κόσμου, μέσα από τη Δαντική αυτή κόλαση της στρατιάς των πεινασμένων, προβάλλει μπροστά μας ολόρθη μ’ όλη της την ωμότητα η φρικτή τραγωδία των σκλάβων της Αλυκής. Παιδιά με χλομά μούτρα από τη στέρηση, γέροι με τρεμάμενα κορμιά και με κυρτωμένες πλάτες απ’ τη βαριά δουλειά τόσων χρόνων, γυναίκες αδύνατες και κουρελιάρικες άφησαν πέρα ’κεί ώρες και ώρες μακριά το φτωχικό σπιτικό τους, παράτησαν νηστικά και βρόμικα τα παιδιά τους, για να μπουν μέσα στην κόλαση της Αλυκής, για να χύσουν κόμπο κόμπο τον ιδρώτα τους, να στραγγίσουν και την τελευταία σταλιά απ’ το αίμα τους, για να κάμουν τι; Για να βγάλουν μέσα από την αρμύρα της θάλασσας το χρυσάφι να το στήσουν πυραμίδες, για να το πάρουν αύριο οι διευθυντές, υποδιευθυντές και κάθε λογής εργολάβοι, που δεν ίδρωσαν καθόλου, για να το εξαργυρώσουν με πολυτελείς κατοικίες, με τουαλέτες, με αρχοντικά γιομάτα και χορούς, και αυτοί οι φτωχοί δουλευτάδες να γυρίσουν με τσακισμένα κορμιά στο χωριό τους, χωρίς να δικαιούνται να πάρουν ένα πλοχέρι αλάτι να ρίξουν στα λάχανά τους.

Μια ματιά μέσα κι απ’ έξω στην Αλυκή είναι αρκετή να μας δώσει μια εικόνα του φρικτού δράματος. Από τα χαράματα μπαίνουν μέσα τα μπλούκια των καταδίκων, για να βγουν αργά τη νύχτα, όταν απλωθεί το σκοτάδι, για να ξαπλώσουν τα τσακισμένα τους κορμιά. Το γιόμα το περνάνε μ’ ένα κομμάτι ξερό ψωμί και λίγη ντομάτα, το βράδυ με δυο βρόμικες σαρδέλες. Πάνου στη δουλειά δέχονται όλους τους εξευτελισμούς των κάθε λογής εργολάβων, εκειό δε που κάνει πιο σκληρή τη ζωή τους μέσα στην Αλυκή και που σηκώνει και την τρίχα του πιο ασυνείδητου ανθρώπου είναι οι χυδαίες φράσεις με τις οποίες βρίζονται οι φτωχές χωριάτισσες. Και τα μεροκάματα; Δεν έφτανε το σύστημα της εκμετάλλευσης, που δούλευαν 12 ώρες αντί 8· τώρα η εταιρία επινόησε νέο σύστημα πιο μεγάλης εκμετάλλευσης, την κατ’ αποκοπήν δουλειά, κι έτσι δουλεύουν πιο σκληρά, 12 και 14 ώρες, χωρίς να κατορθώσουν να φτάσουν τις 40 δραχμές οι άντρες και τις 20 οι γυναίκες. Αυτά για όσους δουλεύουν. Μα κι αυτές οι στρατιές των πεινασμένων, που γυρίζουν έξω στους δρόμους νηστικές και κουρελιασμένες να παρακαλούν τον κάθε αφέντη καινοματαρχίσκο να τους δώσει ένα γράμμα, για να πιάσουν δουλειά; Τους είδατε, τους προσέξατε· μονάχα σκιές ανθρώπων είναι. Οι αρμόδιες Αρχές τι κάνουν; Πώς δεν αρπάζουν τις βδέλλες αυτές του φτωχού εργάτη, για να τους κάτσουν στο σκαμνί; Γιατί δεν επιβάλλουν στην εταιρία την κατάργηση της κατ’ αποκοπήν δουλειάς και την εφαρμογή του 8ωρου, νόμου ψηφισμένου από το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ, για να μπορούν και οι υπόλοιποι εργάτες να πιάσουν δουλειά; Γιατί δεν κανονίζουν τα μεροκάματα που πρέπει η Εταιρία να πληρώσει στους εργάτες, για να μπορέσουν κι αυτοί να ζήσουν;

Ή μήπως οι εργαζόμενοι δεν έχουν δικαιώματα στη ζωή; Πώς φεύγουν στα γογγυτά των πεινασμένων, σφαλίζουν τα μάτια τους στη γύμνια και στο ξεψύχισμα των σκλάβων στους δρόμους; Και πότε βλέπουν και πότε ακούν; Όταν οι σκλάβοι πάρουν το θάρρος και ζητήσουν με τον όρκο τους να πάρουν το κλεμμένο τους ψωμί(!) Τότες, τότες κινούνται, όχι βέβαια για να τους βοηθήσουν, όχι για να τους δώσουν το ψωμί τους, αλλά για να τους δώσουν καυτό μολύβι, γιατί είχαν το θάρρος και την αναίδεια να “σηκώσουν κεφάλι” στον αφέντη!

Μα, αν η Εταιρία, αν οι Αρχές δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή αυτών των ανθρώπων, έχουμε ιερή υποχρέωση εμείς οι εργάτες, οι φτωχοί επαγγελματίες και ο κάθε τίμιος άνθρωπος να κινηθούμε, να τους βοηθήσουμε στον σκληρό τους αγώνα για το ψωμί, γιατί όχι μονάχα η ζωή τους είναι και ζωή δική μας, όχι μονάχα ο αγώνας τους είναι και αγώνας δικός μας, αλλά και από ανθρωπιστικής άποψης έχουμε υποχρέωση να τους βοηθήσουμε. Είναι κι αυτοί άνθρωποι! Δικαιούνται κι αυτοί μια θέση κάτω από τον ήλιο!

Γιώργος Καλαφάτης

ΛΕΥΚΑΣ, φ. 84/10 Σεπτ. 1933

Γεώργιος Καλαφάτης: O πατέρας του Θανάση Καλαφάτη, καθηγητή του πανεπιστήμιου του Πειραιά, προέδρου της ΕΜΙΑΝ (Εταιρείας Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας) και υποψηφίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Λευκάδας τον περασμένο Μάιο.

Ήταν δημοτικής μορφώσεως και τσαγκάρης στο επάγγελμα. Μέλος του ΚΚΕ, σκοτώθηκε στη Λευκάδα κατά τον εμφύλιο.

Εντυπωσιάζει η δύναμη και η αρτιότητα του λόγου του, η ευαισθησία και η εναντίωσή του στον ανθρώπινο πόνο.

Ένα κείμενο που γράφτηκε το 1933 και το διέσωσε ο φιλόλογος Γεράσιμος Αραβανής από μια φθαρμένη εφημερίδα της εποχής, που βρίσκεται στη Χαραμόγλειο Βιβλιοθήκη της Λευκάδας.

Ο ΘΕΡΣΙΤΗΣ

Μια διεθνής μπριγάδα ζωντάνεψε το χώρο της παρέλασης

Ιδιαίτερο κοινωνικό και διεθνικό χρώμα είχε ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου στην παραλία, που δόθηκε από μια ομάδα Πρεβεζάνων και ξένων κοινωνικών ακτιβιστών, που πέτυχαν να… ανεβάσουν την αδρεναλίνη. Χαιρετίζουμε τη σωστή πρωτοβουλία που, απλά, ξεφεύγει από τα καθιερωμένα. Άλλωστε αυτά τα καθιερωμένα έχουν κάποιοι φροντίσει να τα τυποποιήσουν και να τα περιορίσουν στα απολύτως απαραίτητα. Για παράδειγμα, φέτος για πρώτη φορά, όπως συζητήθηκε, δεν εκφωνήθηκε πανηγυρικός στο μητροπολιτικό ναό του Αγ. Χαραλάμπους. Οι εορταστικοί θεσμοί καταρρέουν, μαζί με πολλούς άλλους, όμως ο δημόσιος χώρος της πόλης ζωντανεύει.

Έτσι λοιπόν, κατά τη διάρκεια της τελετής κατάθεσης στεφάνων στο μνημείο του κάστρου του Αγίου Ανδρέα ακούστηκαν αγωνιστικές κραυγές “ψωμί, παιδεία, ελευθερία”. (Πιστεύουμε πως “ελευθερία” σημαίνει και τώρα και άλλοτε “κοινωνική δικαιοσύνη”). Στη συνέχεια η ομάδα, να την πούμε μπριγάδα, έκανε πορεία στην παραλία, προς τα βόρεια, ενώ σε λίγο άρχισε κανονικά η παρέλαση με τη συνήθη φορά προς τα νότια, οπότε η πορεία σταμάτησε με πίεση των αστυνομικών.

Ας υπενθυμίσουμε πως η διεθνής μπριγάδα για την οποία κάνουμε λόγο, εκτός από τους ντόπιους ακτιβιστές, περιλάμβανε Ισπανούς και Γάλλους που επισκέφθηκαν την πόλη μας και παρέμειναν “στρατοπεδευμένοι” στην κεντρική πλατεία, όπου και το άγαλμα του Ανδρούτσου. Σκοπός της επίσκεψής τους στην Πρέβεζα ήταν η συμβολή τους στο κίνημα συμπαράστασης προς την Ελλάδα, που οργανώνεται τον τελευταίο καιρό σε διάφορες χώρες και πόλεις του εξωτερικού. Έτσι, Έλληνες και Ξένοι, όπως και στην ελληνική επανάσταση, με μια ειρηνική διαδήλωση συνέβαλαν στο να αποχτήσει ιδιαίτερο χρώμα η παρέλαση και ο δημόσιος χώρος της πόλης. Και μην ξεχνάμε τα εκατοντάδες Πρεβεζανιτάκια και τις σχεδόν κυανόλευκες Πρεβεζανιτοπούλες –μπλου τζιν και λευκό πουκάμισο– που εισέπραξαν το χειροκρότημα των δικών τους και των άλλων θεατών.

Θεωρούμε πως οι παρελάσεις και οι άλλες κρατικές γιορτές, όπως και οι ονοματοθεσίες οδών και οι εγκαταστάσεις μνημείων, έχουν ένα βαθύ ιδεολογικό νόημα κρατικίστικης εσωτερικής γεωπολιτικής. Διαπαιδαγωγούν στην αποδοχή μιας καθεστηκυίας εικόνας που καιρός είναι τώρα να ξεκαθαρίσει και στο Δήμο μας. Προς το συμφέρον όλων. Αυτή τη φορά το ηχογραφημένο στρατιωτικό εμβατήριο που έδινε το βήμα, σαν να το “ακούσαμε” παραλλαγμένο: «Περνάει ο λαός, της Ελλάδος φρουρός».

 

25-3-2012

(Από το ιστολόγιο: http://dimosioshoros.wordpress.com/)

 

Του Φώτη Τρούγκου

Όταν ο βρομερός Πάγκαλος είναι, λέει, Ευρωπαίος,

εμείς απαντάμε: είμαστε Έλληνες

Αντάρτης, Κλέφτης, Παλικάρι

Πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός”

Επίδαυρος, 1821

ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΕΘΝΟΣ ΤΟ ΥΠΟ ΤΗΝ ΦΡΙΚΩΔΗ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΝ ΔΥΝΑΣΤΕΙΑΝ ΜΗ ΔΥΝΑΜΕΝΟΝ ΝΑ ΦΕΡΗ ΤΟΝ ΒΑΡΥΤΑΤΟΝ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΣΤΟΝ ΖΥΓΟΝ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΕΙΣΑΝ ΑΥΤΟΝ ΜΕ ΜΕΓΑΛΑΣ ΘΥΣΙΑΣ ΚΗΡΥΤΤΕΙ ΣΗΜΕΡΟΝ ΔΙΑ ΤΩΝ ΝΟΜΙΜΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΤΩΝ ΤΟΥ ΕΙΣ ΕΘΝΙΚΗΝ ΣΥΝΗΓΜΕΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΝ ΕΝΩΠΙΟΝ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΝ ΑΥΤΟΥ ΥΠΑΡΞΙΝ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΝ.

