You are currently browsing the category archive for the ‘Παιδεία’ category.

ΤΕΙ-Πρέβεζας

Με ανακοίνωση που εξέδωσε η ΠΑΣΠ ΤΕΙ Πρέβεζας διαμαρτύρεται για την απόφαση της διοίκησης του ΤΕΙ Ηπείρου να αναστείλει τη λειτουργία των εστιατορίων στην έδρα και τα παραρτήματα του από τις 7 Ιανουαρίου.

Η ανακοίνωση αναφέρει:

«Γεγονός αποτελεί η αναστολή της λειτουργίας των εστιατορίων στην έδρα και τα παραρτήματα του ΤΕΙ Ηπείρου από 7 Ιανουαρίου 2013, ύστερα από απόφαση της διοίκησής του. Τη στιγμή που με πρόσχημα την οικονομική κρίση μειώνονται μισθοί, αυξάνεται όμως η φορολογία και κατεδαφίζεται κάθε έννοια κοινωνικού κράτους, έρχεται το Υπουργείο Παιδείας να κόψει τη χρηματοδότηση για τη σίτιση των σπουδαστών, που δεν έχουν πλέον υποστήριξη από το σπίτι τους, καθώς οι οικογένειές τους δεν αντέχουν τα τόσα βάρη. Έτσι υπονομεύεται η παιδεία, παρόλο που αποτελεί το μόνο μέσο για την εξάλειψη της οικονομικής κρίσης, ενώ ταυτόχρονα ο δημόσιος χαρακτήρας της είναι αμφίβολος. Στα πλαίσια της οικονομικής δυστοκίας της χώρας η παιδεία θα πρέπει να αποτελεί μέσο ανάπτυξης και όχι το εξιλαστήριο θύμα. Όσοι θεσμοθετούν τέτοιου είδους ενέργειες, θα βρίσκουν την οργάνωση της ΠΑΣΠ ΤΕΙ Πρέβεζας απέναντι τους.»

Καλά κάνει και καταγγέλλει το Υπουργείο Παιδείας η ΠΑΣΠ. Το ερώτημα είναι αν την ακούει κάνεις στο σημερινό ΠΑΣΟΚ, που συγκυβερνά, ταυτίζεται και πολλές φορές ξεπερνά την ΝΔ σε αντιλαϊκές, αντιεκπαδευτικές πολιτικές. Δεν νομίζουμε ότι υφίσταται σήμερα κάποιος λόγος ύπαρξης της νεολαίας του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ, όταν διαφωνούν πλήρως με το κόμμα τους.

O Θερσίτης

Δεν είναι φωτογραφία από την Τουρκία, ούτε από την Αφρική, αλλά από πολύ κοντά μας: Στοιβαγμένοι σαν σακιά πατάτες στην καρότσα του αγροτικού οι μαθητές των χωριών του Σουλίου μεταφέρονται στην Παραμυθιά για το μάθημα από κάποιο γονιό, προς δόξα του Καλλικράτη. Το γκουβέρνο δεν πλήρωσε το τοπικό ΚΤΕΛ.

Αφιερωμένο στην τρικομματική συγκυβέρνηση.

Η φωτογραφία είναι από την εφημερίδα “H Εποχή”, τα σχόλια δικά μου.

O Θερσίτης

Του Νικόλα Βαγδούτη*

«Οι δυνάμεις ευθύνης αυτού του τόπου, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΛΑΟΣ, Δημοκρατική Συμμαχία) ενώθηκαν και αψήφησαν, επιτέλους, τις απειλές και τους εκβιασμούς μιας αντιδραστικής μειοψηφίας, που δεν θέλει να αλλάξει τίποτα και απειλεί συνεχώς ότι “θα τα κάνει μπάχαλο”»

H Καθημερινή, 25-08-2011

[Πολλές αποτυχημένες προσπάθειες και μια “ευκαιρία”]

Η οικονομική κρίση λοιπόν ως “ευκαιρία” για τις –με πρωτοφανή ειλικρίνεια αναφερόμενες– αστικές δυνάμεις να αναδιαρθρώσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση προς όφελος του κεφαλαίου. Μια προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 (νόμος 815), που συνεχίστηκε με το νόμο-πλαίσιο του Κοντογιαννόπουλου το ’90 (που συνδέθηκε με τη δολοφονία του Τεμπονέρα), το νόμο-πλαίσιο του 2006 και κατέληξε στο νόμο 4009, που ψηφίστηκε μέσα στο κατακαλόκαιρο, στις 25 Αυγούστου 2011. Στις τρεις προηγούμενες προσπάθειες ορθώθηκε ένα πολύ μαζικό φοιτητικό κίνημα, που σταμάτησε την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες έμειναν στα χαρτιά. Η ψήφιση του νέου νόμου-πλαίσιο εν μέσω θέρους ήταν σαφές ότι επιδίωκε να περάσει στα κρυφά, χωρίς οι φοιτητές να έχουν καν τη δυνατότητα να προλάβουν να κάνουν γενικές συνελεύσεις. Κι όμως, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που δημιούργησε αυτή η τακτική και παρά τη στρατηγική του “σοκ” που η κυβέρνηση χρησιμοποιεί απέναντι στους εργαζόμενους και στη νεολαία μέσα από τα συνεχή νέα μέτρα, το φοιτητικό κίνημα για άλλη μια φορά βγήκε στους δρόμους. Και αυτή τη φορά δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο την κυβέρνηση και μια πρωτοφανή πολιτική συμμαχία, αλλά και μια πολύ σκληρή και περίπου ενιαία αντιμετώπιση από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.

[Αντί πανεπιστημίων, κέντρα κατάρτισης κατά τις ορέξεις τού κεφαλαίου]

Σκιαγραφώντας το νέο νόμο, δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά την ολοκλήρωση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης που συντελείται στο χώρο της εργασίας. Μια ολοκλήρωση που ήταν προσπάθεια πολλών ετών όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη από τη δεκαετία του ’70 και εντονότερα από τη Συνθήκη της Μπολόνια (1997) και μετά. Σχηματικά, τα κομβικά σημεία του νέου νόμου-πλαίσιο είναι δύο:

Πρώτον, η διάλυση του ενιαίου χαρακτήρα των πτυχίων και η μετατροπή τους σε ένα άθροισμα πιστωτικών μονάδων(120 ή 180 credits), με βάση τις οποίες κάποιος θα μπορεί να παίρνει ατομικό πτυχίο σε 2 ή σε 3 χρόνια από την ίδια σχολή. Δηλαδή τα ΑΕΙ μετατρέπονται σε κέντρα ειδίκευσης, που δημιουργούν διάφορες κατηγορίες αποφοίτων ακόμη και εντός μιας σχολής. Αυτό σημαίνει ότι οι φοιτητές μιας σχολής έχουν περίπου ατομικό πτυχίο με κατακερματισμένα επαγγελματικά δικαιώματα. Αυτή η στρατηγική του κεφαλαίου έρχεται να συμπληρώσει την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Όταν διαλύονται οι έννοιες της συλλογικής σύμβασης και διεκδίκησης, οδηγώντας στην επί της ουσίας εξατομικευμένη διαπραγμάτευση εργαζόμενου-εργοδότη, και όταν παράλληλα η πολιτική λιτότητας της κυβέρνησης δημιουργεί συνθήκες φτωχοποίησης όλης της παραδοσιακής και νέας μικροαστικής τάξης, η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να βγάζει “συντεχνίες” αποφοίτων, που να ζητάνε με συλλογικό τρόπο κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα και να έχουν τις προσδοκίες που είχαν π.χ. οι απόφοιτοι μηχανικοί και δικηγόροι μέχρι τώρα.

Το δεύτερο κυρίαρχο στοιχείο είναι η διάλυση κάθε έννοιας επιστημονικής πειθαρχίας. Τα ΑΕΙ πλέον στρέφονται αποκλειστικά στην κατάρτιση, με βάση τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες των αγορών. Αυτό αποτυπώνεται καταρχάς στη διάρκεια σπουδών (ενώ οι σχολές μέχρι τώρα ήταν το λιγότερο τετράχρονες, πλέον γίνονται τρίχρονες και δίχρονες), αλλά κυρίως στο ότι οι φορείς της αγοράς έχουν πλέον θεσμοθετημένο ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Το κεφάλαιο αποκτά πλέον άμεσο λόγο στα προγράμματα σπουδών και στην έρευνα διά του Συμβουλίου Διοίκησης, στο οποίο θα συμμετέχουν επίσημα οι παράγοντες της αγοράς κατά 7/15 (η αρχική πρόταση ήταν να έχουν και την πλειοψηφία, 8/15). Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει περίπτωση να χρηματοδοτείται οτιδήποτε δεν συνεπιφέρει άμεσα αξιοποιήσιμη εμπορευματική χρήση, όπως οι ανθρωπιστικές σπουδές ή τα θεωρητικά εννοιολογικά συστήματα και ρεύματα σκέψης, που συγκροτούν τις θετικές επιστήμες. Ό,τι δεν είναι εφαρμοσμένο και δεν οδηγεί σε κέρδη του κεφαλαίου, δεν χρειάζεται.

 

[“Το Πανεπιστήμιο δεν είναι για να πολιτικολογούμε”]

Σ’ αυτά τα δύο στοιχεία έρχεται να προστεθεί και η κατάργηση κάθε δημοκρατικού θεσμού και διαδικασίας, που μας υπενθύμιζε ότι η γνώση δεν είναι κάτι ουδέτερο και “χριστιανικά” αληθές, αλλά κάτι ταξικά φορτισμένο και εγγενώς ενδεχομενικό και ως εκ τούτου, αφενός η κριτική και η συναπόφαση έπρεπε να είναι στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αφετέρου κανένας δεν θα έπρεπε να θεωρείται απόλυτος κάτοχος μιας επιστημονικής αλήθειας. Με το σύνθημα “το Πανεπιστήμιο είναι μόνο για να μπαίνουμε στα μαθήματα και όχι για να πολιτικολογούμε” οι “υπεύθυνες δυνάμεις” του τόπου προσπαθούν να τελειώνουν μια και καλή με τη δημοκρατία μέσα στο Πανεπιστήμιο. Καταργούν το άσυλο, τη φοιτητική συμμετοχή στις αποφάσεις που αφορούν την εκπαιδευτική διαδικασία και επιβάλλουν μηχανισμούς πειθάρχησης του φοιτητικού σώματος (ν+2, μαθήματα-αλυσίδες). Πλέον, μόνο οι manager, ο ΣΕΒ και οι καθηγητές (σε κάποιο βαθμό) κατέχουν την αλήθεια του τι είναι ορθό να διδασκόμαστε και η πολιτικοποίηση των φοιτητών είναι ανάχωμα σ’ αυτή την αλήθεια. Είναι ανάχωμα, γιατί τόσα χρόνια, οδηγώντας σε ηγεμονία των ιδεών της αριστεράς, βάζει το στοιχείο της ταξικής χροιάς της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δηλαδή ότι το Πανεπιστήμιο δεν είναι παρά ο χώρος που κατανέμει τους νέους εργαζόμενους (και το τι δικαιώματα έχουν) στην παραγωγή και παράλληλα βοηθάει στην αναπαραγωγή των ιδεών του κεφαλαίου μέσα από την τροπή που παίρνει η επιστημονική-εκπαιδευτική διαδικασία.

