Στο πέρασμα από το Σάββατο στην Κυριακή, 1/4/2013, πέθανε ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και κομμουνιστής Βασίλης Παπαδημητρίου, που είχα την τύχη να είναι θείος μου. Γι’ αυτό η φόρτιση είναι ιδιαίτερη για μένα που γράφω αυτό το σημείωμα.

Β.ΠαπαδημητριουΟ Βασίλης Παπαδημητρίου ανήκε σε μια φτωχή οικογένεια και ήταν το μεγαλύτερο παιδί από τα πέντε που είχαν η Σοφία Αξούργου και ο Ανδρέας Παπαδημητρίου. Το1940 τελείωσε το Γυμνάσιο της Πρέβεζας. Οι συνθήκες βέβαια δεν ήταν τέτοιες που να τον βοηθήσουν να συνεχίσει στο πανεπιστήμιο. Εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και τον ΕΛΑΣ και κατά τη διάρκεια της κατοχής ανέπτυξε αντιστασιακή δράση. Άλλωστε το σπίτι της μητέρας του Σοφίας Αξούργου ήταν μια από τις ισχυρές γιάφκες αντίστασης. Εκεί υπήρχε πολύγραφος με τον οποίον τυπώνονταν παράνομες προκηρύξεις. Το Σεπτέμβρη του 1944 συμμετείχε στη μάχη της Πρέβεζας η οποία διεξήχθη μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ και η οποία κατέληξε στη σφαγή της υποδειγματικής της ΕΠΟΝ στην Παργινόσκαλα και άλλων αριστερών και δημοκρατών κατοίκων της Πρέβεζας από τον ΕΔΕΣ.

Ο Βασίλης Παπαδημητρίου μετά το 1945 και τη Βάρκιζα ακολούθησε την τύχη της γενιάς του, πέρασε από δίκες και εξορίστηκε. Κύριος σταθμός της εξορίας του ήταν το κολαστήριο της Μακρονήσου, στο οποίο έφθασε από τους πρώτους και υπέστη άγριους βασανισμούς. Ήταν εγκλεισμένος εκεί όπου βρίσκονταν οι νεότεροι εξόριστοι, οι οποίοι δεν είχαν στρατευθεί λόγω της κατοχής, αλλά θεωρήθηκαν λιποτάκτες. Μαρτυρίες συνεξόριστών του φέρνουν στην επιφάνεια γεγονότα, τα οποία αυτός δε διηγούνταν ποτέ και σε κανέναν. Ήταν γνωστός στη Μακρόνησο με το παρατσούκλι “κατσίβελος” εξ αιτίας του ότι ήταν μελαχρινός. Στον “κατσίβελο” προσπάθησαν από τις πρώτες μέρες να εκμαιεύσουν δήλωση μετανοίας, πραγματοποιώντας ρώσικη ρουλέτα. Ο Β. Παπαδημητρίου ήρεμος τους είπε ότι «δεν υπογράφει, κι αν έχουν τα κότσια ας τον σκοτώσουν αμέσως» Αυτή η ανδρεία στάση του έκανε το γύρο του νησιού και διαδόθηκε σε όλους, ακόμη και στους κρατούμενους που έφθασαν αργότερα, ένας από τους οποίους το κατέγραψε σε απομνημονεύματά του. Παρέμεινε εξόριστος στη Μακρόνησο έως το κλείσιμό της χωρίς να υπογράψει “δήλωση μετανοίας”. Κατόπιν πήγε Ικαρία. Με διαλείμματα ελευθερίας μπαινόβγαινε στις φυλακές. Ακόμη και στην τελευταία (;) περιπέτεια της χώρας, τη δικτατορία, ο Βασίλης Παπαδημητρίου εξορίστηκε στα Γιούρα. Η “κανονική” ζωή του άρχισε μετά το 1974. Στα χρόνια αυτά οι δικοί του άνθρωποι υπέστησαν διώξεις, δεν έβλεπε την αγαπημένη του γυναίκα και το γιο του. Ο πατέρας του Ανδρέας δεν τον είδε ποτέ από το 1945 και μετά, αφού πέθανε, ενώ η μητέρα του καθημερινά “προσκαλούνταν” στην αστυνομία με σκοπό να συνετιστεί και να πείσει το γιο της να υπογράψει δήλωση, κάτι που η ίδια αντέκρουε δυναμικά. Από το 1974 και μετά δεν υπήρξε ενταγμένος μέλος του ΚΚΕ, αλλά παρέμεινε πιστός στο κόμμα, το ΚΚΕ, στο οποίο από πολύ μικρός εντάχθηκε.