ΕΝ ΕΠΙΔΑΥΡΩ

ΤΗΝ Α΄ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΕΤΕΙ ΑΩΚΒ ΚΑΙ Α΄ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ

Α. ΜΑΥΡΟΚΟΡΔΑΤΟΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ

Βίνιανη, 10 Μάρτη 1944

Ο στρατηγός Μπακιρτζής διάβασε την ιδρυτική πράξη της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης:

Έχοντας υπόψη

1) τις υπέρτατες εθνικές ανάγκες και την επιτακτική απαίτηση του ελληνικού λαού για τη δημιουργία μέσα στη χώρα ενός κεντρικού πολιτικού οργάνου που να συντονίζει τις προσπάθειες και τον αγώνα για την εθνική απολύτρωση και να αναλάβει την ευθύνη διοίκησης των ελεύθερων και ελευθερούμενων περιοχών της χώρας και 2) την από 15 Δεκεμβρίου 1943 πρόσκληση της Κ.Ε. του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου σε όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις καθώς και την κυβέρνηση Τσουδερού για το σχηματισμό κυβέρνησης γενικού εθνικού συνασπισμού,

συγκροτούμε Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης που αποτελείται προσωρινά από τα υπογραφόμενα μέλη.

Κύριος και πρωταρχικός σκοπός της επιτροπής είναι να συντονίσει και να διεξάγει με όλα τα μέσα και με όλες τις δυνάμεις μέσα στην Ελλάδα και στο πλευρό των συμμάχων μας τον αγώνα κατά των κατακτητών, να αγωνιστεί για το διώξιμο από τη χώρα και τη συντριβή των Γερμανών και Βουλγάρων εισβολέων για την ολοκληρωτική εθνική απελευθέρωση και για την κατοχύρωση της Ανεξαρτησίας.

Στην τελετή της ίδρυσης και της ορκωμοσίας της Π.Ε.Ε.Α. δεν παρουσιάστηκε η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, αν και προσκλήθηκε, ούτε αντιπρόσωποι του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ.

Η Π.Ε.Ε.Α. αμέσως μετά τη συγκρότησή της έστειλε τηλεγράφημα στην κυβέρνηση του Καΐρου και ζητούσε από τον Πρόεδρό της να συμβάλει στο σχηματισμό Κυβέρνησης Γενικής Εθνικής Ενότητας.

Ο Τσουδερός κοινοποίησε το τηλεγράφημά της, ενώ το ΕΑΜ συνέχιζε τις προσπάθειες για εθνική ενότητα και η Π.Ε.Ε.Α. διευρύνετο με προσωπικότητες πανελλήνιου κύρους (Σβώλος, Κόκκαλης, Αγγελόπουλος, Ασκούτης, Χατζημπεης).

Ο βασιλιάς, η κυβέρνηση του Καΐρου και οι Άγγλοι ετοίμαζαν επέμβαση-σύγκρουση. Αλλά και όλοι οι αρχηγοί των παλαιοδημοκρατικών κομμάτων, όσοι δεν συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, έμειναν στη Βουλή του 1936, περίμεναν να τελειώσει ο πόλεμος και να κληθούν να κυβερνήσουν. Ξένοι και αδιάφοροι για τον τιτάνιο αγώνα του ελληνικού λαού, τους πόθους του, τις προσδοκίες του, τις ελπίδες του, τα όνειρά του. Μεσάνυχτα για τις ιστορικές αλλαγές που συντελούνται στον κόσμο. Για τη συντριβή του ναζισμού, για ελευθερία, ανεξαρτησία. Για ένα κόσμο ειρήνης και ανθρωπιάς.

Του Γιάννη Ρέντζου

 Σε ένα υποτιθέμενο χωριό του Νομού Πρέβεζας οι κάτοικοί του είχαν πρόβλημα με το όνομά του. Πότε άκουγαν πως το χωριό τους είχε

Gerry Charm, Ένας άνθρωπος των γραμμάτων

τούρκικο όνομα, πότε σλάβικο και πότε πως ήταν παραφθορά άγνωστου αρχαίου ελληνικού. Αποφάσισαν λοιπόν να το μετονομάσουν σε «Λονδίνο». Δικαίωμά τους βέβαια.

Πώς θα το λένε στα αγγλικά οι Άγγλοι; London; Όχι βέβαια. Πώς θα το λένε ιταλικά οι Ιταλοί; Londra; Με μετάφραση, όπως λένε και την πρωτεύουσα της Αγγλίας στα ιταλικά; Πάλι όχι. Όλοι οι ξένοι θα λένε “Londino” το πρεβεζάνικο χωριό, όπως το λένε οι ντόπιοι, με μεταγραφή των επτά χαρακτήρων χωρίς καμιά μετάφραση.

Το άρθρο αυτό αποσκοπεί να αναδείξει μια ιδιαίτερη πλευρά του ζητήματος του ονόματος της πΓΔΜ (FYROM) που σπάνια θίγεται. Σχετίζεται με την απόδοση “Μακεδονία” και “Δημοκρατία της Μακεδονίας” που υιοθετήθηκε από πολλές γλώσσες / χώρες με μετάφραση στην κάθε γλώσσα αντί για το μεταγραμματισμό «Makedonska» ή «Makedonija» σε όλες, σύμφωνα με την επίσημη σλαβική εκδοχή.

Ποια είναι τώρα η παγκόσμια κατά χώρα κατάσταση;

Προ καιρού, σε έκθεση βιβλίων γεωγραφίας ξεφύλλιζα ένα γαλλικό βιβλίο οικονομικής γεωγραφίας της Ευρώπης. Όχι μόνο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και των υπολοίπων χωρών. Το βιβλίο προέτασσε μια μικρή ιστορική και πολιτισμική εισαγωγή για κάθε μια χώρα και μετά περνούσε στις οικονομικές λεπτομέρειες ανά χώρα, περιφέρεια καθώς και στις διευρωπαϊκές και διεθνείς τους σχέσεις. Το μάτι μου έπεσε, με την αλφαβητική σειρά, στα λήμματα Grèce, Italie και Macédoine αντίστοιχα για τις χώρες Ελλάδα, Ιταλία και Σκόπια (FYROM). Για την Ελλάδα έλεγε «…Περικλής, Ε΄ αιώνας, 1821 κ.λπ.», για την Ιταλία σημείωνε «…Ρωμαίοι, Αναγέννηση, Βατικανό, κ.λπ.» και τέλος για τη FYROM είχε «…Μέγας Αλέξανδρος, Αλεξάνδρεια, Τίτο, κ.λπ.».

Όπως καταλαβαίνουμε η (όποια) “Μακεδονία” έχει κατοχυρώσει σε κάθε επιμέρους γλώσσα μακεδονικό όνομα – μακεδονικό παρελθόν – μακεδονική ιστορία. Πρόκειται εδώ για μια μεγάλη πολιτική νίκη της γειτονικής χώρας που βασίστηκε σε μια μεγάλη δική της εκπαιδευτική και πολιτισμική νίκη. Έχω στην κατοχή μου τόμο της περίφημης σειράς της Εγκυκλοπαίδειας της Πλειάδας, υπό τη διεύθυνση του κορυφαίου γλωσσολόγου του 20ού αιώνα Αντρέ Μαρτινέ (που είχα τη χαρά να τον έχω καθηγητή), με έτος έκδοσης 1968, όπου η γλώσσα της γείτονος χώρας αναφέρεται και αναλύεται σκέτα ως “μακεδονικά”. Ούτε “σύγχρονα μακεδονικά”, ούτε “σλαβικά μακεδονικά”, ούτε “βόρεια μακεδονικά”, ούτε τίποτα. Και μάλιστα τη στιγμή που η δική μας γλώσσα δεν αναφέρεται στο ίδιο βιβλίο, ούτε πουθενά αλλού, ως “ελληνικά” αλλά ως “σύγχρονα ελληνικά”, με προσδιοριστικό εποχής! Όμως προσοχή: Το 1968 η χώρα μας, οι γλωσσολόγοι της και οι κρατικοί διανοούμενοί της δεν αναγνώριζαν ως ελληνική γλώσσα την πραγματική καθομιλούμενη γλώσσα μας. Ούτε η εκπαίδευση, καθώς ξέρουμε, την αναγνώριζε τη γλώσσα μας τότε. Άρα…

Βυζάντιο, Κωνσταντινούπολη και Ισταμπούλ

Για να προχωρήσουμε πιο κάτω στο άρθρο μας χρειάζεται να παρουσιάσουμε τη σύγχρονη γαλλική εκδοχή της λέξης / έννοιας “Κωνσταντινούπολη”.

Είναι γνωστό πως στα ελληνικά, η αρχαία ελληνική αστική οντότητα (πόλη) με το όνομα “Βυζάντιο”, αποικία των Μεγαρέων, επικράτησε να λέγεται με το ρωμαιο-χριστιανικό όνομά της “Κωνσταντινούπολη”. Αυτό άλλωστε υιοθετήθηκε και από πολλές άλλες γλώσσες (αγγλικά – γαλλικά Constantinople, γερμανικά Konstantinopel) που το αντικατέστησαν στον 20ό αιώνα με το όνομα Istanbul. Όσον αφορά τη χώρα μας, χρησιμοποιείται το δίγλωσσο σχήμα Κωνσταντινούπολη / Istanbul: Κωνσταντινούπολη για το εσωτερικό (Τύπος, εκπαίδευση) και Istanbul σε διεθνή συμφραζόμενα (εμπόριο, μεταφορές, διακρατικές σχέσεις).

Ας υπενθυμίσουμε πως η χρήση “Κωνσταντινούπολη” αποτελεί επίσημη και υποστηριζόμενη εκδοχή απέναντι στη γνησιότατη απλούστερη χρήση “Πόλη”, που ήταν / είναι συνηθέστερη σε ελληνόφωνα, ελλαδικά και ελληνικά γλωσσικά περιβάλλοντα, που κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα είχαν σχέση με την πόλη αυτή (καταγωγή, σπουδές, ελλαδικές περιφέρειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χρήση της λέξης στα τραγούδια). Συμπερασματικά: Στην Ελλάδα, για ιστορικούς λόγους, σε σχέση με την επίσημη διεθνοποιημένη τουρκική εκδοχή Istanbul, που χρησιμοποιεί το κράτος, στο οποίο τώρα βρίσκεται η πόλη αυτή (η Τουρκία), χρησιμοποιούμε τη λέξη “Κωνσταντινούπολη”, που …μοιάζει με μεταφραστικό ισοδύναμο, δηλαδή “εξωνύμιο”. Δεν αποτελεί δηλαδή απόδοση με φωνητικό μεταγραμματισμό, που θα έδινε “Ισταμπούλ” ή “Σταμπούλ”. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και στις ονομασίες “Νέα Υόρκη”, “Βερολίνο” και “Λονδίνο”, όπου η τεχνική του μεταγραμματισμού θα οδηγούσε στις αποδόσεις “Νιου Γιορκ” (για το New York), “Μπερλίν” (για το Berlin) και “Λόντον” (για το London).

Στα γαλλικά, που υπήρξε και παραμένει μια σημαντικότατη διεθνής γλώσσα, η Κωνσταντινούπολη, ως σύγχρονη τουρκική πόλη, αποδίδεται ως Istanbul καθώς και, σπάνια, Stambul, ενώ ως ιστορική οντότητα, πάντα, ως Constantinople, με ιδιαίτερη λεξικογράφηση της λέξης αυτής σε άλλο λήμμα και σε άλλη σελίδα των λεξικών. Η αθώα αυτή χρήση, Istanbul, που δεν αποτελεί παρά μια κατευθείαν μεταφορά της λατινόγραπτης τουρκικής λέξης στη γαλλική γλώσσα, κρύβει μια σημαντική ιδιαιτερότητα υπέρ της τουρκικής εκδοχής. Ο γαλλικός φθόγγος [u], όπως είναι γνωστό σε όποιον έχει έστω και μια μικρή συνάφεια με την εκμάθηση και τη γνώση της γαλλικής γλώσσας, δεν αποδίδει το «ου» της Ισταμπούλ αλλά είναι ένας ιδιάζων γαλλικός φθόγγος. Ωστόσο, στη λέξη αυτή, που θα έπρεπε σύμφωνα με τους κανόνες της γαλλικής γλώσσας να αναγνωσθεί και να προφερθεί, στα γαλλικά, περίπου ως Ισταμπύλ, εφαρμόζεται ειδική εξαίρεση ώστε 1) και το “ίνδαλμα” (η γραπτή εικόνα) της τουρκικής λέξης να παραμένει αμετάβλητα τουρκικό (Istanbul) 2) και να διατηρείται επίσης και η προφορά αμετάβλητα τουρκική (Ισταμπούλ). Συμπερασματικά: Στη Γαλλία δεν γίνεται χρήση της ιστορικής εκδοχής (Constantinople), που θα αποτελούσε κατά “μετάφραση” ιστορικό “εξωνύμιο”, αλλά μια γραφική μεταφορά με ακριβή τουρκικό μεταγραμματισμό και τουρκική προφορά.