[Η εκφυλισμένη δημοκρατία, το “ουδέτερο Πανεπιστήμιο” και το φοιτητικό κίνημα]

Απέναντι σ’ αυτή τη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση, το φοιτητικό κίνημα απάντησε βάζοντας πιο έντονα από ποτέ τη συνολική συμπαράταξη των δυνάμεων της νεολαίας με τους εργαζόμενους και με όλους όσους αντιστέκονται στον “πόλεμο” της κυβέρνησης. Με τη δημιουργία ενός μετώπου υπεράσπισης όχι μόνο του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, αλλά ουσιαστικά των δικαιωμάτων και των αγώνων του 99% της κοινωνίας, γνωρίζοντας ότι πλέον κανένας νόμος δεν μπορεί να πέσει, αν δεν ανατραπεί η κυβέρνηση. Κι αυτό, γιατί η κυβέρνηση έχει επιλέξει τα τελευταία δύο χρόνια την οδό της εκφυλισμένης δημοκρατίας για να απαντήσει στην κρίση και στις ανάγκες της κοινωνίας. Μιας δημοκρατίας που δεν ενδιαφέρεται για την κοινωνική νομιμοποίηση των πολιτικών, που καταστέλλει ασύστολα τις διαδηλώσεις και καταπατά καθημερινά το κράτος δικαίου και που μεταχειρίζεται την ενημέρωση ως πιστό φερέφωνο της εξουσίας.

Αυτά τα νέα χαρακτηριστικά που έχει πάρει η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, με μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία δύο χρόνια, είναι που έκαναν τον αγώνα του φοιτητικού κινήματος ακόμη πιο δύσκολο. Έναν αγώνα που ενώ ήταν πολύ μαζικός, με 350 καταλήψεις και διαδηλώσεις χιλιάδων φοιτητών, αρχικά κατηγορήθηκε ως συντεχνιακός και αργότερα αποσιωπήθηκε τελείως από κάθε κυρίαρχο ΜΜΕ, λες και δεν υπήρξε. Ακόμη και η παρέμβαση των φοιτητικών συλλόγων στην ΕΡΤ στις 25-9-2011 κόπηκε μετά από εντολή του Πρωθυπουργού. Πέρα από αυτό, τα κυρίαρχα ΜΜΕ, βασιζόμενα στον περιρρέοντα αντικομματισμό που και τα ίδια καλλιέργησαν, βοήθησαν ένα καινούργιο φαινόμενο, τους “αγανακτισμένους φοιτητές”. Βλέποντας ότι καμία πολιτική δύναμη (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ) δεν μπορεί να υποστηρίξει πολιτικά έναν νόμο που καθιστά τους μελλοντικούς εργαζόμενους “γενιά της υποταγής”, τα ΜΜΕ στήριξαν μια πρωτοβουλία που έκανε εκ του αποτελέσματος ακριβώς αυτό που βόλευε την κυβέρνηση, παρουσίαζε την εκπαιδευτική διαδικασία ως ουδέτερη και αυτόνομη από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική διαδικασία. Σχηματικά αυτό που υποστηρίζανε οι “αγανακτισμένοι φοιτητές” ήταν ότι “θέλουν μόνο να σπουδάσουν και η πολιτική (και εν προκειμένω η κατάληψη) δεν έχει χώρο στο πανεπιστήμιο”. Αυτό το στήριζαν και δια της πρακτικής τους, στήνοντας την αντιπαράθεση με τις υπόλοιπες δυνάμεις όχι στην ουσία του νόμου, αλλά στο δίπολο κομματικοποιημένος-ανεξάρτητος. Η πολιτική τους επιρροή, υπαρκτή αλλά σαφώς μικρότερη απ’ ό,τι την παρουσίαζαν τα ΜΜΕ, βασίστηκε κυρίως στην κομματική τους ανεξαρτησία. Στην πράξη όμως αυτή η ανεξαρτησία υπέκρυπτε το κύριο συνεπακόλουθο της πολιτικής γραμμής τους, ότι δηλαδή ο απόφοιτος ενός ΑΕΙ, μόλις βγει στην παραγωγή, δεν θα έχει κανένα επαγγελματικό και εργασιακό δικαίωμα. Η ουδετερότητα και η αυτονομία του Πανεπιστημίου δεν είναι παρά μια φιλελεύθερη φαντασίωση, που παραβιάζεται βέβαια πρώτα και κύρια από τους ίδιους τους φιλελεύθερους, όταν το κεφάλαιο έχει επίσημα πλέον λόγο για την εκπαιδευτική διαδικασία.

[Αποτίμηση ενός διμήνου κινητοποιήσεων]

Κάνοντας λοιπόν μια αποτίμηση αυτού του διμήνου κινητοποιήσεων του φοιτητικού κινήματος, μπορούμε να διακρίνουμε τα εξής χαρακτηριστικά:

Πρώτον, η πολιτική των αστικών δυνάμεων έχει γίνει πολύ πιο αυταρχική και το φοιτητικό κίνημα δεν μπορούσε μόνο του, αλλά μόνο σε συνδυασμό με τα άλλα κομμάτια του κινήματος (π.χ. συνδικάτα) να αγωνιστεί απέναντι στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, αντιμετωπίζοντάς την ως ακόμη ένα κομμάτι του πολέμου που μας έχει κηρύξει το κεφάλαιο.

Δεύτερον, υπήρξε η αντικειμενική δυσκολία από την ψήφιση του νόμου μέσα στο καλοκαίρι.

Τρίτον, η συνολική απογοήτευση του λαϊκού κινήματος μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου στις 28 Ιούνη και η επί της ουσίας εμφάνιση του φοιτητικού κινήματος ως της μόνης αγωνιζόμενης ομάδας μετά το καλοκαίρι βοήθησε στην προσπάθεια της κυβέρνησης και των ΜΜΕ να το εμφανίσει ως “συντεχνία” και να το απομονώσει, ως ένα βαθμό, πολιτικά.

Όμως, παρά αυτές τις δυσκολίες, το φοιτητικό κίνημα ξαναεμφανίστηκε και χάραξε ένα δρόμο. Ένα δρόμο που στις 29 Ιούνη, μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου φαινόταν δύσκολος για όλους τους αγωνιζόμενους. Μπορεί ο νόμος να μην έπεσε, αλλά αφενός είναι ακόμη στα χαρτιά και αφετέρου ξανανέβηκε η αυτοπεποίθηση όλου του κινήματος, ότι μπορούμε να ανατρέψουμε μια κυβέρνηση που βασίζεται στο φόβο και στην καταστολή. Μια σειρά κινητοποιήσεων, όπως οι μαθητικές κινητοποιήσεις, οι κινητοποιήσεις των γονέων, αλλά και οι μετέπειτα τεράστιες διαδηλώσεις, βοηθήθηκαν από τη μαχητικότητα του φοιτητικού κινήματος με την έναρξη της νέας χρονιάς (ακαδημαϊκής).

Το ερώτημα, που ετίθετο, τίθεται και θα τίθεται πάντα για έναν αγώνα, είναι: Τελικά χάσαμε ή κερδίσαμε; Ο αγώνας του φοιτητικού κινήματος είναι, ειδικά τώρα, απόλυτα συνδεδεμένος με τον αγώνα των λαϊκών τάξεων ενάντια στην κυβέρνηση και στην τρόικα. Απ’ αυτή τη σκοπιά λοιπόν, πάμε καλά. Η κυβέρνηση δεν έχει πέσει ακόμα, αλλά είναι πλέον σαφές, μετά και την απεργία στις 19- 20 Οκτώβρη, ότι δεν έχει καμία κοινωνική νομιμοποίηση. Ο αγώνας του φοιτητικού κινήματος λοιπόν ήταν σαν ένας οδοδείκτης, ότι, αν τολμάμε να αγωνιζόμαστε, μπορούμε και να νικήσουμε.

___________________________________

*Ο Νικόλας Βαγδούτης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής. Το κείμενο γράφηκε για το “Φόρουμ”. Για τον τίτλο και τους μεσότιτλους ευθυνόμαστε εμείς.

O σύλλογος “Σχολή Γονέων Κατερίνης” ιδρύθηκε το 1989 κι από τότε λειτουργεί με τη μορφή ανοιχτού πανεπιστημίου στο Συνεδριακό Κέντρο τής πόλης, απ’ τον Οκτώβρη ώς τον Απρίλη κάθε χρόνου. Διαλέξεις στο “πανεπιστήμιο” αυτό έχουν δώσει κατά καιρούς κληρικοί, μοναχοί, θεολόγοι, αλλά και ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ο Λευτέρης Βερυβάκης, ο Στέλιος Παπαθεμελής, ο Κλεάνθης Γρίβας, ο Σαράντος Καργάκος, η Άννα Παναγιωταρέα κ.ά., κ.ά.

Δημοσιεύουμε επιλεγμένες εύστοχες απαντήσεις, που έδωσε επί ερωτήσεων ακροατών του μετά τη διάλεξή του με θέμα “Ο Γέροντάς μου ο πατήρ Πορφύριος”, την 1-11-2010, ο πατήρ Ακάκιος Καυσοκαλυβίτης:

Ο Θεός εμποδίζει τους επιστήμονες να βρουν το φάρμακο για τον καρκίνο, γιατί δεν θέλει να μειωθεί η ροή πιστών προς τον Παράδεισο. Ο καρκινοπαθής, εξήγησε ο π. Ακάκιος, «συγκλονίζεται, μετανοεί, πλησιάζει το Θεό, παρακαλεί και σώζεται. Το είπε ο Θεός στο Γέροντα Πορφύριο και είναι αλήθεια. Οι γιατροί βλέπουν μπροστά τους το φάρμακο, αλλά δεν επιτρέπει ο Θεός να το δούνε, γιατί απ’ αυτή την αρρώστια γέμισε ο Παράδεισος.»

Αν κάποιος βρεθεί μετά θάνατον στην Κόλαση, μπορεί να φύγει από εκεί, αρκεί κάποιος αγαπημένος του ζωντανός να μεσολαβήσει γι’ αυτό με προσευχές, αγαθοεργίες, σαρανταλείτουργα κ.ά. ανάλογα. Για την τεκμηρίωση αυτής της θέσης ο π. Ακάκιος παρέπεμψε στο βιβλίο τού Αγίου Νεκταρίου “Περί αθανασίας τής ψυχής και ιερών μνημοσύνων”.