Ο Βασίλης Παπαδημητρίου δεν έζησε μόνο την εποποιία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αλλά και τη μεγάλη εκλογική άνοδο της ΕΔΑ. Έζησε τις εσωκομματικές εντάσεις και διασπάσεις του ΚΚΕ με κύρια εκείνη του 1968. Εκεί είδε αρκετούς πρώην συντρόφους του και συνεξόριστούς του να εντάσσονται στο ΚΚΕ Εσωτερικού ή αλλού.

Ήταν επιλογή του να μην έρχεται ποτέ σε προσωπική σύγκρουση μαζί με τους πρώην συντρόφους του, να διατηρεί τις φιλίες του, να συζητά τα πάντα μαζί τους.

Ήταν επιλογή του να διακηρύσσει πάντα στα κομματικά στελέχη και μέλη του ΚΚΕ τα οποία έβλεπε συχνά, ότι τώρα είναι καιρός να τοποθετηθούν στα ηγετικά κλιμάκια νέοι άνθρωποι, οι οποίοι δε θα έχουν “βαρίδια” παλαιών εποχών και προσωπικών αντιπαραθέσεων. Ίσως γι αυτό το λόγο επέλεξε να μην εμπλακεί οργανωτικά με το ΚΚΕ.

Ήταν επιλογή του να συμβουλεύει τα νέα κομματικά μέλη, τους Κνίτες (ένας από τους οποίους τότε κι εγώ) να μένουν μακριά από ιδεοληψίες και φανατισμούς.

Ήταν επιλογή του και άποψή του να θεωρεί ότι μόνο η ενότητα της Αριστεράς, παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν, αλλά και το γεγονός ότι ήταν ΚΚΕ, είναι η μοναδική λύση για ν’ αλλάξει η χώρα και η κοινωνία.

Ήταν επιλογή του να μιλά νηφάλια και να εξηγεί σε όλους τις απόψεις του.

Ήταν επιλογή του να μιλάει ακόμη και με τους συμπολίτες του που κατέθεσαν στην αστυνομία εναντίον του.

Ήταν επιλογή του να μη μιλάει ποτέ για τις δύσκολες μέρες και χρόνια των φυλακών και της εξορίας.

Υπήρξε Άνθρωπος σεμνός, ηθικός, με υψηλές αξίες. Όσοι υπήρξαν φίλοι του, όσοι τον γνώριζαν, δεν έχουν το ελάχιστο αρνητικό να του καταλογίσουν. Όλοι τους ήταν ιδιαίτερα ευτυχισμένοι που τον είχαν φίλο και σύντροφο. Ιδιαίτερα οι δικοί του άνθρωποι, οι άνθρωποι της οικογένειάς του, τον θεωρούσαν στήριγμά τους για κάθε δύσκολη στιγμή.

Εγώ ως νεότερος τον είχα και τον έχω ως παράδειγμα συνέπειας, αγωνιστικότητας. Είναι για μένα το παράδειγμα που δείχνει ότι μπορούμε να παλέψουμε για μια κοινωνία δίκαιη, χωρίς εκτοπισμούς κι εξορίες, δημοκρατική, χωρίς διακρίσεις και βιαιότητα της εξουσίας. Για μια κοινωνία που θα συνθέτει τις διαφορετικές απόψεις, που θα είναι ζωντανός ο διάλογος, η νηφαλιότητα και οι ανθρώπινες αξίες.

Είχα τη τύχη να έχω θείο μου έναν σπουδαίο άνθρωπο, έναν σπουδαίο αγωνιστή. Ίσως είναι γι αυτόν αντιπροσωπευτικός ο στίχος του Γ. Ρίτσου «Ο κόσμος μετριέται με καρδιά» Γιατί αυτός ήταν μια καρδιά. Είμαι περήφανος γι’ αυτόν και για τη γενιά του! Θα νικήσουμε!

Απόστολος Παπαδημητρίου