Γιατί να μεταφράζεται η Republika Makedonska;

Το ερώτημα είναι διπλό: Έχει δικαίωμα η Republika Makedonska ή (σωστότερα) Republika Makedonija να λέγεται στη γλώσσα της έτσι; Και βέβαια. Όπως το πρεβεζάνικο χωριό Λονδίνο, που λέγαμε στην αρχή. Έχουν υποχρέωση και μάλιστα δικαίωμα οι διάφορες γλώσσες να το μεταφράζουν αντί να το μεταγραμματίζουν ή να το μεταγράφουν; Η θέση μας είναι όχι στην παγκόσμια μετάφραση Makedonija = Μακεδονία, Macedonia, Macédoine κ.λπ. Ναι στη μεταγραφή. Τι κερδίζουμε με αυτό; Αποφεύγουμε και απορρίπτουμε τη δημιουργία μιας παγκόσμιας υποχρεωτικής ονοματολογικής ιστορικής ανά τους αιώνες συνέχειας (Μακεδονία – Μέγας Αλέξανδρος – Σκόπια). Συμπερασματικά, αν η τελευταία γραμμή διπλωματικής άμυνας είναι για τη χώρα μας να γίνει δεκτή η ρίζα “Μακεδονία”, αυτή να γίνει δεκτή αμετάφραστη, αλλά με μεταγραφή. Στα ελληνικά να λέμε και να γράφουμε “Ρεπούμπλικα Μακεντόνσκα” ή “Μακεντόνσκα” ή απλά “Ρεπούμπλικα” και βέβαια όχι “Σκόπια”.

Του Γιάννη Ρέντζου

 

Fred Boissonas, Στο δρόμο Πρέβεζας - Ιωαννίνων, 1913

Γιορτάσαμε φέτος, αυτές τις μέρες, την 99η επέτειο της “απελευθέρωσης” της Πρέβεζας. Η 21η Οκτωβρίου είναι κρατική εορτή, αφού ο στρατός μας ήταν εκείνος που ενσωμάτωσε την πόλη, ως έδαφος, στην υπόλοιπη ελληνική επικράτεια. Ο λαός δεν φαίνεται να είχε τότε συμβάλει σε αυτό το γεγονός. Έτσι, σε ανάμνηση (;) εκείνης της απουσίας η επέτειος γιορτάστηκε και φέτος σε στενό διοικητικό κύκλο. Και μάλιστα συνοπτικά. Η ενός λεπτού σιγή κράτησε 15 δευτερόλεπτα και ο ηχογραφημένος εθνικός ύμνος άλλο τόσο.

Σε ό,τι αφορά την “απελευθέρωση” των πόλεων το ζήτημα είναι σύνθετο, αφού η πόλη δεν είναι μόνο έδαφος, με μόνη ιδιότητα την όποια γεωπολιτική και γεωστρατηγική σημασία της, αλλά και πληθυσμός. Πληθυσμός με ποικιλία συμφερόντων και ιδεολογιών, που μπορούν να απορρέουν από την όποια σύνθεση και διαφοροποίησή του. Για το λόγο αυτό βάζουμε και τα εισαγωγικά στη λέξη “απελευθέρωση”. Από λόγους που συνδέονται με τα συμφέροντα των δυνάμεων που συγκροτούν το κάθε εθνικό κράτος, τα συγκρουόμενα συμφέροντα του πληθυσμού δεν αναδεικνύονται στις επίσημες ιστορίες, ούτε καν υπονοούνται, ενώ οποιαδήποτε υπαινικτική αναφορά τους θεωρείται παρεξηγήσιμη. Θάβονται. Ωστόσο οι ιστορικοί ερευνητές συχνά ξεψαχνίζουν σχετικές πηγές και αναζητούν στοιχεία σχετικά με το “κίνητρο της ανθρώπινης δράσης” και με τη θέση π.χ. κοντόφθαλμων (ή διορατικών) ταχτοποιημένων αστών που αρμενίζουν κατά πώς φυσάει. Πολλοί, πάντως, ιστορικοί ερευνητές αποφεύγουν φάβες με λάκκους και δεν τα ψάχνουν.

Τι ξέρουμε για τη λαϊκή συμμετοχή στην “απελευθέρωση” του 1912; Για τα “πριν”, λίγα μας είναι γνωστά.1 Για τα μετά, ανήμερα, ο διοικητής του στρατιωτικού αποσπάσματος Παναγιώτης Σπηλιάδης γράφει με αφοπλιστική εθνολογική παρατηρητικότητα: «Η υποδοχή η οποία μας εγένετο [με έξοδο] των κατοίκων πάσης εθνικότητος και γένους είναι ανωτέρα πάσης περιγραφής». Δεν μπορώ να αξιολογήσω την ειλικρίνεια και την ακρίβεια αυτής της περιγραφής, αλλά το μόνο που μπορώ να αντιπαραβάλω είναι η σημερινή απουσία “των κατοίκων πάσης εθνικότητος και γένους” από τον εορτασμό της επετείου. Σε ανοιχτή επιστολή που κοινοποίησε πέρσι ο Πολιτιστικός Σύλλογος “Πρέβεζα” οι λεπτομέρειες αυτής της απουσίας (για την περσινή επέτειο) αναδεικνύονται με ανατριχιαστική ακρίβεια. Καταγράφει το έγγραφο όλες τις απούσες “εθνικότητες” της Πρέβεζας, εκπαιδευτικούς, δημόσιους και δημοτικούς παράγοντες και άλλους.

Είναι αλήθεια σωστό να εορτάζεται η “απελευθέρωση” μόνο με λιγοστούς επισήμους, επειδή αυτοί μόνο έλαβαν μέρος (και όχι ο λαός, δυστυχώς) στις διαδικασίες της “απελευθέρωσης”; Είναι άραγε λογικό να εορτάζεται η “απελευθέρωση” με στολές και ηχογραφημένα εμβατήρια με το δικαιολογητικό ότι το έδαφος-πόλη το κατέκτησε ο στρατός (και όχι κάποια λαϊκή εξέγερση);

Δεν είμαστε ιστορικοί για να θέσουμε το ερώτημα (ύβρις!) αν όλοι οι Πρεβεζάνοι ήθελαν την “απελευθέρωση” ή αν σ’ αυτή, την, τότε, εσχατιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κάποιοι είχαν βολευτεί και, την ημέρα της “απελευθέρωσης”, έπαιξαν απλά θέατρο υποδεχόμενοι το Στρατό. Γνωρίζουμε όμως σήμερα πως η εθνική-κρατική προσέγγιση της γιορτής κατάφερε να την υποβαθμίσει. Υπάρχει εδώ μεγάλο περιθώριο για λαϊκή παρέμβαση και κοινωνική αναβάθμιση αυτής της επετείου.

Η “απελευθέρωση” θα πρέπει να αναγνωσθεί με τοπικούς κοινωνικούς όρους. Η μεγάλη ευκαιρία είναι η δεύτερη εκατονταετία ελεύθερης Πρέβεζας που αρχίζει από του χρόνου, με την 100ή επέτειο της απελευθέρωσης. Θα πρέπει αυτή να προετοιμαστεί, σαν εορτασμός και σαν ουσία, έτσι ώστε να αναδειχθεί αυτή ακριβώς η διάσταση. Στην προχθεσινή του ομιλία ο ομιλητής κ. Ευ. Αυδίκος, διαβάζοντας το παρελθόν και κοιτάζοντας προς το μέλλον, πρόβαλε, μεταξύ άλλων, την έννοια της “πρεβεζάνικης τοπικότητας”. Αυτήν έχουμε υποχρέωση να αντιπαραθέσουμε σε πολυάριθμες έννοιες εθνικής, κομματικής, δημογραφικής, ακόμα και οικογενειακής ένταξης.

Το έργο αυτό ανατίθεται εκ των πραγμάτων στο Δήμο. Και στο λαό. Καιρός είναι.

_________________________________________

1 Έθεσα προ καιρού το ζήτημα στο ακούραστο ιστοριοδίφη μας Λάζαρο Συνέσιο και πήρα αρκετές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για μια απελευθερωτική κίνηση στην Πρέβεζα, πριν από την απελευθέρωση, και τη λειτουργία «Επιτροπάτου». Πόσο όμως συμμέτοχος ήταν ο λαός;

Ανδρέας Ανδρούτσος. Λεγόταν επίσης το λιοντάρι της Ρούμελης. Ήταν αρματολός από τη Λοκρίδα. Γεννήθηκε το 1740. Στα χρόνια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1787-1792) συνεργάστηκε με το Λάμπρο Κατσώνη και επανειλημμένα καταναυμάχησε τον τουρκικό στόλο.

Συνεννοήθηκε με το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη για να επαναστατήσει η Στερεά Ελλάδα το 1793, αλλά έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους, που τον καταδίωξαν και τον έπιασαν ζωντανό. Αιχμάλωτο τον έστειλαν οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη όπου τον έπνιξαν στο Βόσπορο το 1797. Γιος του ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος.

Οδυσσέας Ανδρούτσος. Γεννήθηκε το 1790 στην Ιθάκη. Ο πατέρας του, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη, αποκεφαλίστηκε (κατ’ άλλους πνίγηκε στο Βόσπορο) από τους Τούρκους στην Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα ο μικρός γιος του, Οδυσσέας, να μείνει ορφανός. Η μητέρα του ονομαζόταν Ακριβή Τσαρλαμπά και ήταν από την Πρέβεζα. Το 1778, όταν η πόλη τους έπεσε στα χέρια του Αλή Πασά, η μητέρα του κατόρθωσε να διασωθεί στη Λευκάδα, όπου ο Οδυσσέας έζησε τα παιδικά του χρόνια. Αργότερα επέστρεψε στην Πρέβεζα όπου και έζησε μέχρι το 1806, όταν ο Αλή Πασάς Τεπελενλής, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε ο ίδιος με τον εκλιπόντα πατέρα του, τον αναζήτησε και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα. Εκεί ο Ανδρούτσος φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά και είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή του συγχωρούσε κάθε παράπτωμα. Δεκαπενταετής κατατάχτηκε από τον Αλή Πασά στην προσωπική σωματοφυλακή του. Επίσης φαίνεται ότι προσήλθε, άγνωστο εάν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά, στη μουσουλμανική αίρεση των Μπεκτασίδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1819 διορίστηκε δερβέναγας στην ανατολική Στερεά.

Πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου, και για αμοιβή της ανδρείας του, ο Αλή Πασάς του χάρισε ως μνηστή την Ελένη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλου από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων, καθώς και την οπλαρχηγία της Λιβαδειάς.

Το 1820 όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Πύλη, εγκατέλειψε τη Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στη Φιλική Εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας του, αφήνοντάς τον ως πρωτοπαλίκαρο. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχωβα, όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες αλλά και με Αλβανούς, που όλοι είχαν μεταξύ τους κοινό τη θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία, πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτή την εξέλιξη ο Ανδρούτσος κατέφυγε δια μέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στη Λευκάδα. Εκεί συναντήθηκε στις αρχές του 1821 με τους Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Ζόγγα, Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και άλλους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας.

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Ανδρούτσος έφυγε από τη Λευκάδα και βρέθηκε μέσω της Πάτρας στη Στερεά Ελλάδα, έπεισε τους Γαλαξιδιώτες να επαναστατήσουν και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στη μάχη στο Χάνι της Γραβιάς, στις 8 Μαΐου του 1821, παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για το θάνατο του φίλου του Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Κατά τα τέλη του 1821 ανακηρύχθηκε από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.