Και μια συγκλονιστική απάντηση σε νέο άγαμο άνδρα, που ρώτησε πώς θα αποφύγει να γίνει “πόρνος”, ώστε να σώσει την ψυχή του: Ο π. Ακάκιος αποκάλυψε ότι στο ζήτημα αυτό είναι καίρια η βοήθεια που παρέχει το δεξί χέρι τού Χριστού.

Ας είναι το δεξί χέρι τού Κυρίου αρωγός τού Διοικητικού Συμβουλίου τής Σχολής Γονέων Κατερίνης και κάθε ευσεβούς.

Μ.Μ. (πηγές: http://enosy.blogspot.com/2011/09/blog-post_23.html· http://www.sxoligoneon.gr/index.php?option=com_content&view=category&layout=blog&id=75&Itemid=65)

 

 

Με άδεια χέρια η κα Διαμαντοπούλου, εν μέσω κραξίματος, παρέστη στον αγιασμό της νέας σχολικής χρονιάς. Το ίδιο και οι μαθητές όλης της χώρας. Βιβλία υπάρχουν αλλά παραμένουν άυλα. Ακολουθούν την πορεία του “λεφτά υπάρχουν”.

Η στάση του συνεργάτη της κ. Άδωνι χαρακτηριστική. Διαλογίζεται ή απλά κοιμάται;

Η φωτογραφία από τον αγιασμό στο 1ο Δημοτικό σχολείο Αγίας Παρασκευής.

Καλή χρονιά και καλούς αγώνες λοιπόν σε όλο το μαθητόκοσμο.

ΔιΠ

Του Σταύρου Κωνσταντακόπουλου*

Ο τρόπος με τον οποίο το Υπουργείο Παιδείας της κ. Διαμαντοπούλου πολιτεύτηκε στα ζητήματα της ανώτατης εκπαίδευσης συνοψίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ιδεολογικές πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού στις δεκαετίες που πέρασαν.

Jean Baptiste Chardin, Η μαϊμού ζωγράφος

Καταρχάς, πριν την κατάθεση του νομοσχεδίου προηγήθηκε μια εκστρατεία δυσφήμισης του ελληνικού πανεπιστημίου. Το πανεπιστήμιο και οι πανεπιστημιακοί κατηγορήθηκαν για όλα τα πιθανά δεινά. Έτσι, για να αναφέρω ένα μόνο παράδειγμα, οι υιοί Καψή σε μια προσπάθεια να υπερασπισθούν την κυβέρνηση του Γιώργου του Ανδρέα του Γεωργίου Παπανδρέου, έθεσαν στο στόχαστρό τους την …οικογενειοκρατία που επικρατεί στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Τέτοιου είδους εκστρατείες, όμως, δεν διεκδικούν καμία πρωτοτυπία. Ο νεοφιλελευθερισμός εδώ και δεκαετίες, όταν αποφασίζει να επιτεθεί σε κάποιο ζωτικό τομέα του δημοσίου ξεκινά με μια συστηματική προσπάθεια απαξίωσής του. Αυτό έχει γίνει με την υγεία, την ενέργεια, τις μεταφορές και από αυτόν τον κατάλογο δεν θα μπορούσε, βέβαια, να λείψει η εκπαίδευση. Η πώληση του, με αυτόν τον τρόπο, απαξιωμένου προϊόντος σε ιδιώτες ή η επιβολή ιδιωτικών λογικών διαχείρισής του, παρουσιάζεται στη συνέχεια ως φυσιολογική, αν όχι ως επιθυμητή.

Η δεύτερη συνταγή του νεοφιλελευθερισμού, την οποία η κ. Διαμαντοπούλου και οι επιτελείς της ακολουθούν με περισσή συνέπεια, είναι αυτή η οποία επιτάσσει ότι, όταν ξεσπάει μια σοβαρή οικονομική κρίση σαν αυτή την οποία βιώνει σήμερα ο ελληνικός λαός, επιβάλλονται με τη μορφή καταιγισμού σειρά νεοφιλελεύθερων μέτρων σε διαφορετικούς τομείς, τα οποία θα ήταν πολύ δύσκολο να επιβληθούν παλιότερα. Με το πρόσχημα της κρίσης οι κυβερνώντες είναι πεπεισμένοι ότι οι κοινωνίες, παραλυμένες από το σοκ, θα αποδεχθούν παθητικά πολιτικές, τις οποίες πολύ δύσκολα θα αποδέχονταν σε άλλες συνθήκες. Απέναντι στο, κατά πολύ ηπιότερο από νεοφιλελεύθερης άποψης, νομοσχέδιο της κ. Γιαννάκου ξέσπασε, όπως όλοι θυμόμαστε, μια έντονη αμφισβήτηση. Μόνον που η κ. Γιαννάκου νομοθετούσε σε μια εποχή που ο καιρός ήταν σχετικά αίθριος, ενώ η κ. Διαμαντοπούλου νομοθετεί ενώ ο καιρός είναι νεφελώδης, γι’ αυτό και τρέφει την ελπίδα ότι οι άνθρωποι μη ξέροντας από τι να πρωτοφυλαχθούν, θα αποδεχθούν χωρίς πολλές διαμαρτυρίες το νεοφιλελεύθερο έκτρωμά της.

Γιατί χαρακτηρίζω το νομοσχέδιο αυτό νεοφιλελεύθερο έκτρωμα; Θα περιοριστώ στο σύντομο αυτό άρθρο σε δύο μόνον πλευρές του. Δεν είναι οι μόνες, αλλά σίγουρα είναι από τις πιο σημαντικές. Η πρώτη αφορά την ίδια τη δημοκρατία και η δεύτερη τα δίδακτρα των παιδιών μας.

Η δημοκρατία δεν ανθεί στο σημερινό ελληνικό πανεπιστήμιο. Οι δυο μεγάλες κυβερνητικές φοιτητικές παρατάξεις έχουν δημεύσει, κυρίως προς όφελος των στελεχών τους, την έκφραση των φοιτητών. Μόνον που απέναντι σε αυτήν τη σοβαρή δυσλειτουργία της δημοκρατίας στο πανεπιστήμιο, η λύση δεν είναι η κατάργηση της δημοκρατίας, στη λογική του “πονάει χέρι, κόψει χέρι”. Η στάθμιση της φοιτητικής ψήφου, η οποία συνδέει τη φοιτητική εξουσία με το ποσοστό συμμετοχής τους στην ανάδειξη ακαδημαϊκών οργάνων, θα αποτελούσε την ιδανική λύση στο παραπάνω πρόβλημα και μια τέτοια λύση έχει υποδειχτεί από δυνάμεις της αριστεράς. Αλλά η λύση αυτή απορρίφθηκε από την κυβέρνηση, εφόσον δεν ανταποκρίνεται στη νεοφιλελεύθερη αντίληψη για τη διακυβέρνηση, όχι μόνον των πανεπιστημίων αλλά και των κοινωνιών ευρύτερα. Σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους οι πολλοί δεν είναι ικανοί να διαχειριστούν τις τύχες των κοινωνιών. Το “γκοβέρνο” μπορούν και πρέπει να το κρατάνε λίγοι στα χέρια τους. Έτσι, λοιπόν, δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι με το νομοσχέδιο της κ. Διαμαντοπούλου, τέσσερεις μόνον άνθρωποι, μέλη του παντοδύναμου “Συμβουλίου του Ιδρύματος” θα καθορίζουν στον απόλυτο βαθμό την τύχη του πανεπιστημίου στο οποίο προΐστανται.

Το σύνταγμά μας επιτάσσει τη δωρεάν ανώτατη εκπαίδευση. Μία πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ διευκρινίζει, όμως, ότι κάτι τέτοιο ισχύει μόνο για τις προπτυχιακές σπουδές. Το νομοσχέδιο του υπουργείου παιδείας αναφέρει ρητά ότι θα μπορούν να υπάρξουν πτυχία τριετούς διάρκειας. Κατά συνέπεια, τίποτα δεν θα απαγορεύει στα πανεπιστήμια να ζητούν και να εισπράττουν δίδακτρα για το τέταρτο ή για το πέμπτο και έκτο έτος, σε όσες σχολές η διάρκεια των σπουδών υπερβαίνει τα τέσσερα έτη. Με δεδομένη μάλιστα την επιβαλλόμενη από το νεοφιλελευθερισμό ραγδαία μείωση της κρατικής χρηματοδότησης, όλα δείχνουν ότι τα πανεπιστήμια θα ζητήσουν αναγκαστικά δίδακτρα για τα έτη αυτά, ενώ τα πολλά μεταπτυχιακά, που σήμερα είναι δωρεάν, θα είναι υποχρεωμένα να επιβάλουν και αυτά με τη σειρά τους δίδακτρα.

Καλό είναι στο σημείο αυτό να υπενθυμίσει κανείς ότι τα φοιτητικά δάνεια στις ΗΠΑ ανέρχονται στο ιλιγγιώδες ποσό των 833 δισ. δολαρίων, ενώ ελάχιστοι απόφοιτοι των ακριβών πανεπιστημίων αναζητούν εργασία στο δημόσιο τομέα, εφόσον οι απολαβές σε αυτόν τον τελευταίο δεν τους επιτρέπουν να αποπληρώσουν τα δάνεια τα οποία έχουν πάρει. Το πόσο καταστρεπτικό μπορεί να αποβεί για μια χώρα το γεγονός ότι τα καλύτερα μυαλά της δεν επιλέγουν το δημόσιο, είναι κάτι στο οποίο δεν χρειάζεται να επιμείνει κανείς.

Ο Άδωνις Γεωργιάδης του ΛΑΟΣ με δυσκολία έκρυβε τον ενθουσιασμό του όταν διαπίστωνε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής ότι «το νομοσχέδιο της Διαμαντοπούλου είναι πολύ πιο δεξιό από αυτό της Γιαννάκου». Ο Γεωργιάδης δεν λάθεψε στη διάγνωσή του. Ούτε και εμείς όμως λαθεύουμε όταν διακηρύσσουμε με κάθε τρόπο ότι το νομοσχέδιο αυτό που καταργεί κάθε έννοια του ακαδημαϊκού, δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου δεν θα γίνει ποτέ πράξη.

_________________________________

Ο Σταύρος Κωνσταντακόπουλος διδάσκει κοινωνική και πολιτική θεωρία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το άρθρο γράφηκε για το “Φόρουμ”.

