Η αναζωπύρωση της ακροδεξιάς θεματολογίας, η ρητορική της βίας, η συγκρότηση “ταγμάτων εφόδου” και η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής (Χ.Α.), οι κίνδυνοι για τα δημοκρατικά δικαιώματα, οι επιθέσεις σήμερα κυρίως σε μετανάστες και αύριο σε άλλα τμήματα της κοινωνίας (ψυχικά ασθενείς, τοξικομανείς, ομοφυλόφιλους, γυναίκες, αριστερούς, διαφορετικούς), στα πρότυπα του ναζιστικού κόμματος και της χιτλερικής ιδεολογίας, ανοίγει εκ των πραγμάτων τη συζήτηση για τους τρόπους αντιμετώπισης.

Τα σημεία που επικεντρώνουν την προσοχή τους τμήματα της αριστεράς, υπό την πίεση των γεγονότων, αναφέρονται στην αποκάλυψη της φασιστικής προπαγάνδας, τη συγκρότηση αντιφασιστικού μετώπου, με καθοριστική την επιρροή της αριστεράς και στη δυναμική απάντηση, μέσω ομάδων αυτοάμυνας. Έτσι όπως διεξάγεται η συζήτηση και επειδή το κλίμα εναντίωσης σε μέρος της κοινωνίας, που απηχεί θέσεις της αριστεράς, είναι ιδιαίτερα φορτισμένο, η δυναμική απάντηση κινδυνεύει να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον και την πολιτική πρακτική τμημάτων της πολιτικής αριστεράς.

Το πρόβλημα, κατά την άποψή μας, είναι αρκετά σύνθετο και οφείλουμε να το εξετάσουμε από πιο πολλές πλευρές, θέτοντας στη συζήτηση ορισμένα σημεία.

Σημείο 1. Ο λόγος και οι πρακτικές για την κοινωνική δικτύωση.

Ο φασισμός, ο νεοναζισμός, παρότι ως ιδεολογία ή ως συγκροτημένες ολιγομελείς ομάδες υπό την επιρροή (συνήθως και τη χρηματοδότηση) θυλάκων του βαθέως κράτους δεν μας έχει ποτέ εγκαταλείψει, όμως σε περιόδους, κρίσης και διευρυμένης κοινωνικής καταστροφής –που συνοδεύεται από τη ευρεία απαξίωση του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος– κάνει δυναμικά την εμφάνισή του και απλώνει συστηματικά τη μαζική κοινωνική του δικτύωση. Ειδικότερα, σ’ αυτές τις συνθήκες: α) εμφανίζεται ως δύναμη της τάξης και της ασφάλειας ή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες δήθεν αλληλεγγύης “αποκλειστικά για Έλληνες”, β) στην πορεία ο λόγος του γίνεται άμεσος, προκλητικός, απειλητικός, καθαρτικός (μιλάει για κρεμάλες και νέο Γουδί κ.λπ.), γ) ο λόγος συνοδεύεται από τη συγκρότηση στρατιωτικού τύπου ειδικών τμημάτων, για την τιμωρία των “προδοτών” και την “εθνική αναγέννηση”, δ) ο λόγος και η οργάνωση συνοδεύονται από την εγκληματική δράση, πρώτα απ’ όλα εναντίον των μεταναστών, αλλά όχι μόνο.

Σημείο 2. Η μάχη στο επίπεδο των αξιών.

Η πρακτική αυτή της Χ.Α. φαίνεται να τους αποδίδει. Όπως, μεταξύ άλλων, αναφέρει ο Βρετανός ιστορικός Μάρκ Μαζάουερ, σε συνέντευξή του (“Τα Νέα”, 13.10.2012) με τίτλο δεν “Δεν οδήγησε η αριστερή βία στην ανάδυση της Άκρας Δεξιάς”: «…Η Χρυσή Αυγή είναι ένα επικίνδυνο και βίαιο κόμμα της Ακροδεξιάς, του οποίου η άνοδος είναι ένα σύμπτωμα, ένα τρομερό σύμπτωμα του αποπροσανατολισμού που έχει προκαλέσει η κρίση. Το ότι πιστεύουν πως η ίδια η χρήση βίας θα τους αποφέρει ψήφους είναι ανησυχητικό. Το ότι έχουν επιβεβαιωθεί –όπως αποδείχτηκε ώς τώρα– είναι ακόμη περισσότερο ανησυχητικό».