Την άνοιξη του 1822 κατηγορήθηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμα. Όμως παρά την παραίτησή του συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων μέχρι το 1824.

Οι συνεχείς του κόντρες με τους προύχοντες είχαν ως αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια και να αρχίσει να συνεννοείται με τους Τούρκους, αντιλαμβανόμενος όμως το λάθος του παραδόθηκε στο πάλαι ποτέ, πρωτοπαλίκαρο του, Γκούρα, ο οποίος τον μετέφερε στην Ακρόπολη φυλακίζοντάς τον μέσα στον παλιό φράγκικο πύργο του Γουλά.

Στις 5 Ιουνίου του 1825, θύμα και αυτός του εμφύλιου πολέμου, δολοφονήθηκε στην Ακρόπολη, όπου είχε φυλακιστεί, ύστερα από εντολή του Γιάννη Γκούρα. Εκτελεστικά όργανα της δολοφονίας ήταν οι Ιωάννης Μαμούρης, Παπακώστας Τζαμάλας, Μήτρος της Τριανταφυλλίνας και ο στρατιώτης Θεοχάρης από το Λιδωρίκι. Στη συνέχεια οι δολοφόνοι έριξαν το πτώμα του στα βράχια της Ακρόπολης για να πιστέψει ο κόσμος ότι ο Ανδρούτσος σκοτώθηκε στην προσπάθεια του να δραπετεύσει. Υπήρξε όμως αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας στο πρόσωπο του στρατιώτη Κωνσταντίνου Καλατζή, ο οποίος εκείνη τη βραδιά φύλαγε σκοπός. Πολλά χρόνια αργότερα αποκάλυψε την αλήθεια στο δικηγόρο Σπύρο Φόρτη και η διήγηση του δημοσιεύτηκε με καθυστέρηση στην εφημερίδα «Καιροί» της Αθήνας το 1898.»

 

Αυτά μπορούν να διαβαστούν στο διαδίκτυο, στη Wikipedia, στο λήμμα «Ανδρούτσος», αλλά μπορούν και να επιβεβαιωθούν (με κάποιες μικρές αποκλίσεις ίσως) σε πλήθος ιστορικών βιβλίων σχετικών με το θέμα.

Μπορεί κάποιος να μας πει οι ημερομηνίες της ταμπέλας (1773 και 1798) που βρίσκεται έξω από το πρώην σπίτι του Ανδρούτσου στην Πρέβεζα (βλ. φωτ. και προηγ. Φόρουμ) που κολλάνε;

 

ΔιΠ

Με τις απόψεις τού Λεωνίδα Κύρκου, που γέννησαν κάποτε την Ε.ΑΡ. και πρόσφατα τη “Δημοκρατική Αριστερά”, η εφημερίδα μας –και πριν την έκδοσή της καθένας από τους συντάκτες της– ποτέ δεν συντάχθηκαν. Νοιώθουμε όμως την υποχρέωση, αποδίδοντας την πρέπουσα τιμή στο νεκρό “τής αντίπερα όχθης”, όπως αυτοχαρακτηρίστηκε, να δημοσιεύσουμε την παρακαταθήκη του, το “επιθανάτιο αποχαιρετιστήριό” του, που διαβάστηκε κατά παραγγελία του από το γυιο του Μίλτο στην κηδεία του, στις 31 του περασμένου Αυγούστου:

Μ.Μ
«Φεύγω. Ζήσαμε –η γενιά μου– μια συναρπαστική περιπέτεια. Γνώρισα από κοντά τη φτώχεια, τους κατατρεγμούς, τη φρίκη. Αλλά σε διαλείμματα και τη χαρά. Κι έβαλα το λιθαράκι μου στον αγώνα για το φως, το δίκαιο και την Ανθρωπιά. Ένοιωσα συντετριμμένος όταν έσβησε το κόκκινο αστέρι στην κορυφή του Κρεμλίνου βουτηγμένο στη βία, το ψέμα και την ντροπή. Άλλα πίστεψαν οι άνθρωποι, άλλα λάλησαν οι προφήτες. Όπως άλλος ήταν ο σοσιαλισμός για τον οποίο αγωνιστήκαμε και γι’ αυτόν το σοσιαλισμό, με δημοκρατία, ελευθερία και σεβασμό στον κάθε άνθρωπο να συνεχίσετε τον αγώνα, γιατί δεν έχει άλλη λύση ο κόσμος. Φεύγω, σας χαιρετώ όλους, και εσάς που πορευτήκαμε μαζί και εσάς τους άλλους τής κάθε φορά αντίπερα όχθης, και έχω μόνο ένα να σας πω: σύγκρουση ιδεών, όχι βία και μισαλλοδοξία, δεν οδηγούν πουθενά, γεια σας.»

Σπύρος Βρυώνης

Τάκης Παπαδημητρίου

Μετά από πολλή ταλαιπωρία, υπομονή και επιμονή του φίλου Μιχάλη Παπαδάκη, ανιψιού του παλιού συντρόφου Σπύρου Βρυώνη, τοποθετήθηκε στο κτήριο του παλιού αρχοντικού Πάλιου, που σήμερα στεγάζει τα ιατρεία των κ.κ. Νίκου Γέρου και Χαρ. Γκούβα (στην παραλία, στην οδό Σπηλιάδου 10), αναμνηστική πινακίδα για την ιστορικότητα του κτηρίου.

Το κείμενο της πινακίδας γράφει:

Λευτέρης Κωστούλας

Πάνος Τσιτσές

ΕΔΩ Ήταν το αρχοντικό Πάλιου, ένα από τα παλιά αρχοντικά της Πρέβεζας που δυστυχώς γκρεμίστηκαν και χάθηκαν για πάντα. Ήταν παραλιακό (η θάλασσα έφτανε ως εδώ μπροστά) διώροφο κεραμοσκεπές κτίριο με κήπο, που κτίστηκε το έτος 1880-1885 από οικογένεια εμπόρων τυροκομικών ειδών στην σημερινή οδό Σπηλιάδου 10. Στον κήπο του ανατολικά είχε ένα μεγάλο πλάτανο. Η καμάρα που φαίνεται στο ισόγειο είναι προφανώς χώρος για τα άλογα. Το αρχοντικό αυτό απεικονίζεται ευκρινώς σε φωτογραφία του έτους 1935 και είναι φορέας σημαντικής ιστορικής μνήμης. Ειδικότερα:

• Εδώ έμενε ο οθωμανός διοικητής της Πρέβεζας Σουκρή Πασσάς, από το 1890 έως το 1897.

• Εδώ έμενε μετά το έτος 1897 ο νέος οθωμανός Μουτέ Σαρίφης, (το χρησιμοποίησε ως κατοικία έως τις αρχές του 20ού αιώνα).

• Εδώ στεγάσθηκε μετά την απελευθέρωση του 1912 μέχρι το 1944 η τότε Νομαρχία Πρέβεζας.

• Εδώ εργάσθηκε (στον 1ο όροφο) για 33 μέρες, ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης μέχρι την αυτοκτονία του με πιστόλι, στις 21 Ιουλίου 1928.

• Εδώ στεγάσθηκε επί γερμανικής κατοχής (1941-1944), η διορισμένη Νομαρχία Ασπρογέρακα, αλλά και η Γερμανική Διοίκηση (Commandatur).

• Εδώ, στις 6 Αυγούστου 1943 τέσσερις θαρραλέοι κουστουμαρισμένοι αντάρτες του ΕΛΑΣ (Σπύρος Βρυώνης, Παναγιώτης Τσιτσές, Τάκης Παπαδημητρίου, Ελευθέριος Κωστούλας) ξεγέλασαν τον Γερμανό φρουρό, εισήλθαν στο γραφείο του τότε νομάρχη Ασπρογέρακα με τα πιστόλια στα χέρια, και με την απειλή εκτέλεσης κατάφεραν να ακυρώσουν τη σύνταξη γερμανικής λίστας πολιτικής επιστράτευσης Πρεβεζάνων. Έτσι, 250 Πρεβεζάνοι πολίτες γλύτωσαν από τα στρατόπεδα του Νταχάου και του Άουσβιτς.

• Μετά την απελευθέρωση (1944) το ίδιο κτίριο νοικιάσθηκε και στεγάσθηκαν οι υπηρεσίες του ΙΚΑ Πρέβεζας.

• Στη συνέχεια διέμειναν κάποιες οικογένειες ιδιωτών, ώσπου το κτίριο ερήμωσε και παρά το ότι είχε κριθεί διατηρητέο, γκρεμίστηκε περί το έτος 1980 σε … δόσεις, πάντα ημέρα Κυριακή. Στη θέση του αρχοντικού Πάλιου, ανηγέρθησαν τα έτη 1992-1994 δύο συνεχόμενες αλλά ανεξάρτητες πολυκατοικίες, η βόρεια Α και η νότια Β.

Η δαπάνη κατασκευής της πινακίδας αποτελεί ευγενική χορηγία του κυρίου Μιχαήλ Παπαδάκη, στη μνήμη του Θείου του Σπύρου Βρυώνη.

ΔιΠ

 

“Καλώς ή κακώς αυτό το μνημόνιο ήταν η σωτηρία της χώρας»

Γ. Α. Παπανδρέου στη συζήτηση στη Βουλή για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ (5/5/2011)

Διαβάστε τι έγινε στην ελληνική οικονομία το 1843, συγκρίνετε το με το σήμερα και θα αντιληφθείτε τι συμβαίνει στην παγκόσμια και στην ελληνική ιστορία, ανεξαρτήτως εποχών, προσώπων και ονομάτων. Η σύγκριση, μόνο ανατριχίλα μπορεί να προκαλέσει. Έχουμε και λέμε:

Το καλοκαίρι του 1843, η Ελλάδα έπρεπε να καταβάλει στις τράπεζες της Ευρώπης τα τοκοχρεολύσια παλιότερων δανείων που είχε πάρει η χώρα. Δυστυχώς τα λεφτά δεν είχαν πάει σε υποδομές που θα βοηθούσαν την κατεστραμμένη ελληνική οικονομία, αλλά είχαν σπαταληθεί στους εμφυλίους της επανάστασης και στα λούσα του παλατιού και των Βαυαρών συμβούλων του στέμματος. (Σας θυμίζει τίποτα;)

Οι τόκοι που έπρεπε να καταβάλλονται κάθε χρόνο ήταν 7 εκατομμύρια δραχμές και ισοδυναμούσαν με το μισό των συνολικών εσόδων του ελληνικού κράτους που έφταναν μετά βίας τα 14 εκατομμύρια ετησίως. Στην πραγματικότητα, με την καταβολή των τόκων δεν περίσσευε τίποτα να επενδυθεί προς όφελος του ελληνικού λαού. (Αυτό μήπως;)

Την άνοιξη του 1843, η κυβέρνηση παίρνει μέτρα λιτότητας, τα οποία όμως δεν αποδίδουν τόσο ώστε να συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα για την ετήσια δόση χρήματα. Έτσι, τον Ιούνιο του 1843, η ελληνική κυβέρνηση ενημερώνει τις ξένες κυβερνήσεις ότι αδυνατεί να καταβάλει το ποσό που χρωστάει και ζητά νέο δάνειο από τις μεγάλες δυνάμεις, ώστε να αποπληρώσει τα παλιά. Αυτές αρνούνται κατηγορηματικά. (Βρε κάτι συμπτώσεις…)

Αντί να εγκρίνουν νέο δάνειο, εκπρόσωποι των τριών μεγάλων δυνάμεων (Αγγλία-Γαλλία-Ρωσία) κάνουν μια διάσκεψη στο Λονδίνο για το ελληνικό χρέος και καταλήγουν σε καταδικαστικό πρωτόκολλο. Οι πρεσβευτές των μεγάλων δυνάμεων με το πρωτόκολλο στο χέρι παρουσιάζονται στην ελληνική κυβέρνηση και απαιτούν την ικανοποίησή του. Αρχίζουν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη και μετά από έναν μήνα υπογράφουν μνημόνιο (!), σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα πρέπει να πάρει μέτρα ώστε να εξοικονομήσει μέσα στους επόμενους μήνες το αστρονομικό επιπλέον ποσό των 3,6 εκατομμυρίων δραχμών, που θα δοθούν στους δανειστές της. (Πάμε πάλι απ’ την αρχή. Σας θυμίζει τίποτα;)

Για να είναι σίγουροι ότι το μνημόνιο θα εφαρμοστεί κατά γράμμα, οι πρεσβευτές απαιτούν να παραβρίσκονται στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου που θα εγκρίνει τα μέτρα και να παίρνουν ανά μήνα λεπτομερή κατάσταση της πορείας εφαρμογής τους, αλλά και των ποσών που εισπράττονται. (Τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει…)

Για να μην πολυλογώ, σας αναφέρω τα βασικά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση μέσα στο 1843 σε εφαρμογή του τότε μνημονίου. Κάθε ομοιότητα με την εποχή μας είναι εντελώς τυχαία και πέραν των προθέσεων του ιστορικού:

1. Απολύθηκε το ένα τρίτο των Δημοσίων υπαλλήλων και μειώθηκαν 20% οι μισθοί όσων παρέμειναν.