Από συνέντευξη του πανεπιστημιακού Βένιου Αγγελόπουλου:

«Στο Πανεπιστήμιο του Middlesex το Τμήμα Φιλοσοφίας, πρώτο στη βρετανική κατάταξη αξιολόγησης, καταργείται, σε λιγότερο από ένα έτος μετά την αξιολόγηση, ως μη ανταποδοτικό. Φαντάζομαι ότι και οι δικές μας αρχαιολογικές σχολές θα κλείσουν, εκτός εάν συμβληθούν με αρχαιοκάπηλους.»

Θα πρόσθετα πως, κι αν ακόμη συμβάλλονταν όχι με αρχαιοκάπηλους, αλλά –ας πούμε– με τουριστικούς πράκτορες ή ξενοδόχους, πάλι δεν θα ’πρεπε να ’μαστε χαρούμενοι: Η επιστήμη δεν ευδοκιμεί, όταν το προϊόν τής έρευνάς της αντιμετωπίζεται προεχόντως ως εν δυνάμει εμπόρευμα, είτε παράνομο, είτε νόμιμο.

Μ.Μ.

Παρά τις έντονες αντιδράσεις σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας και παρά την άρνηση της τοπικής αυτοδιοίκησης να συναινέσει στις κυβερνητικές επιλογές, το Υπουργείο Παιδείας προχώρησε σε εκτεταμένες συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, δίνοντας στη δημοσιότητα τους σχετικούς πίνακες.

Προβάλλοντας σαθρά και ανακριβή επιχειρήματα, όπως ότι δήθεν τα κριτήρια των συγχωνεύσεων είναι κυρίως παιδαγωγικά, ότι δεν θα αυξηθεί ο ήδη αυξημένος αριθμός των μαθητών ανά τμήμα, ότι δεν θα δημιουργηθούν σχολεία μαμούθ και ότι στόχος είναι ο εξορθολογισμός της δημόσιας εκπαίδευσης, ανακοινώνει για τη μεν Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση ότι 1.523 σχολικές μονάδες συγχωνεύονται σε 672, ενώ για τη Δευτεροβάθμια 410 σχολικές μονάδες συγχωνεύονται σε 205.

Στο Νομό Πρέβεζας στην Α/θμια Εκπαίδευση υποβιβάζονται τα Δημοτικά Σχολεία: 4/θ Αγιάς σε 3/θ, 5/θ Ριζοβουνίου σε 3/θ, 12/θ Λούρου σε 8/θ. Συγχωνεύονται: 1/θ Ναρκίσσου και 2/θ Βουβοποτάμου, 1/θ Κλεισούρας και 2/θ Κερασώνα. Καταργούνται: 1/θ Κυψέλης, 1/θ Θεμέλου, 1/θ Κορώνης, 1/θ Στεφάνης, 1/θ Μελιανών. Καταργούνται τα Νηπιαγωγεία Γυμνότοπου, Κερασώνα, Θεμέλου, Κορώνης, Λούτσας ενώ συγχωνεύονται τα Νηπιαγωγεία Βουβοποτάμου και Ναρκίσσου. Καμία ίδρυση τάξης ένταξης που έχουν ανάγκη τα σχολεία, καμία προαγωγή (4ο Δημοτικό Πρέβεζας από 7/θ σε 10/θ),όπως είχε υποσχεθεί ο Διευθυντής Α/θμιας.

Στην Β/θμια Εκπαίδευση η Διευθύντρια έκανε πίσω μόνο στη συγχώνευση του 1ου και 2ου Γυμνασίου Πρέβεζας, και συγχωνεύτηκαν: 1ο, 2ο Γυμνάσιο Φιλιππιάδας, Γυμνάσιο Παναγιάς και Γοργομύλου καθώς επίσης και 1ο, 2ο Λύκειο Φιλιππιάδας, Λύκειο Παναγιάς και Λύκειο Γοργομύλου. Οι συγχωνεύσεις δε φτάνουν το 37% των σχολικών μονάδων του Νομού κατέχοντας την 3η θέση πανελλαδικά!

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η πολιτική της Κυβέρνησης ακολουθεί μια συγκεκριμένη διαδρομή σε όλες της τις αποφάσεις. Το πρώτο της βήμα είναι η περίφημη “δημόσια διαβούλευση”. Αναρτά στο διαδίκτυο θέσεις και απόψεις πάνω στα θέματα που πρόκειται να πάρει αποφάσεις και καλεί τους πολίτες να στείλουν τις απόψεις τους, τις θέσεις τους. Έτσι οι αποφάσεις που παίρνονται έχουν το “δημοκρατικό μανδύα” του ελεύθερου διαλόγου. Σε δεύτερο βήμα υποβαθμίζει εσκεμμένα το διάλογο με τα συνδικάτα πάνω σε συγκεκριμένες και ψηφισμένες θέσεις των ενδιαφερόμενων κλάδων. Στη περίπτωση δε των συγχωνεύσεων-καταργήσεων σχολικών μονάδων εντύπωση προξενεί ότι έγραψε στα παλιά της τα παπούτσια και τις αποφάσεις των τοπικών Δημοτικών Συμβουλίων σε όλη την Ελλάδα. Μην ξεχνάμε, οι Καλλικρατικοί Δήμοι θα συνεχίσουν το έργο της κατάρρευσης της Δημόσιας Εκπαίδευσης, του Δημόσιου Σχολείου.

Γιατί τελικά αυτό είναι το ζητούμενο για την Κυβέρνηση. Η σταδιακή υποβάθμιση και κατάργηση της Δημόσιας ΔΩΡΕΑΝ Εκπαίδευσης. Αυτό είναι και το Νέο Σχολείο που εξαγγέλλει, το ευέλικτο σχολείο της αμάθειας, της ημιμάθειας, της αυτοματοποιημένης απάντησης από “τράπεζα θεμάτων”, της ενίσχυσης της μαθητικής διαρροής, των πειθήνιων εκπαιδευτικών, δηλαδή το σχολείο της αγοράς.

Το επόμενο χρονικό διάστημα θα δούμε τη μείωση των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση και τη μετάθεση του κόστους λειτουργίας των σχολικών μονάδων στους δήμους και ουσιαστικά στους εργαζόμενους, με την επιβολή τοπικής φορολογίας.

Με άλλα λόγια, η χρηματοδότηση κάθε σχολικής μονάδας θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις οικονομικές δυνατότητες κάθε δήμου. Οι δήμοι με τη σειρά τους θα μεταθέτουν την οικονομική επιβάρυνση στους πολίτες, είτε επιβάλλοντας δίδακτρα, είτε άλλες εισφορές ή φόρους. Αν δεν μπορούν να ανταποκριθούν, τότε τα σχολεία θα υπολειτουργούν ή θα αναγκαστούν να δεχτούν τις “ευεργεσίες” των “χορηγών”.

Μακροπρόθεσμα το αποτελέσματα θα είναι ο μαρασμός και το κλείσιμο πολλών σχολείων, κυρίως των αγροτικών περιοχών, αφού οι κοινότητες και οι μικρότεροι δήμοι δε θα μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν στα έξοδα λειτουργίας τους, την ώρα που οι ποικιλώνυμοι “τοπικοί παράγοντες” θα ενδιαφέρονται για τη βιτρίνα τους, τα “καλά” σχολεία της περιοχής. Ανάλογα προβλήματα θ’ αντιμετωπίσουν και πολλά σχολεία των αστικών κέντρων, ιδιαίτερα των υποβαθμισμένων περιοχών, που θα εξελιχθούν σε σχολεία αλλοδαπών, μεταναστών και φτωχών Ελλήνων, κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ ή της Αγγλίας. Στον ανελέητο ανταγωνισμό που θα ξεσπάσει μεταξύ των σχολείων, οι μαθητές, με πρόσχημα το δικαίωμα επιλογής του σχολείου που θα φοιτήσουν, αντιμετωπίζονται ως πελάτες και παραγόμενα εμπορεύματα, αφού θα προετοιμάζονται έτσι, ώστε να κυκλοφορήσουν στην αγορά με καλύτερους όρους.

Τα σχολεία θα παραμερίζουν πιο εύκολα τη γενική μόρφωση σε όφελος των δεξιοτήτων που ζητά η αγορά, για να γίνονται πιο προσφιλή στις επιχειρήσεις εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Η παιδαγωγική και η διδακτική οφείλουν να υποταχθούν σε μια νέα αντίληψη που έχει σχέση περισσότερο με την επιχειρηματική λογική, αφού το σχολείο θα λειτουργεί με κριτήριο την εξεύρεση κονδυλίων και θα προσαρμόζει τη λειτουργία του σ’ αυτή την προοπτική.

Στα πλαίσια της αποκέντρωσης είναι προφανές ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει ένα νέο ρόλο και κυρίως αυτοί που ασκούν διοίκηση. Στην ουσία θα μετατραπούν σε μάνατζερ-διαχειριστές που θα είναι υποχρεωμένοι ν’ αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου.

Στο σχέδιο νόμου που έχει καταρτίσει το Υπουργείο Παιδείας για την “αναδιοργάνωση των περιφερειακών υπηρεσιών της εκπαίδευσης” αποδυναμώνεται ο ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων, που είναι συλλογικό όργανο, και αρμοδιότητές του μεταφέρονται στο Διευθυντή, που έχει πλέον αναβαθμισμένο και κυρίαρχο ρόλο. Ο Διευθυντής θα έχει την ευθύνη αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας και φυσικά των εκπαιδευτικών και θα είναι και πειθαρχικός προϊστάμενος για το προσωπικό της σχολικής μονάδας. Καταλαβαίνουμε πως επιχειρείται να μετατραπεί ο εκπαιδευτικός της τάξης σε πειθήνιο όργανο της εκάστοτε εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η επίθεση κατά των εκπαιδευτικών συνεχίζεται με την κατάργηση της μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της Α/θμιας. Ένας θεσμός 90 χρόνων, 2ετούς διάρκειας, μέσα στα Πανεπιστήμια, καταργήθηκε μέσα σε μια μέρα με απαξιωτική επιστολή του Γ. Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας προς το Προεδρείο της ΔΟΕ. Ένας θεσμός ουσιαστικής επιμόρφωσης, μέσα στα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων της χώρας, με αξιοκρατικές εισαγωγικές εξετάσεις, αντί να αναβαθμιστεί και να διευρυνθεί και για τους εκπαιδευτικούς της Β/θμιας, καταργείται λόγω κόστους. Αντ’ αυτού το Υπουργείο εξαγγέλλει τη “φτηνή” επιμόρφωση των 200 ωρών, με 40-60 ώρες face to face και τις υπόλοιπες μέσω διαδικτύου e-learning. Σε λίγο θα χάσουμε κάθε επικοινωνία στο Νέο Σχολείο της ευέλικτης νέας “σοσιαλιστικής” εποχής.