Φαίνεται ότι η μακροχρόνια επίθεση του νεοφιλελευθερισμού στις αξίες της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης, ο μετανεωτερικός υποβιβασμός των μελών της κοινωνίας σε κατακερματισμένες ατομικότητες στο κυνήγι των προσόντων, της διάκρισης με κάθε τρόπο, της ευδαιμονίας μέσω της κατανάλωσης, της υποστολής της σημαίας της κοινωνικής ευθύνης, η υποταγή στην κοινωνική ιεραρχία, αποτελούν κατάλληλο έδαφος για να εξελιχθούν σε ρατσιστική προδιάθεση. Στις συνθήκες, μάλιστα, της γενικευμένης κρίσης, όπου ανατρέπονται οι σταθερές και οι βεβαιότητες μαζί με τις ζωές των ανθρώπων, μπορεί να οδηγήσουν –και οδηγούν– μέρος της κοινωνίας στην αποδοχή του “τιμωρητικού” λόγου, της κατασκευής εξιλαστήριων θυμάτων και της καθαρτήριας εγκληματικής δράσης.

Ασφαλώς και πρέπει να δίνουμε τη μάχη της υπεράσπισης των δικαιωμάτων και ελευθεριών, που αμφισβητούνται εμπράκτως, ασφαλώς και απαντάμε στα ιδεολογήματα και τις πρακτικές της “σκούπας”, των κέντρων κράτησης, της καταστολής, ασφαλώς και αναδείχνουμε τις αιτίες της κρίσης, ως καπιταλιστικής, για την οποία δεν ευθύνονται οι μετανάστες αλλά η επιθετικότητα του κεφαλαίου, οι πόλεμοι, η πείνα, η καταστροφή που οδηγούν στους δρόμους του δουλεμπορίου, ασφαλώς και μιλάμε για το Δουβλίνο II και το ρόλο δεσμοφύλακα της Ευρώπης, που αποδέχτηκε η κατεστημένη πολιτική ελίτ της χώρας μας, και ασφαλώς η Χ.Α. τα αποκρύβει, αποπροσανατολίζει και χτυπάει τους αδύναμους και όχι, βέβαια, τις αιτίες, αφού εκεί βρίσκονται τα πραγματικά αφεντικά της. Η μάχη όμως στο ιδεολογικό πεδίο σημαίνει και μάχη στο επίπεδο των αξιών σαν αυτές που αναφέραμε παραπάνω και όχι μόνο μάχη αποκάλυψης στα καθαυτό ρατσιστικά, νεοναζιστικά ιδεολογήματα.

Σημείο 3. Κανένας μόνος του στην κρίση.

Η ιδεολογική μάχη στην κοινωνία δεν κερδίζεται μόνο με τις ιδέες, όσο αναγκαίο κι αν είναι αυτό. Απαιτείται να χτίζουμε εναλλακτικά, έμπρακτα παραδείγματα, που δε θα αφήνουν πράγματι “κανέναν μόνο του στην κρίση”. Η καταστροφή των κοινωνικών δεσμών, η περιθωριοποίηση, η αποξένωση από την πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες –υγεία, παιδεία, σίτιση– πρέπει να αποτραπούν. Όσες πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς δεν το έχουν καταλάβει ή όσες ταλαντεύονται για τη σημασία της συμμετοχής σε δομές κοινωνικής αλληλεγγύης, που δημιουργούνται με αυτοοργάνωση και λειτουργούν με δημοκρατία, οφείλουν να αντλήσουν εμπειρίες από τις καλύτερες στιγμές του λαϊκού κινήματος, από το ίδιο το ΕΑΜ και την Εθνική Αλληλεγγύη. Οφείλουμε όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι η διεκδίκηση σε κινηματικό και πολιτικό επίπεδο της απρόσκοπτης πρόσβασης όλων των πολιτών στα δημόσια αγαθά, είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη, αν αυτή δεν συνδυάζεται με πρωτοβουλίες έμπρακτης αλληλεγγύης, για να μείνει η κοινωνία όρθια, συλλογική και αλληλέγγυα και όχι βορά στον ακροδεξιό λόγο του κάθε Δένδια και των νεοναζιστών.

Σημείο 4. Στους δρόμους με το κίνημα.