2. Σταμάτησε η χορήγηση συντάξεων, που τότε δεν δίνονταν στο σύνολο του πληθυσμού, αλλά σε ειδικές κατηγορίες.

3. Μειώθηκαν κατά 60% οι στρατιωτικές δαπάνες, μειώθηκε δραστικά ο αριθμός των ένστολων και αντί για μισθό οι στρατιωτικοί έπαιρναν χωράφια.

4. Επιβλήθηκε προκαταβολή στην είσπραξη του φόρου εισοδήματος και της “δεκάτης”, που ήταν ο φόρος για την αγροτική παραγωγή.

5. Αυξήθηκαν οι δασμοί και οι φόροι χαρτοσήμου.

6. Απολύθηκαν όλοι οι μηχανικοί του Δημοσίου και σταμάτησαν όλα τα δημόσια έργα.

7. Καταργήθηκαν εντελώς όλες οι υγειονομικές υπηρεσίες του κράτους.

8. Απολύθηκαν όλοι οι υπάλληλοι του εθνικού τυπογραφείου, όλοι οι δασονόμοι, οι δασικοί υπάλληλοι και οι μισοί καθηγητές πανεπιστημίου.

9. Καταργήθηκαν όλες οι διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό.

10. Νομιμοποιήθηκαν όλα τα αυθαίρετα κτίσματα και οι καταπατημένες “εθνικές γαίες” με την πληρωμή προστίμων νομιμοποίησης.

11. Περαιώθηκαν συνοπτικά όλες οι εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις με την καταβολή εφάπαξ ποσού.

Δεν είναι ανατριχιαστικά όμοια με την εποχή μας; Είδατε που οι οικονομικές συνταγές λιτότητας είναι σαν το παλιό καλό κρασί; Ίδιες, αιώνιες, ανυπόφορες. Κι επειδή ξέρω ότι θα ρωτήσετε “τι πέτυχαν με όλα αυτά;”, σας απαντώ:

Ο κόσμος εξαθλιώθηκε για μεγάλο διάστημα, οι ξένοι πήραν ένα μέρος των χρημάτων τους, η χώρα είδε κι έπαθε να συνέλθει, αλλά φαλίρισε ξανά μετά από πενήντα ακριβώς χρόνια, με το “Κύριοι, δυστυχώς επτωχεύσαμεν” του Χαριλάου Τρικούπη το 1893.

Πάντως, το συγκεκριμένο μνημόνιο του 1843, από πολλούς ιστορικούς θεωρείται μία από τις σοβαρότερες αφορμές για το ξέσπασμα της επανάστασης της 3ης Σεπτέμβρη 1843, που έφερε Σύνταγμα στη χώρα.

ΔιΠ. Από mail φίλου. Πηγή : http://hellasxg.blogspot.com/2010/10/blog-post_3455.html

Ο Ρώσος επικός

(100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ)

Τον αποκάλεσαν «γίγαντα», «τιτάνα» κι έναν από τους μεγαλύτερους κλασικούς όλων των εποχών. Το μαρτυρούν τα εκατομμύρια των αναγνωστών του σε ολόκληρο τον κόσμο.

Κάθε χρόνο 150.000 άνθρωποι επισκέπτονται το σπίτι του στην Γιάσναγια Πολιάνα, ενώ οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποι της νεωτερικότητας στη λογοτεχνία –ο Τσέχωφ, ο Μαρσέλ Προυστ, ο Τόμας Μαν, ο Τζέιμς Τζόις, η Βιτρτζίνια Γουλφ– τον θεωρούσαν δάσκαλό τους.

Ο Λέων Τολστόι δεν τιμήθηκε με Νομπέλ, αλλά ήταν εκείνος που κυριολεκτικά αναβάθμισε τον ρόλο του συγγραφέα στην εποχή των μεγάλων πολιτισμικών αλλαγών του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου.

Στις 7 Νοεμβρίου συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου αυτού

Ο Τολστόι στο γραφείο του (1870)

πνευματικού δάσκαλου (7.11.1910), που η σημασία του δεν περιορίζεται στα λογοτεχνικά του έργα, γιατί ο Τολστόι, από τα μισά της ζωής του ασχολήθηκε με τα θεμελιώδη ζητήματα της κοινωνίας, της παιδείας, της θρησκείας και της τέχνης και το κήρυγμά του επηρέασε στοχαστές και πολιτικούς όπως ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Σήμερα βρίσκουμε οπαδούς του στα ειρηνιστικά και περιβαλλοντικά κινήματα και στους χριστιανούς αναρχικούς.

Ανάμεσα στους διάσημους ανθρώπους της λογοτεχνίας τους τέλους του 19ου αιώνα, δεν υπήρξε ίσως πιο ορμητικός, πιο θερμός, πιο παθιασμένος οπαδός του «καλού» από τον Τολστόι στον χώρο των ιδεών, με συνεχή έμπρακτη παρουσία, εκφράζοντας, στη διαπλοκή διαφωτισμού και ρομαντισμού, με τα ατέλειωτα σε όγκο γραπτά του –90 τόμοι είναι τα άπαντά του στα ρωσικά–, τις τρομακτικές αντιφάσεις του πολιτισμού, της θρησκείας, της τέχνης και του εαυτού του.

Η ίδια η ζωή του ήταν σαν μυθιστόρημα. Γόνος παλιά αριστοκρατικής οικογένειας και εγγονός του πρίγκηπα Βολκόνσκι, ο κόμης Λέων Τολστόι γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου του 1828 στο τεράστιο κτήμα της Γιάσναγια Πολιάνα που είχε στην κατοχή της η μητέρα του.

Ορφανός από μάνα αμέσως μετά τη γέννησή του και λίγο αργότερα από πατέρα, μεγαλωμένος με μεγάλη φροντίδα από τις θείες που τον λάτρευαν, πήγε για σπουδές ανατολικών γλωσσών στο Πανεπιστήμιο του Καζάν, με στόχο να γίνει διπλωμάτης, κι εκεί έμαθε αραβικά και τουρκικά, ενώ θα συνεχίσει με σπουδές νομικών, χωρίς όμως να πάρει δίπλωμα.

Πηγαίνει στην Αγία Πετρούπολη για να συνεχίσει τις σπουδές του και μετά στη Μόσχα. Έχει ήδη κληρονομήσει το μερίδιό του από το κτήμα της Γιάσναγια Πολιάνα. Ατίθασος και ανήσυχος, περνά τα φοιτητικά του χρόνια με ασωτίες, γλέντια, χαρτοπαιξία και χρέη, που θα εξοφλήσει πουλώντας μέρος της κληρονομιάς του.

Ψάχνοντας για έναν καλύτερο τρόπο ζωής θα αυτοεξοριστεί στον Καύκασο ακολουθώντας τον αδελφό του για να υπηρετήσει στο στρατό, και αργότερα, χάρη στις υψηλές γνωριμίες του, θα μετατεθεί στη Σεβαστούπολη ως ανθυπολοχαγός, όπου θα συμμετάσχει στον πόλεμο της Κριμαίας. Όμως ήδη τα χρόνια αυτά, 1852-1856, γράφει τα πρώτα του αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα, την τριλογία του με τίτλο Παιδική ηλικία και τις Ιστορίες της Σεβαστούπολης, που θα του χαρίσουν αμέσως τη φήμη.

Το 1855, αφήνει οριστικά τη στρατιωτική ζωή και αφιερώνεται ολόψυχα στη λογοτεχνία, φεύγοντας για την Αγία Πετρούπολη. Εκεί τον φιλοξενεί στο σπίτι του ο ήδη σπουδαίος Τουργκένιεφ με τον οποίο θα συνδεθούν πολύ, αλλά αργότερα θα συγκρουστούν: «τρωγλοδύτη» τον ονόμασε ο Τουργκένιεφ για τους βάναυσους τρόπους του. Ύστερα από 17 χρόνια ο Τολστόι θα του ζητήσει συγγνώμη.

Το 1856, σε ηλικία 26 χρονών, θα εγκατασταθεί στη Γιάσναγια Πολιάνα. Προτείνει στους δουλοπάροικους του κτήματος να τους νοικιάσει τη γη για 30 χρόνια, με τη προοπτική να τους παραχωρηθεί ολοκληρωτικά. Εκείνοι όμως την αρνούνται από δυσπιστία.

Δύο μεγάλα ταξίδια στην Ευρώπη, το 1857 και το 1860-1861, του ανοίγουν νέους

Στη Γιάσναγια Πολιάνα το 1908

πνευματικούς ορίζοντες. Επηρεάζεται σοβαρά από τις ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και ειδικότερα από τον Ζαν Ζακ Ρουσό. Οι απόψεις του για την εκπαίδευση, αλλά και για τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής του, είναι παρόμοιες με αυτές των Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών, γεγονός που τον φέρνει σε σύγκρουση με τους παραδοσιακούς κύκλους των Ρώσων διανοουμένων και κυρίως με τον Τουργκένιεφ. Μάλιστα, όταν στις 13 Φεβρουαρίου του 1861 θα δημοσιευθεί ο νόμος για την κατάργηση του θεσμού της δουλοπαροικίας, ο Τολστόι θα προχωρήσει στην παραχώρηση γης στους χωρικούς της Γιάσναγια Πολιάνα και στη λειτουργία σχολείου στο κτήμα του με το σύνθημα ¨Κάνε ό,τι θες», γεγονότα που θα εξαγριώσουν τους γαιοκτήμονες της περιοχής.

Το 1862 θα εκδώσει μια μηνιαία εκπαιδευτική επιθεώρηση που έχει τίτλο Γιάσναγια Πολιάνα. Οι θέσεις του τον καθιστούν πρόσωπο επικίνδυνο, τόσο για την αριστοκρατία της γης όσο και για το τσαρικό καθεστώς. Την ίδια χρονιά ερωτεύεται την κατά πολύ νεότερή του Σόνια Μπερνς. Το ζευγάρι παντρεύεται στη Μόσχα και αναχωρεί αμέσως για τη Γιάσναγια Πολιάνα.

Εκεί, στην πατρική γη, ο Τολστόι θα ξεκινήσει μια νέα ζωή, οικογενειακή και πολύ δημιουργική ταυτόχρονα, στο λογοτεχνικό τομέα, καθώς στην περίοδο αυτή της ζωής του, μεταξύ 1861 και 1881, θα δώσει το σημαντικότερο λογοτεχνικό του έργο. Αρχίζει το 1863 με τα θεατρικά έργα Μηδενιστής και Μολυσμένη οικογένεια, τα οποία συνιστούν μια καυστική σάτιρα τόσο του μηδενισμού όσο και του φεμινισμού. Στις 27 Ιουνίου 1863 έρχεται στον κόσμο το πρώτο αγόρι της οικογένειας, ενώ αρχίζει η συγγραφή του μεγάλου έργου Πόλεμος και Ειρήνη, που αναφέρεται στους ευρωπαϊκούς πολέμους των αρχών του αιώνα και θα είναι ασφαλώς η κορυφαία δημιουργία του Τολστόι.