Ας γνωρίζει η κυβέρνηση ότι η εκπαιδευτική κοινότητα είναι σε θέση να αποτρέψει με τους αγώνες της αυτή την καταστροφική για τον τόπο μας και την εκπαίδευση στροφή. Δεν ξεγελιέται με τα εύκολα συνθήματα “πρώτα ο μαθητής”, “νέο σχολείο”, γιατί οι πράξεις της δείχνουν το αντίθετο: “πρώτα η αγορά – επιστροφή στο παρελθόν”.

Οι αγώνες για ένα δημόσιο σχολείο που θα χωράει όλους τους μαθητές, όλους τους εκπαιδευτικούς, ολόκληρη την γνώση, θα έχει συνέχεια.

23/3/2011, Παναγιώτης Παπαδάτος

Στο φύλλο τού περασμένου Νοεμβρίου δημοσιεύσαμε τον πανηγυρικό τού θεολόγου καθηγητή Γιώργου Μάλφα για την 28η Οκτωβρίου στο Γυμνάσιο Σαγέικων Αχαΐας. Επειδή θέλουμε κι εμείς να τιμούμε τους ανθρώπους που βλέπουμε να τιμούν τη δουλειά και τη θέση τους, δημοσιεύουμε εδώ άλλη μια ομιλία, για την 25η Μαρτίου αυτή τη φορά, που εκφωνήθηκε πέρυσι στο 2ο ΕΠΑΛ Αχαρνών και κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο χωρίς το όνομα του συντάκτη της. Ψάχνοντας τα σχόλια κάτω από τις αναρτήσεις, μάθαμε το συντάκτη και το ιστολόγιό του, που σας συνιστούμε να το επισκεφθείτε: Είναι ο φιλόλογος Αντώνης Μιχαηλίδης και το ιστολόγιο http://mundusphilologiae.blogspot.com/.

Μ.Μ.

Σκέφτηκα να σου μιλήσω για τον Καραϊσκάκη, αλλά το μυαλό σου θα πάει στο γήπεδο. Σκέφτηκα να σου μιλήσω για το 21, αλλά ο νους σου θα πάει στην Ορίτζιναλ. Συλλογίστηκα πολύ, για να καταλήξω αν αξίζει να σε ταλαιπωρήσω για κάτι τόσο µακρινό, τόσο ξένο. Δύο αιώνες πίσω κάποια γεγονότα, τι να λένε σε σένα; Σε εσένα που βιάζεσαι να φύγεις, να πας για τσιγάρο, για καφέ ή για κάτι άλλο. Θα σου μιλήσω λοιπόν προσωπικά. Εγώ ο δάσκαλος που δούλεψα ένα χρόνο σε αυτό το σχολείο και σε δεκαπέντε μέρες φεύγω για αλλού. Σε εσένα που είσαι εδώ ένα, δύο, τρία ή και περισσότερα χρόνια, θα σου μιλήσω σταράτα για να σου εκφράσω δυο σκέψεις µου.

Οι μαθητές που συνάντησα μέσα στις τάξεις, οι μαθητές που δίδαξα φέτος στην

Gerry Charm, Αφύπνιση

συντριπτική τους πλειονότητα µε σεβάστηκαν, αν και δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του μαθήματος. Πολλοί όμως από τους υπόλοιπους μαθητές δε µε σεβάστηκαν, µε προσέβαλαν κατ’ επανάληψη. Με έργα, µε λόγια, µε ύβρεις, δείχνοντας ένα χαρακτήρα και ένα ήθος που µε σόκαρε, που µε έβαλε σε μελαγχολικές σκέψεις. Αυτό το φαινόμενο αποδεικνύει πως κάτι σάπιο υπάρχει σε αυτό το σχολείο, πως εκτός του γνωστικού ελλείμματος το συγκεκριμένο σχολείο χωλαίνει δραματικά και στο ηθικοπλαστικό του έργο, στη διαμόρφωση δηλαδή των μαθητικών ψυχών και πνευμάτων. Και η ευθύνη για αυτήν την αποτυχία είναι ευθύνη αποκλειστικά δική µας, των δασκάλων σας και των γονιών σας. Δεν έχουμε κατορθώσει να σας δείξουμε πως χωρίς αρχές η ζωή σας αύριο θα είναι µια κόλαση, πως χωρίς όνειρα και στόχους θα χρειαστείτε υποκατάστατα, θα καταφύγετε πιθανόν σε επιλογές που θα σας ξεφτιλίσουν, θα σας κάνουν να σιχαίνεστε τον εαυτό σας, θα σας γεμίσουν τη ζωή πλήξη και κούραση, θα σας γεράσουν πρόωρα.

Αν όμως θέλετε µια συμβουλή από ένα δάσκαλο, σκεφτείτε το παράδειγμα του Μακρυγιάννη, που έφτασε αγράμματος μέχρι τα πενήντα σχεδόν, για να καταλάβει τότε πως η μόρφωση, η καλλιέργεια ήταν το όπλο που έλειπε από την προσωπική του θήκη. Και κάθισε µε πολλή δυσκολία και χωρίς δάσκαλο και έμαθε πέντε κολλυβογράμματα, για να µας πει την ιστορία του βίου του, το παραμύθι της επανάστασης των υπόδουλων Ρωμιών. Αυτό το παράδειγμα είναι για σένα το πιο κατάλληλο, και μπορείς τριάντα χρόνια νωρίτερα από το στρατηγό Μακρυγιάννη να ακολουθήσεις το δρόμο που εκείνος έδειξε, το μονοπάτι της καλλιέργειας, το δρόµο της παιδείας, τη λεωφόρο της προσωπικής σου προκοπής. Δεν είστε σε τίποτε λιγότερο ικανοί από τον μπάσταρδο γιο της καλογριάς, τον Αρβανίτη Γιώργη Καραϊσκάκη. Ήταν κι αυτός αθυρόστομος σαν κι εσάς, αλλά είχε αυτό που από τα αλβανικά μάθαμε σαν μπέσα, ήταν πάνω απ’ όλα μπεσαλής. Αυτό θα ’θελα να έχετε κι εσείς. Υπευθυνότητα, μπέσα, τσίπα. Να αναλαμβάνετε τις ευθύνες σας, να απεχθάνεστε την υποκρισία, να σιχαίνεστε το συμφέρον, να μισείτε το ψέμα και την ευθυνοφοβία.

Η αγάπη για τον τόπο του, η λατρεία για την πατρίδα του ήταν αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του Νικήτα Σταματελόπουλου, του Νικηταρά. Αγωνίστηκε στη διάρκεια της επανάστασης, συνέβαλε στην απελευθέρωση της πατρίδας του κι έπειτα φυλακίστηκε, για να χαθεί σ’ ένα στενοσόκακο του Πειραιά, σχεδόν τυφλωμένος, πάμπτωχος και εγκαταλειμμένος από όλους. Δε ζήτησε τίποτε από την ελεύθερη Ελλάδα κι όταν οι γύρω του τον παρακινούσαν να απαιτήσει από την κυβέρνηση µια πλούσια σύνταξη, απαντούσε πως η πατρίδα τον αμείβει πολύ καλά, λέγοντας ψέματα, για να μην προσβάλει την πατρίδα του. Είναι δύσκολο, το κατανοώ, το παράδειγμα του Νικηταρά. Αλλά νομίζω πως κι εσείς είστε ικανοί για τα δύσκολα, μπορείτε να ακολουθήσετε το δρόµο της αξιοπρέπειας, να προσπαθήσετε τίμια και µε αγωνιστικότητα για εσάς και για το μέλλον της οικογένειας που αύριο θα κάνετε.

Ξέρω, καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι πως σας προτείνω µια διαδρομή ζωής δύσκολη και απαιτητική, όταν δίπλα σας κυριαρχεί ο εύκολος δρόμος των γονιών, των δασκάλων, των πολιτικών, της εποχής στην οποία μεγαλώνετε. Όμως κάθε εποχή ελπίζει στους νέους της, περιμένει από αυτούς να σηκώσουν ψηλά και µε επιτυχία τη σημαία του αγώνα και να οδηγήσουν την πατρίδα τους, τον τόπο τους σε καλύτερες μέρες, σε πιο φωτεινές σελίδες. Κι όταν βλέπω την εποχή µας να μαραζώνει χωμένη στην αλλοτρίωση, να ξεψυχά από την τηλεοπτική ανία, να μουχλιάζει από το κυνήγι της ευκολίας, μόνο σε εσάς ελπίζω, στην ειλικρινή σας διάθεση να αγωνιστείτε, να αντισταθείτε, να πολεμήσετε, να νικήσετε. Μη µας απογοητεύσετε.

 

Το Σεπτέμβρη του 2009 οι φοιτητές στεγάστηκαν για πρώτη φορά στα καινούργια κτίρια του ΤΕΙ Πρέβεζας μετά από αναμονή σχεδόν μιας δεκαετίας. Μιας δεκαετίας που, όσο καθυστερούσε το έργο και η μετεγκατάστασή τους στα καινούργια κτίρια, οι φοιτητές είχαν μετατραπεί σε πιόνια και θύματα διάφορων γραφειοκτατικών «κολλημάτων», πολιτικών σκοπιμοτήτων και ανούσιων αντιπαραθέσεων ψηφοθηρικού χαρακτήρα των παρατάξεων, κυρίως ΠΑΣΠ – ΔΑΠ, που τους απομάκρυναν από τα προβλήματα (τον πόλεμο) που αντιμετώπιζε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση.

Πέρυσι τέτοια εποχή περίπου, ο πρόεδρος του ΤΕΙ Ηπείρου κ. Γκίκας καυχιόταν για τα νέα και σύγχρονα κτίρια, όπου στεγάζεται πλέον το ΤΕΙ Πρέβεζας. Τα νέα κτίρια όμως έπρεπε να προστατευθούν από τους «βάνδαλους φοιτητές». Έτσι, με εντολές του κ. Γκίκα οι φύλακες του ΤΕΙ μετατράπηκαν σε ένα είδος «μπάτσων» της σχολής, που είναι υπεύθυνοι για την τάξη και ασφάλεια στο ΤΕΙ, με αποτέλεσμα να υπάρχει έντονη και υπερβολική επιτήρηση των κτιρίων και των φοιτητών(!), σε σημείο που ο κ. Γκίκας να παρεμβαίνει και να ορίζει τα όρια της έκφρασης των φοιτητών και των παρατάξεων μέσα στη σχολή. Βέβαια ο κ. Γκίκας στην προσπάθειά του να προστατεύσει τα κτίρια φαίνεται να αψήφησε τους νόμους της φυσικής, καθώς απ’ ό,τι φαίνεται τα κτίρια αρχίζουν να καταρρέουν. Με τις πρώτες βροχές το κυλικείο πλημμυρίζει, τα ταβάνια στάζουν και ήδη έπεσε το πρώτο κομμάτι από το ταβάνι και η αίθουσα γεμίζει νερά.