Σύμφωνα με το Νίκο Γιαννόπουλο (“Η Αυγή”, 14.10.2012), «…Έχουμε πολύ κόσμο στις γειτονιές, επαγγελματίες, δημοτικές κινήσεις· πρέπει να κινητοποιηθούν, να πιέσουν την αστυνομία, να βγάλουν επώνυμες καταγγελίες. Και φυσικά, παρεμβάσεις στους δρόμους. Πρέπει να το θυμόμαστε: όπου υπάρχει μαζική παρουσία και αντίσταση δεν εμφανίζονται οι φασίστες. Πρέπει να κινηθούμε διπλά: και στο κεντρικό πολιτικό και στον δρόμο –στον βαθμό που μας αντιστοιχεί, βέβαια. Δεν πιστεύω, λ.χ., ότι μπορούμε να φτιάξουμε σήμερα επιτροπές που να περιπολούν στο κέντρο της Αθήνας εμποδίζοντας τους φασίστες να χτυπάν μετανάστες. Μπορούμε όμως με μαζικές αφισοκολλήσεις, διαδηλώσεις, άμεσες παρεμβάσεις να περιορίζουμε τον ζωτικό χώρο των φασιστών. Η αυτοπεποίθηση, κατά τη γνώμη μου, ανεβαίνει με τη δράση. Τον πήχη της δράσης θα τον βάλουμε βέβαια εμείς, ανάλογα με τις συνθήκες… Η δράση είναι απαραίτητη».

Και ο Γιάννης Αλμπάνης (“Η Εποχή”, 14.10.2012) σημειώνει: “…Να κάνουμε σαφές στους πολιτικούς χώρους ότι η μάχη απέναντι στην κρατική και παρακρατική τρομοκρατία δεν μπορεί να κερδηθεί ούτε με γενικόλογες επικλήσεις στην έννομη τάξη ούτε με την αναβάθμιση της βίας των λίγων και αποφασισμένων. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα ενεργοποιήσουμε τους θεσμούς, όπου χρειαστεί, ή ότι δεν θα σηκώσουμε το γάντι, όπου οι τραμπούκοι (ένστολοι ή με πολιτικά) θα επιχειρήσουν να μας διώξουν από το δρόμο. Αυτό που σημαίνει είναι ότι τη νίκη θα μας τη δώσει το κίνημα, η μαζική, αποφασιστική και οργανωμένη κινητοποίηση. Στους δρόμους, όπου έχουμε το στρατηγικό πλεονέκτημα, με τη δράση των πολλών, που είναι το πιο ισχυρό όπλο μας. Στους δρόμους, με τη δράση των πολλών, τους τραντάξαμε. Στους δρόμους, με τη δράση ακόμα πιο πολλών, θα τους ανατρέψουμε”.

Ο “δρόμος”, λοιπόν, είναι κάτι περισσότερο από την αναμέτρηση μαχητικών ομάδων της αριστερής πρωτοπορίας με τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου και την κοινωνία σε ρόλο θεατή.

Σημείο 5. Πολιτική πρόταση για Κυβέρνηση της Αριστεράς.

Να μη μας διαφεύγει ότι η αριστερά των αγώνων και των θυσιών, αν θέλει να πρωταγωνιστήσει με το δικό της πολιτικό σχέδιο, είναι υποχρεωμένη να γίνει και αριστερά της διακυβέρνησης, διαφορετικά στην πράξη η πολιτική που εξυπηρετεί το κεφάλαιο θα “παίζει” μόνη της σ’ αυτό το επίπεδο και η αριστερά θα προσπαθεί να περιορίσει τις ανθρωποθυσίες. Επίσης, να μην ξεχνάμε ότι, αν σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας δεν είχε δημιουργηθεί η ελπίδα ότι η απάντηση στην κρίση μπορεί να έρθει από την αριστερά, αν ο ΣΥΡΙΖΑ (δυστυχώς προς το παρόν μόνος), δεν καλούσε σε ενότητα την αριστερά και τις δοκιμαζόμενες κοινωνικές δυνάμεις, για να σταματήσουμε την καταστροφή των μνημονιακών – νεοφιλελεύθερων πολιτικών και να δώσουμε πειστική εναλλακτική προοπτική διακυβέρνησης, ως συνέχεια και στήριγμα στους μαζικούς αγώνες, η επιρροή και η διείσδυση στην κοινωνία του νεοναζισμού μπορεί βάσιμα να υποτεθεί ότι θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη.

Όλα μαζί λοιπόν συνιστούν την κοινωνική απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου, στην ακροδεξιά και στο νεοναζισμό, προκειμένου να ανακοπεί η κοινωνική ροή, που τροφοδοτεί τη δεξαμενή του μίσους, της διαίρεσης, του ρατσισμού και του νεοναζισμού. Σ’ αυτή την απάντηση είναι ζωτικός όρος να εκδηλώνεται η ενωτική πρακτική της αριστεράς, η αλληλεγγύη ανάμεσα στις διαφορετικές εκδοχές της, η φερέγγυα για την κοινωνία πολιτική της πρόταση.

Η.Χ.