Το Πόλεμος και Ειρήνη είναι ασφαλώς και το κορυφαίο έργο του ευρωπαϊκού ρεαλισμού. Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει σε έναν πρόλογό του ότι δεν πρόκειται για μυθιστόρημα ούτε για ιστορικό χρονικό. Αλλά πρόκειται για μια προσπάθεια έκφρασης του ανθρώπινου πεπρωμένου και των αιώνιων νόμων που εξουσιάζουν το Σύμπαν.

Μέχρι το 1872 ο Λέων και η Σόνια Τολστόι θα αποκτήσουν έξι παιδιά ενώ ο συγγραφέας μαθαίνει αρχαία ελληνικά και αρχίζει να γράφει το 1873 την Άννα Καρένινα. Το μυθιστόρημα αυτό είναι ένα έργο-σταθμός στη συγγραφική πορεία του Τολστόι. Από δω αρχίζει η μεταστροφή του προς τη θρησκεία και παγιώνονται οι αντιλήψεις του για τη χριστιανική αυταπάρνηση και εγκαρτέρηση που είναι η μόνη προτεινόμενη λύση στην αθλιότητα αυτού του κόσμου. Αυτή την αντίληψη θέλει να υπηρετήσει και η αμείλικτη κριτική που κάνει στην κοινωνία και τις δομές της. Βέβαια η αφετηρία της κριτικής του δεν μειώνει στο ελάχιστο ούτε τη σημασία, ούτε τα δύναμή της (πράγμα που γνώριζε καλά η τσαρική εξουσία γι’ αυτό και λογόκρινε ή εμπόδιζε την κυκλοφορία των έργων του Τολστόι).

Έτσι, στο επόμενο μεγάλο μυθιστόρημά του, στην Ανάσταση, βρίσκουμε στο back-ground της ιστορίας του Πρίγκιπα Μεχλιούντωφ και της πόρνης Μάσλοβα την καταγγελία της τσαρικής Ρωσίας, καθώς αναδεικνύεται όλο το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης και καταπίεσης από τα σαλόνια των ανωτέρων αξιωματούχων, τα δικαστήρια που εξετάζουν τον τύπο και όχι την ουσία ως τον τελευταίο δεσμοφύλακα. Ενώ παράλληλα οι χαρακτήρες των βασικών ηρώων του υπηρετούν την ιδεολογική του θέση, είναι φορείς της αλτρουϊστικής ηθικής, της καρτερικής υποταγής στη μοίρα. Η Ανάσταση, λόγω της αυστηρής κριτικής του για την επίσημη εκκλησία θα προκαλέσει, το 1900, τον αφορισμό του. Όμως ήδη έχει τους δικούς του πιστούς, ανά τη Ρωσία, τους «τολστοϊστές».

Τον Τολστόι δεν τον απασχολεί τόση η μεταφυσική πλευρά του ανθρώπου, όσο και η κυρίως μοίρα του πάνω στη γη. Γι’ αυτό και οι κοινωνικοί προβληματισμοί είναι εντονότατοι στα έργα του. Στο Χόλστομερ, όταν αφηγείται τη ζωή ενός αλόγου, ουσιαστικά κάνει μια πραγματεία πάνω στο πρόβλημα: ιδιοκτησία-εξουσία. Η τελεσίδικη καταδίκη αυτών των θεσμών πηγάζει από τη θέση του συγγραφέα πως αυτοί παραβιάζουν απροκάλυπτα τους φυσικούς νόμους και φέρνουν μόνο την καταπίεση και τη δυστυχία.

Ο Τολστόι έθετε τα πιο ουσιαστικά ερωτήματα για την κοινωνία της εποχής του και έδινε τις δικές του απαντήσεις, αφού προηγουμένως είχε διανύσει μακρύ δρόμο έρευνας και αναζήτησης. Όμως η ταραγμένη και αντιφατική περίοδος που έζησε –εποχή μεγάλων ανατροπών και ανακατατάξεων για τη Ρωσία όπου σπάνε οι παλιές φεουδαρχικές οικονομικές σχέσεις και μαζί μ’ αυτές και οι πατροπαράδοτες αξίες και θεσμοί ζωής– και οι καταβολές του, δεν μπορούσαν παρά να αφήσουν τα σημάδια τους στη ζωή και το έργο του. Έτσι ο Τολστόι είναι ο κόμης με τη φορεσιά του μουζίκου, είναι ο ακούραστος ερευνητής της αλήθειας με την παθητική ανατολίτικη νοοτροπία.

Είναι ο μεγάλος λογοτέχνης που θεωρούσε τη λογοτεχνία «σκουπίδια». Είναι ο αντιδραστικός φιλόσοφος που πρεσβεύει ένα πρωτόγονο ουτοπικό σοσιαλισμό. Είναι το ανήσυχο πνεύμα ενός ανήσυχου καιρού.

Είναι ο κόμης Λέων Νικολάγεβιτς Τολστόι.

Κική Σακκά

Γιάννης Ρέντζος

Πανεπιστημιακός διδάσκων, εκλεγείς δημοτικός σύμβουλος

Εικόνα 1. Επάνω αριστερά. Μεγεθυσμένη και επιχρωματισμένη απόδοση του αρχικού σκίτσου του Αλή Ντίνο Μπέη στο γραφείο του συντάκτη του παρόντος.

Απρόσμενα και μάλιστα λίγες εβδομάδες πριν από την εκδήλωση για το σκιτσογράφο Αλή Ντίνο Μπέη (1890-1938), στις 27 Νοεμβρίου 2010 στο πολιτιστικό κέντρο (Όαση), ένα σκίτσο του πρεβεζάνου καλλιτέχνη μας και πολιτικού αναδύθηκε ως ευμέγεθες τοιχογράφημα σε κεντρικό σημείο της πόλης, στην Οδό Χρίστου Κοντού 29, όπου παραμένει ακόμα. Καλύπτει, ως πανό σε μουσαμά, μέρος της ανατολικής πλευράς της κατοικίας του γράφοντος από την πλευρά του γραφείου (βλ. εικόνα 1, επάνω αριστερά). Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε ως εκλογικό γραφείο του γράφοντος κατά τη διάρκεια της πρόσφατης αυτοδιοικητικής προεκλογικής περιόδου.

Στο άρθρο αυτό δίνουμε μερικά σχετικά στοιχεία αφού μάλιστα, όπως πληροφορηθήκαμε, το έργο, σε πρωτογενή μορφή, δεν φαίνεται να σώζεται στη συλλογή των έργων του πρεβεζάνου δημιουργού.

Το σκίτσο σε ασπρόμαυρη εκτέλεση είχε δημοσιευθεί στις 25 Δεκεμβρίου 1930, Χριστούγεννα, ημέρα Πέμπτη, στην τοπική εφημερίδα «Το Βήμα Πρεβέζης» του εκδότη Νικήτα Ι. Τσουτσάνη, και καταλάμβανε σχεδόν το άνω ήμισυ της πρώτης σελίδας (βλ. εικόνα 2). Έχει τίτλο «Οι μάγοι με τα δώρα», συνοδεύεται από ένα στιχούργημα σε τέσσερις στροφές και είναι ενυπόγραφο (ΝΤΙΝΟ).

Εικόνα 2. Η πρώτη σελίδα της εφημερίδας «Το Βήμα Πρεβέζης» με το σκίτσο του Αλί Ντίνο Μπέη.

Στο σκίτσο εικονίζεται αριστερά ως φασκιωμένο μωρό η πόλη μας και, σαν «τρεις μάγοι με τα δώρα», που συνδέονται με την εορταστική επικαιρότητα, αναπαρίστανται τρεις επιφανείς Πρεβεζάνοι της εποχής για τους οποίους ο καλλιτέχνης εκτίμησε πως δεν χρειάστηκε επεξήγηση για να αναγνωρισθούν. Αυτοί προσεγγίζουν το μωρό-Πρέβεζα βαδίζοντας προς τα αριστερά. Είναι ο δήμαρχος Ιωάννης Μ. Ρέντζος, που μεταφέρει νερό με ποτιστήρι και ένα δοχείο (τενεκέ), ο γυμνασιάρχης Χρίστος Κοντός που κρατάει μια γλάστρα με ηλίανθο (ήλιο) και ο δικηγόρος του δημάρχου και νομικός σύμβουλος του Δήμου Ευάγγελος Αλεξανδρής. Ο τελευταίος κρατάει το ανώτερο μέρος από σκάφανδρο και μια τροχαλία (έναν ναυτιλιακό «μακαρά»). Το νερό υποτίθεται πως έρχεται από το Παλιόκαστρο, την Νικόπολη, ή και βορειότερα. Έτσι όπως είναι διατεταγμένες οι μορφές του σκίτσου επιτρέπουν την αντιστοίχιση τους με κάθε μια από τις τέσσερις αλληλοδιάδοχες στροφές.

Το στιχούργημα, που το παραθέτουμε, μας επιτρέπει να αντιληφθούμε καλύτερα κάποιες λεπτομέρειες του σκίτσου. (Έχουμε τροποποιήσει ελαφρά την ορθογραφία, λόγω του νεότερου μονοτονικού που ακολουθούμε).

ΠΡΕΒΕΖΑ

Μπεμπέκα εκατόχρονη

με λάσπες φασκιωμένη

τους μάγους βλέπει πού ’ρχονται

με δώρα φορτωμένοι.

Α΄ ΜΑΓΟΣ

Του Παλιοκάστρου το νερό

Με τενεκέ σου φέρω

Και ποτιστήρι τρυπητό

Γι’ αντλία σου προσφέρω.

Β΄ ΜΑΓΟΣ

Αφού δεν επρονόησαν

νάν’ το σχολείο ευήλιο

στη γλάστρα έρχομαι κι εγώ

και σου προσφέρω ήλιο.

Γ΄ ΜΑΓΟΣ

Αφού μπατάρανε λεφτά

κι ογκόλιθοι, στη θάλασσα

πάρε, μικρή μου, μακαρά

και σκάφανδρο και βγάλετα.

Από ιταλική επιχείρηση κεραμικών ζητήθηκε να γίνει μια προκαταρκτική κοστολόγηση για να αναπαραχθεί το σκίτσο σε μία μοναδική σειρά πλακιδίων (για τα οποία χρησιμοποιείται σε ιδιαίτερες διακοσμητικές επικαλύψεις ο πορτογαλικός όρος «αζουλέζος» – Azulejo – Azulexo). Η ιδέα ήταν να καλυφθεί η ανατολική πλευρά της αναφερόμενης εδώ κατοικίας. Η επιχείρηση δεν απάντησε ακόμα, οπότε δεν χρειάστηκε να τεθεί το ζήτημα στην οικογένεια του δημιουργού (για μια τυπική ή «τιμητική» άδεια, ή την παραχώρηση μιας καλύτερης εκδοχής του σκίτσου, από την κυρία Σαφέτ Μαυρομάτη), την καθηγήτρια κ. Μαρίνα Βρέλλη (που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το έργο του πρεβεζάνου δημιουργού), το Δήμο Πρέβεζας (για θέματα πολεοδομίας ή αίτηση «σκέπης»), το ίδρυμα «Ακτία Νικόπολις» και τον «Πολιτιστικό Σύλλογο Πρέβεζα» (για πτυχές που ενδεχομένως θα αφορούσαν τους δυο τελευταίους φορείς).

Η συμμετοχή του γράφοντος στις τελευταίες δημοτικές εκλογές (7 Νοεμβρίου 2010) επιτάχυνε τα πράγματα, ως προς την ανάδειξη του σκίτσου μέσα στο πλαίσιο που προέκυπτε 1) αφού το εκλογικό γραφείο ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του δημάρχου παππού του γράφοντος και 2) από τη δυνατότητα της απεικόνισης του γυμνασιάρχη Χρίστου Κοντού στο κέντρο της φερώνυμης οδού. Ας επισημάνουμε πως η επιχρωματισμένη απόδοση του σχεδίου, που έγινε με τις συνήθεις τεχνικές που χρησιμοποιεί ο γράφων στα διδακτικά του καθήκοντα, γυρίζει τη φορά κίνησης των απεικονιζομένων Πρεβεζάνων, προς τα δεξιά, ώστε να μην απομακρύνονται με την πλάτη γυρισμένη στο θεατή κάτω στο δρόμο. Ήταν μια αυθαιρεσία που επιβλήθηκε από τις συνθήκες θέασης του έργου. Με τον τρόπο αυτό το μωρό-Πρέβεζα καθίσταται ευδιάκριτο και η λέξη «ΠΡΕΒΕΖΑ» ευανάγνωστη.