Βέβαια, πέρα από τα κτιριακά προβλήματα, που απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχίσουν να έχουν οι φοιτητές της Πρέβεζας, και την ‘’αστυνομοκρατία’’ στη σχολή, ένα σημαντικό πρόβλημα είναι αυτό της πρόσβασης στο ΤΕΙ και στη φοιτητική λέσχη, καθώς το μοναδικό λεωφορείο συχνά αδυνατεί να εξυπηρετήσει τους φοιτητές (στις 6 μ.μ. το τελευταίο δρομολόγιο).

Η δημοτική αρχή δεν έκανε απολύτως τίποτα για να επιλύσει το πρόβλημα της πρόσβασης στο ΤΕΙ, της συχνότητας των δρομολογίων αλλά και του ακριβού κατά τα άλλα εισιτηρίου που καλούνται να πληρώνουν οι φοιτητές. Εν όψει των αυτοδιοικητικών εκλογών, λοιπόν, που ενδεχομένως οι υποψήφιοι θα επισκεφθούν το ΤΕΙ, δεν θα πρέπει να παραβλέψουν πως, μπορεί οι φοιτητές να μην ψηφίζουν στην Πρέβεζα, αλλά αντιμετωπίζουν ακριβώς τα ίδια προβλήματα με τους κατοίκους της, όντας μέρη αυτής της κοινωνίας. Επίσης, οι φοιτητές δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μια ευκαιρία επέκτασης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων της Πρέβεζας, αλλά μια ευκαιρία «σύνδεσης» του ΤΕΙ με την πόλη, με τη βοήθεια της δημοτικής αρχής, ώστε να προσφέρουν οι φοιτητές στην Πρέβεζα κοινωνικό και πολιτιστικό έργο.

Χρήστος Βλάχος

Με ένα καλά τεκμηριωμένο άρθρο και με τίτλο «κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος στο ΤΕΙ Ηπείρου» ο καθηγητής του ΤΕΙ κ. Χ. Ναξάκης γνωστοποιεί τις απόψεις του για το μέλλον του ΤΕΙ. Σε κάποιο σημείο αναφέρει :

«Δεκαετίες τώρα οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν την χώρα στο όνομα δήθεν της περιφερειακής ανάπτυξης αντικατέστησαν τις στρατιωτικές μονάδες που ήταν διάσπαρτες σε όλη την επικράτεια και σιγά σιγά είχαν αρχίσει να κλείνουν, στερώντας τις τοπικές κοινωνίες από σημαντικές εισροές χρηματικών πόρων, με εκατοντάδες τμήματα ΤΕΙ και Πανεπιστημίων. Τις περισσότερες φορές τα τμήματα αυτά ήταν ρουσφέτια του Υπουργείου Παιδείας προς βουλευτές – δημάρχους – νομάρχες, που με τη σειρά τους πουλούσαν φρούδες ελπίδες για απεριόριστη ανάπτυξη της περιοχής τους, αγοράζοντας ψήφους…». (εφ. Πρέβεζα. 19-20 Ιούνη, σελ 8)

Θα συμφωνήσω με τις απόψεις του καθηγητή. Το μόνο που με δυσκολεύει είναι το πού θα εντάξω τις πρόσφατες  “μεγαλειώδεις” (τύπου ταρατατζούμ) προτάσεις κάποιων ντόπιων παραγόντων για ίδρυση σχολής μανιταριών στο Ζηρό ή ίδρυση “σχολής επεξεργασίας κρέατος”  (χασάπηδων;) στην περιοχή μας.  Εντάσσονται άραγε σε κάποιον «στρατηγικό σχεδιασμό των αναγκών της χώρας» ή πάνε πακέτο με την παραπάνω  άποψη του καθηγητή;

ΔιΠ

Στις 24-4-2010 πραγματοποιήθηκε στην Πρέβεζα μια αρκετά ενδιαφέρουσα εκδήλωση – συζήτηση με θέμα το πολυνομοσχέδιο για την παιδεία και το νέο σχολείο. Την εκδήλωση οργάνωσε η Νεολαία Συνασπισμού και οι εκπαιδευτικοί του ΣΥΡΙΖΑ, με ομιλήτρια την Ελένη Ζωγραφάκη, μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ. Υπήρχε μεγάλη συμμετοχή από εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς, με έντονο ενδιαφέρον, πολλές παρεμβάσεις και πλούσιο διάλογο.

Το νέο σχολείο της κας Διαμαντοπούλου, παρά το ωραίο περιτύλιγμα, με

Ralph Crane, Υβριδική γαλοπούλα 60 λιβρών και ο Donny Bigfeather, 35 λιβρών

φράσεις όπως “πρώτα ο μαθητής”, “αξιολόγηση”, “αξιοκρατία”, δεν είναι τίποτα άλλο από το φτηνό σχολείο της αγοράς και του ΔΝΤ. Δύο είναι τα εργαλεία για την επίτευξη αυτού του στόχου:

1. Ο δραστικός περιορισμός των εκπαιδευτικών και οι ανατροπές στις εργασιακές τους σχέσεις.

Το στοίχημα της υπουργού είναι να δουλέψουν στα σχολεία 17.000 λιγότεροι εκπαιδευτικοί. Η συνταγή είναι έτοιμη: συγχωνεύσεις σχολείων, συμπτύξεις τμημάτων, συμπληρώσεις υποχρεωτικού ωραρίου σε 3-4 σχολεία (που μπορεί να απέχουν και 40 χλμ., χωρίς οδοιπορικά), υποχρεωτικές υπερωρίες μέχρι 5 ώρες, καθυστέρηση έναρξης και ενδεχομένως και ματαίωση της ενισχυτικής και της πρόσθετης διδακτικής στήριξης, περικοπές στα πολιτιστικά και περιβαλλοντικά προγράμματα.

Το νέο σχολείο απαιτεί έναν εκπαιδευτικό υποταγμένο. Το πρώτο βήμα γίνεται με το θεσμό του δόκιμου εκπαιδευτικού, που, αν δεν κριθεί κατάλληλος, δεν εντάσσεται απαραιτήτως. Μπορεί και ν’ απολυθεί. Γίνεται έτσι η απαρχή της άρσης της μονιμότητας.

2. Η προσχηματική αυτο-αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και του εκπαιδευτικού έργου, με κριτήρια όμως αγοράς, δηλαδή εφαρμογής μοντέλων αξιολόγησης και ελέγχου με “πιστοποιητικά ποιότητας”, σύμφωνα με τα πρότυπα της βιομηχανίας και του εμπορίου.

3. Κριτήρια όπως αυτό που αφορά τους οικονομικούς πόρους των σχολείων με ερωτήματα όπως: «- Οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι επιτρέπουν τη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για την ανάπτυξη της σχολικής ζωής; – Ο Δήμος ή η Κοινότητα υποστηρίζει οικονομικά το σχολείο; – Ο Σύλλογος Γονέων/Κηδεμόνων ενισχύει οικονομικά το σχολείο; – Η Σχολική Επιτροπή ανταποκρίνεται στα αιτήματα του σχολείου;»

Ουσιαστικά αποδεσμεύεται το κράτος από την υποχρέωσή του να χρηματοδοτεί τη δημόσια εκπαίδευση και βάζει τη σχολική κοινότητα σε αναζήτηση χορηγών και τους γονείς να βάλουν κι άλλο το χέρι στην τσέπη, ακόμα και για τις λειτουργικές ανάγκες των σχολείων.

Σε συνεργασία με τα κριτήρια που αφορούν τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα (φοίτηση, επίδοση, διαρροή, ατομική – συναισθηματική – κοινωνική ανάπτυξη μαθητών, κ.λπ.) αξιολογούνται τυπικά μόνο οι εκπαιδευτικοί, στους οποίους χρεώνεται αποκλειστικά το βάρος της σχολικής αποτυχίας και δεν παίρνονται υπόψη στην αξιολόγηση μια σειρά άλλοι παράγοντες, όπως κοινωνικοοικονομικοί, οικογενειακοί, ατομικοί, σε σχέση με τις γνωστικές ικανότητες ή την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση ενός παιδιού κ.α., που συντελούν στην επιτυχία ή την αποτυχία ενός παιδιού στο σχολείο.

Οδηγούμαστε έτσι σε “καλά” σχολεία για τις ελίτ και “κακά” σχολεία για τους φτωχούς μαθητές. Σχολεία που με βάση ταξικά κριτήρια θα μπορούν να εξασφαλίσουν πόρους, αλλάζοντας μάλιστα και την κατανομή των μαθητών μέσα από την κατάργηση των χωροταξικών κριτηρίων, που ίσχυαν μέχρι σήμερα, για την επιλογή σε ποιο σχολείο θα φοιτήσει ένας μαθητής. Οδηγούμαστε σε κατηγοριοποίηση των σχολείων για τις ανάγκες της αγοράς. Σχολεία “ελίτ”, σχολεία “μέτρια”, “κακά” σχολεία… και ο νοών νοείτω.

Επιμέλεια: Καλλιόπη Μιχελάκου

Περιμέναμε κάτι διαφορετικό; Μα φυσικά και όχι. Οι εξαγγελίες της κας Υπουργού σε κανάλια, διαδίκτυο και εφημερίδες απέδειξαν για άλλη μια φορά ότι όλη η φασαρία που ξεκίνησε από τις προγραμματικές δηλώσεις σχετικά με την παιδεία γίνεται για το τίποτα. Στην αρχή ακούσαμε τα εξαιρετικά «πιασάρικα» συνθήματα όπως ‘’οραματιζόμαστε ένα ανοιχτό σχολείο’’ που στόχο θα έχει ‘πρώτα τον μαθητή’’, θα δώσουμε κίνητρα σε γνώση και έρευνα κ.α. Βαρύγδουπες λέξεις, επικοινωνιακά κομψές και πετυχημένες, δημιουργούν ένα κλίμα χαράς αισιοδοξίας στον κόσμο και ιδιαίτερα σε γονείς και μαθητές ότι κάτι κινείται, ότι τουλάχιστον οι καινούριοι κυβερνώντες ενδιαφέρονται και δραστηριοποιούνται.

Le Corbusier, Ανάμεσα σε δύο, Νο 12

Στην πραγματικότητα δεν ακούσαμε λέξη για το τεχνοκρατικό σύστημα στην εκπαίδευση, για το εξοντωτικό σχολείο το οποίο έχει σαν στόχο την δημιουργία «συνεργάσιμων και υπάκουων  μηχανών και όχι ανθρώπων». Επίσης δεν ακούσαμε καμιά εξαγγελία αναφορικά με την κατάργηση των πανελληνίων εξετάσεων και της βάσης του 10 ούτε καν αναφορά σε θέματα ρατσισμού στο σχολείο. Αλήθεια όμως σας κάνει εντύπωση; Εμένα προσωπικά όχι και πολύ μεγάλη γιατί δεν ξεχνάω ποιος οραματίστηκε και έφερε τόσο ανεύθυνα όλα αυτά τα «ωραία»  μέτρα στις ζωές χιλιάδων μαθητών και δεν είναι άλλος από τις πράσινες και μπλε κυβερνήσεις  αλλά και τους εκάστοτε υπουργούς. Άρα γιατί οι σημερινοί κύριοι της κυβέρνησης (που τυχαίνει να δηλώνουν και σοσιαλιστές) να τα πάρουν πίσω και να φέρουν αλλαγές.

Ξέρετε όμως δεν με εξοργίζει αυτό γιατί αν και μικρός ηλικιακά έχω εμπεδώσει πια στο πετσί μου τις πολιτικές των μεγάλων κομμάτων για την παιδεία. Το παρανοϊκό όμως της υπόθεσης είναι ότι η κυρία υπουργός αντί να συζητήσει με μαθητές, εκπαιδευτικούς και συνδικαλιστικούς φορείς για τα προβλήματα της παιδείας και τις λύσεις πάνω σε αυτά, κάθεται και συνομιλεί με τον ΣΕΒ για την ανάπτυξη επιχειρηματικού πνεύματος στους μαθητές. Το οποίο εκτός από νεοφιλελεύθερο είναι και εντελώς χαζό. Λες και λύσαμε  όλα τα προβλήματα της παιδείας και  τώρα πρέπει να συμβαδίσουμε με τον ΣΕΒ.

Αν τελικά η κα. Υπουργός θέλει να σκύψει στα αληθινά προβλήματα ας πάψει να μας θεωρεί βλάκες και ας ακούσει τις επεξεργασμένες θέσεις των εκπαιδευτικών φορέων και όχι του ΣΕΒ και ας προσπαθήσει ουσιαστικά στην αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΟΥΤΣΗΣ

ΜΑΘΗΤΗΣ

Με το σημείωμα μου αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω τους “υπεύθυνους” συνάδελφους του ΤΕΕ και ειδικότερα της περιοχής μας (κύρια στο περιφερειακό τμήμα), γιατί με έβγαλαν από ένα μεγάλο άγχος. Τόσα χρόνια ζούσαμε με τον εφιάλτη των τόσων και τόσων περιβαλλοντικών προβλημάτων της περιοχής.

Ε! λοιπόν τώρα ξεκαθάρισαν τα πράγματα.

Σε πανελλαδική έρευνα του ΤΕΕ, που δημοσιεύτηκε στο ενημερωτικό δελτίο του ίδιου φορέα το Σεπτέμβρη (αρ. 2550/7-9-2009), αναφέρονται μια ατέλειωτη σειρά προβλημάτων περιβάλλοντος από όλη την Ελλάδα.

Από την Κέρκυρα ως την Κρήτη και από τον Έβρο ως την Πελοπόννησο. Σκουπίδια, εκτροπές ποταμών, καμένα δάση, δεξαμενές καυσίμων, ρύπανση και αυθαίρετη δόμηση, νεκρά ψάρια, άναρχη δόμηση, μπαζώματα και χωματερές, απόβλητα, αγωγοί πετρελαίου και εξόρυξη χρυσού, υδατικό έλλειμμα, ατμοσφαιρική ρύπανση κ.λπ., κ.λπ. Σήματα κινδύνου από παντού.

Εδώ στην περιοχή μας, με βάση τη συγκεκριμένη έρευνα, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα! (εκτός ίσως από αυτά που αναφέρει το Π.Τ Αιτ/νίας για τον Αμβρακικό και που και αυτά ελέγχονται…).

Σε όποιον ζει όμως στην περιοχή γεννώνται πολλά ερωτήματα:

Δεν ρωτήθηκαν οι συνάδελφοι της Ηπείρου ή κάτι άλλο συμβαίνει; Μήπως η συνάδελφος που συντόνισε την έρευνα και σταχυολόγησε τα ζητήματα δεν θεώρησε αξιόλογα τα προβλήματα της περιοχής μας;

Αρκεί το εμπορικό λιμάνι της Πρέβεζας να μεταφερθεί στα εσώτερα του Αμβρακικού για καλύτερα; Αρκεί το λιμενικό καταφύγιο του Παντοκράτορα να γίνει σύμφωνα με το νόμο και την τάξη; Οι ακτές προοδεύουν; Τα σκουπίδια και τα λύματα εξαφανίστηκαν; Οι ρυπάνσεις κάθε είδους εξαερώθηκαν; Η πανίδα και η χλωρίδα δεν υποφέρουν; Ο Αμβρακικός ευημερεί με τις ιχθυοκαλλιέργειές του, τις ανοξικές του μάζες και τις μαρίνες του; Κ.ο.κ.

συνάδελφος

Fernando Botero, Η σφαγή των αθώων

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ*
(Από την Αυγή της Κυριακής –  14/02/2010)

Ως κοινωνικό φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο το φροντιστήριο εμφανίζεται ουσιαστικά το 1922 μετά την ψήφιση του Ν. 2905 (περί οργανισμού του Αθήνησιν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου) με τον οποίο θεσπίζονται εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οι αθηναϊκές εφημερίδες κατακλύζονται από καταχωρήσεις φροντιστηρίων που διαλαλούν τις επιτυχίες τους.

Το 1933, η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος, αδυνατώντας να ικανοποιήσει τα μισθολογικά τους αιτήματα, επιτρέπει στους «καθηγητές της μέσης» να διδάσκουν ιδιαίτερα μέχρι και τρεις ώρες τη βδομάδα για να συμπληρώσουν το μισθό τους. Όσο διογκώνεται το φροντιστήριο, εκπληρώνει τριπλή λειτουργία: απασχόλησης πτυχιούχων «καθηγητικών» σχολών, ενίσχυσης των εισοδημάτων των διορισμένων εκπαιδευτικών και δραστικό μέσο μη ενασχόλησης με τα «κοινά». Γιατί να διεκδικήσει κάποιος συλλογικά μία αβέβαιη και γλίσχρη μισθολογική αύξηση, όταν μπορεί να βγάλει, γρήγορα και «μαύρα», τα πολλαπλάσια;

Η ακατανόητη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων μεταπολεμικά, μέχρι το 1981, να μην υιοθετήσουν τη διεθνή τάση μαζικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε μια συγκυρία οικονομικής ανάπτυξης, τροφοδότησε τόσο τη λεγομένη φοιτητική μετανάστευση στο εξωτερικό όσο και την αστυφιλία, καθώς πολυάριθμοι κάτοικοι μετακινήθηκαν από την επαρχία στην Αθήνα, για να δώσουν στα παιδιά τους περισσότερες ευκαιρίες για σπουδές.

Ο συγκριτικά μικρός αριθμός των εισακτέων (4.000 κοντά στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και 15.000 στα τέλη του 1970), σε μία περίοδο έντονης οικονομικής ανάπτυξης και διόγκωσης των κρατικών υπηρεσιών, εξέθρεψε την αναπαράσταση για το πτυχίο ως το κατεξοχήν κριτήριο αποτίμησης της προσωπικής διαδρομής. Ενισχυμένη από την απουσία οριζόντιας κινητικότητας στο σχολείο και συμπληρωματικών μορφών πρόσβασης στα ΑΕΙ, η εν λόγω αναπαράσταση ξαναζωντάνεψε δοξασίες του 19ου αιώνα, που ήθελαν τον Έλληνα ζηλωτή του σχολείου και των γραμμάτων, πρόθυμο για κάθε θυσία, προσωπική και οικογενειακή, για να προκόψει.

Παραδόξως, η «εξύμνηση» του σχολείου οδήγησε στην απονέκρωσή του. Η άνιση ανάπτυξη των κρατικών υπηρεσιών στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 δεν οδήγησε στη θεμελίωση ενός «κράτους-πρόνοιας», αλλά κατέστησε δυνατή τη γρήγορη απορρόφηση της πλειονότητας των αποφοίτων ΑΕΙ, κατά πρώτο λόγο των «ημετέρων». Έτσι, ενισχύθηκε κι άλλο η εικόνα του πτυχίου-διαβατηρίου για την ανοδική κοινωνική κινητικότητα, η οποία, με τη σειρά της, ανατροφοδότησε τη ζήτησή του. Συνέπεια; Ισχνή συμβολή της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη της χώρας, προσκόλληση στο παρελθόν, διαιώνιση των απαρχαιωμένων σχολικών δομών.

Όλα αυτά εξέθρεψαν το «αναγκαίο κακό», τα φροντιστήρια τα οποία επέτειναν τη διάλυση του δημόσιου σχολείου και δημιούργησαν σειρά από φαινομενικά παράδοξες καταστάσεις, που δεν μπορούν να ερμηνευτούν με όρους αγοράς, κόστους/οφέλους ή προσφοράς/ζήτησης. Θα περίμενε κανείς ότι ο τετραπλασιασμός των εισακτέων τα τελευταία 30 χρόνια, σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των μαθητών, θα οδηγούσε στην αποδυνάμωσή τους. Κάθε άλλο.

Με το χρόνο ο αριθμός των μαθητών στα φροντιστήρια αυξάνει. Μπορεί κάποιες κυβερνητικές πολιτικές, όπως η «μεταρρύθμιση Αρσένη», να συνέτειναν σ’ αυτό, δεν εξηγούν, όμως, το φαινόμενο. Πώς γίνεται να κάνουν φροντιστήριο, και μάλιστα περισσότερο από τους άλλους, οι μαθητές των «καλύτερων» και «ακριβότερων» γυμνασίων και λυκείων της χώρας; Πώς γίνεται να κάνουν τα παιδιά φροντιστήρια, ακόμη κι από το νηπιαγωγείο, το οποίο με τη σειρά του σχολειοποιείται;

Είναι προφανές ότι ο κόσμος του φροντιστηρίου συνιστά ένα σύμπαν με δικούς του κανόνες και κώδικες αμοιβαίας αλληλο-αναγνώρισης (η υψηλή τιμή μαρτυρά τον καλό φροντιστή και συνάμα την ευμάρεια της οικογένειας), από το οποίο σύμπαν ζουν χιλιάδες άνθρωποι. Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί εύκολα να το διαλύσει, και ενδεχόμενα δεν θα είχε λόγο να το αγγίξει, αν δεν υπομόνευε το δημόσιο σχολείο, τις αρχές και τους ρυθμούς του. Ενδεικτικά, το φροντιστήριο φαντάζει ως θεσμός πιο φιλελεύθερος, λιγότερο καταθλιπτικός και λιγότερο αυστηρός.