Εικόνα 3. Το σκίτσο όπως αποδόθηκε (με επιχρωμάτιση) και αντιστροφή της πορείας των «τριών μάγων» προς το θεατή στο δρόμο (Χρίστου Κοντού).

Για την ιστορία χρειάζεται να σημειώσουμε εδώ πως οι δύο πρώτοι άνδρες του σκίτσου, ο Ιωάννης Μ. Ρέντζος και ο Χρίστος Κοντός δεν (θα πρέπει να) είχαν άριστες σχέσεις. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο η αντιπαλότητα ήταν πολιτική αφού ο μεν δήμαρχος ήταν βασιλόφρων ενώ ο γυμνασιάρχης αριστερός. Πάντως η οικογένεια Ρέντζου δεν είχε συγχωρέσει το Χρίστο Κοντό επειδή συμπεριφερόταν με ιδιαίτερη αυστηρότητα στην μικρή τους κόρη Μαρία Ρέντζου, μαθήτριά του στο γυμνάσιο. Το κορίτσι αυτό (θεία του γράφοντος) έχασε τη ζωή του λίγα χρόνια μετά την αποφοίτηση από το σχολείο, πράγμα που άφησε μεγάλη πίκρα στην οικογένειά του και μάλιστα δεν την αποσυνέδεσε από την κατάσταση καταπίεσης στο σχολείο.

Υπάρχουν δύο τουλάχιστον πιθανά ενδεχόμενα ερμηνείας: Ο γυμνασιάρχης έκανε ως διδάσκων κατάχρηση της θέσης του κατηχώντας προοδευτικά (indoctrination) τα παιδιά με ανάλογη αντίδραση μερικών παιδιών ή απλά ήταν ζήτημα χαμηλής επιδόσεως και βαθμολογίας που ερμηνευόταν ως «δε με χωνεύει». Ο γράφων, επαγγελματικά και κοινωνικά πιο κοντά στον γυμνασιάρχη παρά στο δήμαρχο, δεν πήρε ποτέ –ελλείψει αντικειμενικών πληροφοριών– θέση στο ζήτημα. Η ζωή όμως έφερε κοντά με τραγικό τρόπο τον Κοντό και την οικογένεια Ρέντζου. Στα γεγονότα της Παργινόσκαλας μαζί με τον Κοντό εκτελέστηκε και ο αδελφός της Μαρίας Μιχάλης καθώς και δυο εξαδέλφια τους. Η ανάρτηση του έργου του Αλή Ντίνο Μπέη στο εκλογικό γραφείο του Γιάννη Ρέντζου ήταν μια επιβαλλόμενη απόδοση τιμής στα πρεβεζάνικα ονόματα που βρίσκονται συνδεδεμένα με το έργο αυτό.

Πόλη μικρή. Μυστικά μεγάλα.

30 χρόνια από το θάνατό του/ 45 χρόνια Ακυβέρνητες Πολιτείες

30 χρόνια από το θάνατο του κορυφαίου λογοτέχνη {27 Ιανουαρίου 1980} και 45 χρόνια από την ολοκλήρωση της τριλογίας του Ακυβέρνητες Πολιτείες που θεωρείται το σημαντικότερο έργο του, συμπληρώνονται φέτος.

Ο Γιάννης Χατζηανδρέας, που έμελλε να τιμήσει τα ελληνικά γράμματα με το όνομα Στρατής Τσίρκας, γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1911, στο Κάϊρο- τη μεγαλύτερη πρωτεύουσα της Αφρικής, μ’ έναν από τους πιο πολυάριθμους πληθυσμούς του κόσμου- στον αραπομαχαλά του Μααρούφ. Ένα σπίτι παλιωμένο απ’ το χρόνο, τις υγρασίες της ομίχλης και τις σκόνες του καυτερού καλοκαιριού.  Τα πρώτα σκιρτήματα των αισθήσεων, στο θαμπό φως των ανήλιαγων δωματίων την ημέρα και το πορτοκαλί της λάμπας πετρελαίου τη νύχτα.

Μοίρασε τη ζωή του- όση δεν του’ κλεψε ο σκληρός βιοπορισμός- στην τέχνη και στους κοινωνικούς αγώνες.

Από τα πρώτα νεανικά του χρόνια, μόλις αποφοίτησε από την Αμπέτειο Σχολή {εμπορικό τμήμα},- μια μικρογραφία της καπιταλιστικής κοινωνίας που διαπότιζε έντονα, με τις αντιθέσεις της, την καθημερινή ζωή του μαθητόκοσμου-, αναγκάστηκε να δουλέψει σε εκκοκκιστήριο βάμβακος ως λογιστής και κατόπιν διευθυντής του εργοστασίου στην Άνω Αίγυπτο,όπου πέρασε μια δεκαετία. Από τα πρώτα νεανικά του χρόνια επίσης, διάβαζε άπληστα.  Μια ολόκληρη στερημένη παιδική ζωή τον έχει προετοιμάσει, απ’ τις πρώτες κιόλας στιγμές της εφηβείας του, να δεχτεί γόνιμα στις φλέβες του τη σπορά απ’ τα επαναστατικά, ιδεολογικά, αγωνιστικά μηνύματα των συγγραφέων και φιλοσόφων της εποχής του, που κυριαρχούν ακόμα στην πολιτική και πνευματική ζωή του κόσμου.

Το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», η «Μάνα» του Γκόρκι.

Tα αντιπολεμικά: «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι, «Φωτιά» του Μπαρμπύς, «Ξύλινοι σταυροί» του Ντορζελές.

Και τα ελληνικά: «Η Ζωή εν Τάφω» του Μυριβήλη, «Το Νούμερο…» του Βενέζη, η «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα. Οι ειρηνιστές Μπερτράν Ράσσελ, Ζολιό-Κιουρί, ο ουμανισμός του Ουναμούνο, του Αϊνστάιν, η ποίηση του Μαγιακόφσι, του Αραγκόν, του Ελυάρ, του Λόρκα.

Κι ένας λαός σκλάβος των βρετανικών λεόντων, που αγωνίζεται να ξεφύγει απ’ τα νύχια που τον ματώνουν.

Και τα μιλλιούνια των ξυπόλυτων φελλάχων κι εργατών που οι ντόπιοι και ξένοι πλουτοκράτες τους στύβουν τον ιδρώτα…

Άρχισε να δημοσιεύει σε περιοδικά της Αιγύπτου και της Ελλάδας ποιητικές μεταφράσεις και μικρά κείμενά του.

Στην Αλεξάνδρεια όπου κατεβαίνει για διακοπές, έρχεται σε επαφή με  τον κόσμο των γραμμάτων {το 1930 γνώρισε και τον Καβάφη}, καθώς και με τους κύκλους των κομμουνιστών, χώρο και στον οποίο εντάσσεται.

Το 1937 παντρεύεται την Αντιγόνη Κερασσώτη. Το γαμήλιο ταξίδι στην Ευρώπη της ναζιστικής επιβολής και του Ισπανικού Εμφυλίου, αλλά και του γαλλικού Λαϊκού Μετώπου, θα τον γεμίσει παραστάσεις αναγνωρίσιμες σ’όλο το έργο του.

Στο Παρίσι λαμβάνει μέρος στο Β΄Διεθνές Συνέδριο των Συγγραφέων για την Υπεράσπιση της Κουλτούρας εναντίον του Φασισμού, όπου γράφει τον περίφημο Όρκο ζωής στον δολοφονημένο Λόρκα, που απαγγέλει ο Αραγκόν και υπογράφουν όλοι οι σύνεδροι.

Από το 1938 και ως την οριστική του εγκατάσταση στην Ελλάδα {1963}, διευθύνει βυρσοδεψείο στην Αλεξάνδρεια.

Το 1937 εκδίδει τους Φελλάχους, ποιήματα εμπνευσμένα από την εμπειρία του στην Άνω Αίγυπτο. Το 1938, Το Λυρικό Ταξίδι, και το 1944, την πρώτη συλλογή διηγημάτων Αλλόκοτοι Άνθρωποι. Ο Προτελευταίος Αποχαιρετισμός και το Ισπανικό Ορατόριο {1946} θα είναι και ο αποχαιρετισμός του στην ποίηση. Θα ασχοληθεί εφεξής με την πεζογραφία και το δοκίμιο.

Στη διάρκεια του πολέμου, διοχετεύει τη δράση του στην οργάνωση του Κομμουνιστικού Κόμματος {Αντιφασιστική Πρωτοπορία} και στον ευρύτερο χώρο του Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου {ΕΑΣ}, όπως και στη σύνταξη του περιοδικού Έλλην, και σε παράνομα φύλλα. Ο Τσίρκας αρθρογραφώντας χρησιμοποιεί συχνά το ψευδώνυμο Λούκης Αράπης.  Τον Ιούνιο του 1942 εγκαταλείπει την Αλεξάνδρεια με τη γυναίκα του Αντιγόνη, όταν ο Ρόμμελ απειλούσε την πόλη. Στην Παλαιστίνη, όπου καταφεύγει θα του δοθούν τα πρώτα ερεθίσματα για το πρώτο μέρος της τριλογίας του: «Η Λέσχη».

Το κίνημα του Απρίλη του 1944- η εξέγερση του Στρατού και του Στόλου- και η δραματική καταστολή του, γεγονότα που τα έζησε από μέσα, θα είναι μια τραυματική εμπειρία, η οποία θα στοιχειώνει το μεταγενέστερο έργο του, από τη συλλογή Ο Απρίλης είναι πιο σκληρός {1947} ως τη λυτρωτική κατάθεσή της στον τρίτο τόμο της τριλογίας.

Μετά τον πόλεμο, εκδίδει σειρές διηγημάτων, δημοσιεύει λογοτεχνικά κείμενα και άρθρα, εκτενή μελέτη για τον Δημοσθένη Βουτυρά στην Αλεξανδρινή Λογοτεχνία το 1948 και στο ίδιο περιοδικό, το 1950, για τον Νίκο Νικολαϊδη τον Κύπριο συγγραφέα που θεωρούσε δάσκαλό του.

Το 1956, στη διάρκεια της κρίσης του Σουέζ, ύστερα από την εθνικοποίηση της διώρυγας, γράφει «με μιαν ανάσα» τη νουβέλα Νουρεντίν Μπόμπα, θερμή συνηγορία για τους αγώνες του αιγυπτιακού λαού.

Ύστερα από πολύμοχθη έρευνα, το 1958 εκδίδει το βιβλίο του Ο Καβάφης και η Εποχή του {κρατικό βραβείο βιογραφίας}, που τάραξε τα νερά και έδωσε νέα κατεύθυνση στις καβαφικές μελέτες.  Αλλά και με τη συνεισφορά του στο τιμητικό αφιέρωμα Για τον Σεφέρη {1961}, «Μια άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώματος, β’», άνοιξε ορίζοντες για μιαν άλλη προσέγγιση του σεφερικού έργου.

Το 1961 εκδίδει τη Λέσχη, πρώτο τόμο των Ακυβέρνητων Πολιτειών. Τον γενικό αυτό τίτλο στη τριλογία του Τσίρκα, έδωσαν οι στίχοι που ανήκουν στη συλλογή του Γ.Σεφέρη Ημερολόγιο Καταστρώματος,β΄: «Ιερουσαλήμ, ακυβέρνητη πολιτεία,/ Ιερουσαλήμ, πολιτεία της προσφυγιάς»,η οποία γράφτηκε την περίοδο του πολέμου στη Μέση Ανατολή.

Η Λέσχη θα του κοστίσει τη διαγραφή του από την οργάνωση των Ελλήνων  κομμουνιστών της Αιγύπτου για την τόλμη του να καταγγείλει νοοτροπίες και συμπεριφορές ηγετικών στελεχών του αριστερού κινήματος που ευτελίζουν ιδανικά και αγώνες.

Το 1962 κυκλοφορεί ο δεύτερος τόμος της τριλογίας του Αριάγνη. Μετά την εγκατάστασή του στην Ελλάδα το 1963, ασχολείται με τη συγγραφή του τρίτου τόμου, της Νυχτερίδας, που θα εκδοθεί το 1965.

Η τριλογία του Τσίρκα τοποθετείται στο χώρο της Μέσης Ανατολής στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο πρώτος τόμος διαδραματίζεται στο χώρο της Ιερουσαλήμ, ο δεύτερος στο Κάιρο και ο τρίτος στην Αλεξάνδρεια.

Δημοσιεύει κείμενα, κυρίως στην Επιθεώρηση Τέχνης, ενώ ασχολείται παράλληλα με την κριτική βιβλίου και το κοινωνικό ρεπορτάζ στον Ταχυδρόμο.

Στη διάρκεια της δικτατορίας , αναλαμβάνει καθοδηγητικό ρόλο στο Πατριωτικό Μέτωπο {ΠΑΜ} και, μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, εντάσσεται στο ΚΚΕ Εσωτερικού.  Εκπονεί μεταφράσεις σημαντικών έργων και, μετά την άρση της προληπτικής λογοκρισίας, πρωτοστατεί στην αντιδικτατορική έκδοση των18 Κειμένων και των Νέων Κειμένων. Συνεργάζεται επίσης με το αντιδικτατορικό περιοδικό η Συνέχεια.

Το 1972, η γαλλική έκδοση των Ακυβέρνητων Πολιτειών αποσπά το βραβείο του καλύτερου ξένου βιβλίου.

Το 1976 εκδίδεται Η Χαμένη Άνοιξη, το αθηναϊκό μυθιστόρημα, που θα ήταν το πρώτο μέρος μιας άλλης τριλογίας.  Το βιβλίο όμως έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα του Τσίρκα, που πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 1980 στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο.

Ο Στρατής Τσίρκας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εκπρόσωπος της Αιγυπτιώτικης πεζογραφίας- ανάλογη περίπτωση ο Καβάφης για την ποίηση- επειδή μέσα από το έργο του εικονογραφείται η κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή των Ελλήνων της Αιγύπτου, που διαφύλαξαν την πνευματική μας πρωτοπορία και συνέβαλαν στην παραπέρα ανάπτυξή της.

Το πληθωρικό έργο αυτού του προοδευτικού, μαχητικού αντιφασίστα , συγγραφέα εξακολουθεί στις μέρες μας τόσο να κεντρίζει το ενδιαφέρον των μελετητών, όσο και να διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον των αναγνωστών.

Οι «Ακυβέρνητες Πολιτείες», έργο της ωριμότητάς του, κάνουν τομή όχι μόνο στα νεοελληνικά γράμματα { το πρώτο ίσως μη αστικό μυθιστόρημα }, αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία.

Κική Σακκά

«Θα ήθελα να με βλέπετε σαν κάποιον που με τον καιρό εξελίχθηκε σε συγγραφέα, έναν συγγραφέα με τη σειρά του που, με τη βοήθεια τόσο της γνώσης όσο και της επιδεξιότητας που απέκτησε, κατέληξε να επιστρέψει στη ίδια τη γη τη χούφτα τα κουκούτσια που μάζεψε στη ζωή, με την ιδέα ότι νέα σοδειά μπορεί να προκύψει μόνο μέσω της ανανέωσης των διαφορετικών γενεών και των εμπειριών τους, όπως και της ζωντανής σύγκρουσης μεταξύ των έργων του χθες και των έργων του σήμερα.  Είναι από το ίδιο δέντρο που έριξε τα φύλλα του απ’ όπου φυτρώνουν οι καινούργιες φύτρες.» Ζοζέ Σαραμάγκου

Έφυγε στις 18 Ιουνίου σε ηλικία 87 ετών, ο πορτογάλος συγγραφέας και νομπελίστας Ζοζέ Σαραμάγκου.

Άθεος σε ένα έθνος καθολικών.  Κομμουνιστής, ακόμα και σε μια αντικομμουνιστική εποχή.

Απαισιόδοξος, που πίστευε πως αν ο κόσμος τελικά αλλάξει, θα αλλάξει από τον πεσιμισμό και όχι από τους αισιόδοξους.  Αγκάθι στα πλευρά της εξουσίας ή, ίσως, ένας άνθρωπος που ήταν πολύ γέρος για ν’ αλλάξει μυαλό.

Ένας συγγραφέας με ελάχιστη επίσημη μόρφωση, ουσιαστικά αυτοδίδακτος, που άρχιζε ν’ ανθίζει όταν ήταν ήδη κοντά 60 χρόνων, εξερευνώντας τις αλλαγές στην πορτογαλική ταυτότητα και, σε λιγότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, έφτασε να πάρει το Νόμπελ Λογοτεχνίας και να γίνει ένας παράξενος γερο-σοφός προφήτης του μέλλοντος της ανθρωπότητας.

Ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε το 1922 στο χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας. Θα τον έλεγαν Ζοζέ ντε Σούσα, από ένα λάθος, όμως, του μεθυσμένου υπαλλήλου του ληξιαρχείου, καταγράφηκε με το παρατσούκλι του πατέρα του, που σημαίνει αγριοράπανο.  Το περιβάλλον του φαινομενικά καθόλου προνομιακό: απλοί, αγράμματοι άνθρωποι, που δεν διάβαζαν βέβαια ποίηση, αλλά κατάφερναν να τη ζουν στην καθημερινότητά τους. Μετά από δύο χρόνια στο γυμνάσιο, για βιοποριστικούς λόγους, πηγαίνει στην τεχνική σχολή Αφόνσο Ντομίνγκες.  Ευτυχώς για τον συγγραφέα, το πρόγραμμα των μαθημάτων περιλαμβάνει ένα μάθημα λογοτεχνίας. Θα γνωρίσει, έτσι, την ποίηση από τα σχολικά ανθολόγια, μια και δικά του βιβλία θα αποκτήσει στα δεκαεννιά του.  Τελειώνοντας την τεχνική σχολή, ο Σαραμάγκου δούλεψε σε συνεργείο αυτοκινήτων.  Τη μόρφωσή του τη συνέχισε στις δημόσιες βιβλιοθήκες, διαβάζοντας μόνος του, με μόνο οδηγό την περιέργειά του και τη θέληση για μάθηση.

Η πρώτη νουβέλα του, Γη της αμαρτίας, εκδόθηκε το 1947, μεσολάβησαν όμως τριάντα περίπου χρόνια μέχρι την έκδοση του σημαντικότερου μέρους του έργου του.

Ανάμεσα στα πιο γνωστά του μυθιστορήματα είναι: Εγχειρίδιο ζωγραφικής και καλλιγραφίας {1977}, Από τη γη θρεμμένος {1980}, Το χρονικό του μοναστηριού {1983}, Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις {1984}, Η πέτρινη σχεδία {1986}.

Ο πρώτος μεγάλος αφηγηματικός κύκλος του Σαραμάγκου, που αναφέρεται κυρίως στην πορτογαλική ιστορία και τις μεταβολές της πορτογαλικής ταυτότητας με βάση την πιο πρόσφατη ιστορία της χώρας, κλείνει με τα βιβλία Η ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας {1989} και το Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον {1991}, βιβλίο που επαναφηγείται τη ζωή του Ιησού εξανθρωπίζοντάς τον και συνιστά μια τομή στο έργο του.

Η καθολική κοινότητα το θεωρεί βλάσφημο και η συντηρητική πορτογαλική κυβέρνηση εμποδίζει τη συμμετοχή του βιβλίου στο Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, επικαλούμενη το προσβλητικό προς τους καθολικούς περιεχόμενό του. Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης έχει σαν αποτέλεσμα τη συμβολική αυτοεξορία του Σαραμάγκου στο νησάκι Λανθαρότε των Καναρίων, όπου και ζούσε μέχρι το θάνατό του, και είναι ένας από τους λόγους που στα επόμενα βιβλία του είναι συνήθως δύσκολο να εντοπιστεί συγκεκριμένος τόπος και χρόνος.

Ο Σαραμάγκου πλέον παίζει ένα ρόλο παγκόσμιας συνείδησης.

Το 1997 εκδίδεται το βιβλίο Όλα τα ονόματα. Ένα χρόνο αργότερα ανακοινώνεται ότι το Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι δικό του. Ο Ζ.Σ. εκμεταλλεύεται τη διεθνή απήχηση που του χαρίζει το βραβείο για να υποστηρίξει ευρέως τις πολιτικές του απόψεις, με τοποθετήσεις που συχνά προκαλούν. Γνωρίζοντας ότι πλέον οι κινήσεις του θα δημοσιοποιούνταν ευρέως, έκανε πολλά ταξίδια και δεν έχασε ευκαιρία να δηλώσει την αντίθεσή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το Ισραήλ, καθώς και την υποστήριξή του σε μια σειρά από στόχους και αγώνες που ο ίδιος θεωρεί δίκαιους, είτε πρόκειται για τους εξεγερμένους της Τσιάπας είτε για τους Παλαιστίνιους, αδιαφορώντας για το αν οι θέσεις του είναι δημοφιλείς και αποδεκτές.  Χαρακτηριστική είναι η δήλωση που συνυπέγραψε με τον Ταρίκ Αλί, τον Τζον Μπέργκερ, τον Νόαμ Τσόμσκι, τον Εντουάρντο Γκαλεάνο, τον Χάρολντ Πίντερ, την Αρουντάτι Ρόι και τον Χάουαρντ Ζιν το 2006, στο ξέσπασμα του πολέμου στο Λίβανο, παίρνοντας ανοιχτά το μέρος των Παλαιστινίων και κατηγορώντας το Ισραήλ για την πολιτική εξόντωσής τους.  Τέσσερα μόλις χρόνια πριν, είχε προκαλέσει διεθνώς σκάνδαλο όταν απέδωσε, σε αρθρογραφία του στην El Pais, τα δεινά που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι από τους Ισραηλινούς στην ίδια τη φύση του ιουδαϊσμού, καθώς και όταν, σε μια επίσκεψή του στη Δυτική Όχθη, σύγκρινε την κατάσταση στις παλαιστινιακές περιοχές με το Άουσβιτς. Το 1999 με το μυθιστόρημα Η σπηλιά, ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με το Περί τυφλότητας {1995}. Το επόμενο βιβλίο είναι Ο άνθρωπος αντίγραφο {2002}, ακολουθούν τα μυθιστορήματα Περί φωτίσεως {2004} και Περί θανάτου {2005} που είναι κι αυτά συνδεδεμένα με το Περί τυφλότητος σε μια ακόμα άτυπη τριλογία.

Με τη λεπτή ειρωνεία στα κείμενά του, τους διαλόγους που μπορεί να εκτείνονται σε μία παράγραφο «μήκους» τριών σελίδων και χωρίς ούτε μια παύλα, τους πρωταγωνιστές στους οποίους δεν θέλει να χαρίσει ούτε κάν όνομα, ο Σαραμάγκου χρησιμοποίησε και τελικά υπερέβη την αλληγορία, καταφέρνοντας να μεταδώσει στα έργα του την αγνή του αγάπη για τον άνθρωπο, την ειλικρινή καχυποψία στην εξουσία και να κάνει αυτό που θέλει να κάνει κάθε πραγματικός συγγραφέας: Να πει μια ιστορία.

Η λογοτεχνία του θέτει πάντα το ίδιο ερώτημα: «τι θα γινόταν αν…»  Με αυτήν την έννοια τα μυθιστορήματά του είναι σαν πειράματα που ελέγχουν εκδοχές της ανθρώπινης συνθήκης.

Από τα πρώτα μυθιστορήματά του μέχρι τα πιο πρόσφατα, από τον προσδιορισμένο χώρο και χρόνο μέχρι την απροσδιοριστία του χώρου και του χρόνου, ο Σαραμάγκου εξετάζει την ίδια την ουσία της ανθρωπιάς μας: το πώς μέσα από τη φρίκη για την οποία είναι ικανή η ανθρωπότητα, μπορούμε, ίσως, να οικοδομήσουμε διαφορετικές σχέσεις και να εξασφαλίσουμε ένα διαφορετικό μέλλον.

Κική Σακκά

ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΑΤΟΥ ΦΥΛΛΟΥ

ΑΡΧΕΙΟ

ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ

  • 118.391 hits