Τα προαναφερθέντα δεν είναι από μόνα τους κακά, εφόσον κάποια θα μπορούσε να τα κάνει κτήμα του και το δημόσιο σχολείο, για να καταπολεμήσει την πλήξη και την απώθηση που αισθάνονται πολλά παιδιά γι αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι, καθώς τα όρια ανάμεσα στους δύο θεσμούς είναι διαπερατά, λόγω κυρίως της εμπλοκής των εκπαιδευτικών και στους δύο, το σχολείο παραχωρεί όλο και περισσότερο αρμοδιότητές του υπέρ του φροντιστηρίου (όπως ο επαγγελματικός προσανατολισμός), ουσιαστικά δηλαδή αυτό-ακυρώνεται. Έτσι, απονευρώνονται και απο-νομιμοποιούνται μέτρα ορθά, όπως η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη και το Ολοήμερο.

Γιατί δεν αντιδρούν εντονότερα οι γονείς που πληρώνουν ένα τεράστιο τίμημα; Οι λόγοι είναι πολλοί, αρχής γενομένης από την προαναφερθείσα αναπαράσταση του πτυχίου. Ως σημαντικότερο θεωρώ την κοινωνική πίεση, που οδηγεί τους γονείς, ακόμη και τους πιο άπορους, να ταυτίσουν το φροντιστήριο με την τύχη των παιδιών τους και να πιστεύουν ότι αν δεν τα στείλουν τα αφήνουν στη μοίρα τους και τα καταδικάζουν στην αποτυχία. Εδώ ακριβώς έγκειται ο παραλογισμός του φροντιστηρίου.

Ξέρουμε ότι το σχολείο αναπαράγει σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για το φροντιστήριο, το οποίο λειτουργεί με βασικό γνώμονα το κέρδος: οι εύποροι, οικονομικά και γνωστικά, μαθητές, ιδιαίτερα των αστικών κέντρων, μαθητεύουν στα καλά φροντιστήρια και τους ακριβούς φροντιστές, οι λιγότερο εύποροι στα ανάλογα. Με τον τρόπο αυτό αναδιπλασιάζονται οι αρχικές ανισότητες. Το φροντιστήριο, με άλλα λόγια, δεν βοηθά όλους τους υποψήφιους να μπούνε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αντίθετα, διευρύνει τις πιθανότητες αυτών που έχουν ήδη τις περισσότερες πιθανότητες να περάσουν. Έτσι, νομίζω ότι μπορούμε να κατανοήσουμε και τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων τα τελευταία χρόνια, παρά την αύξηση του αριθμού των εισακτέων.

Κανένα σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν θα περιορίσει από μόνη του δραστικά τις κοινωνικές ανισότητες και δεν θα καταλύσει τα φροντιστήρια. Μπορεί, όμως, να κάνει δύο πράγματα: να συμβάλλει ώστε να βγουν οι γονείς από το δίλημμα «μη φροντιστήριο = εγκατάλειψη των παιδιών»∙ και να μην ιεραρχεί θεσμούς και επαγγέλματα, όπως ακριβώς κάνει το ισχύον σύστημα εισαγωγικών με την επικουρία των φροντιστηρίων, οδηγώντας έτσι τους νέους και τις νέες σε επιλογές ασύμβατες με τις δεξιότητες και τις προτιμήσεις τους.

*Ο Παντελής Κυπριανός, συνεργάτης του Φόρουμ Πρέβεζας, διδάσκει ιστορία της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Πατρών

Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε επίσημα το χορό της υποβάθμισης των ελληνικών πανεπιστημίων, βάζοντας την υπογραφή του στην κακόφημη Μπολόνια, το ΠΑΣΟΚ ολοκληρώνει το «έργο» του με το Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ) που ενσωματώνει την ευρωπαϊκή Οδηγία 2005/36. Το ΠΔ βρίσκεται ήδη στο Συμβούλιο της Επικρατείας και η υπογραφή του σηματοδοτεί την κατεδάφιση του άρθρου 16 του Συντάγματος, αφού αναγνωρίζει ουσιαστικά ως ιδιωτικά πανεπιστήμια τα κολέγια που συνεργάζονται με ξένα πανεπιστημιακά ιδρύματα.

Francisco de Goya, Ούτε παραπάνω, ούτε παρακάτω

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο -κατά την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης για την Ελλάδα επειδή παραβίαζε την κοινοτική νομοθεσία για την αναγνώριση των διπλωμάτων- απαξίωνε πλήρως την ουσία της εκπαίδευσης που βρίσκεται πίσω από ένα πτυχίο, αποδεικνύοντας ότι για το μόνο που νοιάζεται το ευρωπαϊκό κεφάλαιο είναι η απόκτηση βασικών δεξιοτήτων, που θα καθιστούν εφικτό το μέγιστο βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζόμενων και την «ελεύθερη» διακίνησή τους.

Στο ΠΔ δεν γίνεται καμία αναφορά  στο περιεχόμενο των σπουδών των αιτούντων την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, πουθενά δε γίνεται λόγος για τα αναλυτικά προγράμματα των σπουδών, ούτε για το ποιόν του εκπαιδευτικού προσωπικού. Και βέβαια, δεν προβλέπεται κανένας απολύτως έλεγχος από τις αρμόδιες αρχές του τόπου εγκατάστασης (δηλαδή της Ελλάδας στην προκειμένη περίπτωση), στα προγράμματα, στο περιεχόμενο σπουδών και στους καθηγητές,  παρά μόνο σε τυπικούς ελέγχους διασταύρωσης των στοιχείων.Διαλύεται έτσι ο μύθος που καλλιέργησε ως τώρα η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ότι δήθεν θα γίνονται αυστηροί έλεγχοι στα προγράμματα και στους καθηγητές, ώστε να διασφαλιστεί η «ποιότητα» των σπουδών στα κολέγια. Η αναγνώριση των τίτλων και των αντίστοιχων επαγγελματικών προσόντων γίνονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους καταγωγής του τίτλου (εν προκειμένω του ξένου πανεπιστήμιου)!

Το ΠΔ βάζει τέλος, καθαρά πραξικοπηματικά, στην τακτική που ακολουθούσε ο ΔΟΑΤΑΠ(πρώην  ΔΙΚΑΤΣΑ) να μην αναγνωρίζει ως πανεπιστημιακές σπουδές το χρόνο σπουδών που διένυε ένας απόφοιτος ξένου πανεπιστήμιου σε κολέγιο στην Ελλάδα, με το οποίο συνεργάζονταν το ξένο πανεπιστήμιο. Τακτική που είναι απολύτως συμβατή με το άρθρο 16 του Συντάγματος που απαγορεύει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα και αφού τα κολέγια δεν αναγνωρίζονταν καν ως εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά ως εμπορικές επιχειρήσεις. Το πρώτο βήμα το έκανε η ΝΔ, με τον τότε υπουργό παιδείας  Στυλιανίδη όπου ενέταξε στο υπουργείο Παιδείας τα κολέγια, ιδρύοντας αρμόδια Διεύθυνση, το Γραφείο Κολεγίων.

Το ΠΔ θεσπίζει διαδικασίες εξπρές στην αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (μέσα σε τρεις μήνες το πολύ από τη συμπλήρωση του φακέλου του αιτούντος με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά). Μόλις δε εκδοθεί η αναγνωριστική απόφαση από το Συμβούλιο, η αρμόδια Επαγγελματική Οργάνωση ή η αρμόδια διοικητική αρχή υποχρεούνται χωρίς καθυστέρηση να εγγράψουν στα μητρώα τους τον αιτούντα και να εκδώσουν την άδεια ασκήσεως του επαγγέλματός του.

Τέλος, οι απόφοιτοι των κολεγίων θα μπορούν να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, για διορισμό στο δημόσιο, αφού το σχετικό ΠΔ 44 του 2005 προβλέπει ότι στις εξετάσεις γίνονται δεκτοί οι κάτοχοι πτυχίων ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, εφόσον έχουν τύχει αναγνώρισης από το αρμόδιο Συμβούλιο (ΣΑΕΠ). Το δρόμο θα τους τον έχει ανοίξει το άρθρο 4 του ΠΔ που ενσωματώνει την ευρωπαϊκή Οδηγία 36/05, που αναφέρει: «εφόσον αναγνωρίσει τα επαγγελματικά προσόντα στην Ελλάδα, ο δικαιούχος έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει πρόσβαση στο ίδιο επάγγελμα για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής και να το ασκεί στην Ελλάδα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τους Ελληνες υπηκόους».

Χρήστος Βλάχος, φοιτητής

Παρουσιάζουμε συνοπτικά μια ανάλυση του γερμανικού μοντέλου που αφορά την εκπαίδευση και το διορισμό των εκπαιδευτικών. Ένα μοντέλο που ευαγγελίζεται συχνά η νέα Υπουργός Παιδείας κ.Διαμαντοπούλου. Θα πρέπει, πριν κάνουμε μια πιο αναλυτική παρουσιάση του συστήματος,να αναφέρουμε ότι η Γερμανία έχει προβλήματα στρατολόγησης νέων εκπαιδευτικών ,παρουσιάζει τεράστια κενά σε πολλές ειδικότητες ,ενώ είναι η πιο επιλεκτική εκπαίδευση με τους χειρότερους ταξικούς συσχετισμούς σε όλη την Ευρώπη και βρίσκεται πίσω από πολλές χώρες ,σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ ,στα ζητήματα ισότητας και «ποιότητας» της εκπαίδευσης της.

Η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στη Γερμανία αποτελείται από δυο φάσεις:

Francisco de Goya, Αγόρια σκαρφαλώνουν σε δέντρο

Η πρώτη φάση (4 χρόνια) αποτελείται από την καθαρή πανεπιστημιακή σπουδή στα Παιδαγωγικά και στις ειδικές επιστήμες, που θα διδάσκει ο καθένας στο σχολείο και που αποτελούν συνδυασμό επιλογής του φοιτητή. Οι σπουδές αυτές είναι ειδικά διαμορφωμένες έτσι, ώστε συντίθενται από συνδυασμούς επιστημών (φυσική – χημεία, μαθηματικά – σπορ,κλπ), μαζί με πρόγραμμα παιδαγωγικών μαθημάτων. Οι απόφοιτοί τους μπορούν, επομένως να δουλέψουν ΜΟΝΟ στην εκπαίδευση. Δεν είναι ολοκληρωμένοι Φυσικοί, Μαθηματικοί, Χημικοί, για να έχουν εναλλακτική διέξοδο στη βιομηχανία, την έρευνα και αλλού. Αυτό είναι καλό για την εκπαίδευση αλλά καταστροφικό στο βαθμό που δεν τους εξασφαλίζεται η απορρόφησή τους από τα σχολεία!

Η φάση αυτή ολοκληρώνεται με την πρώτη κρατική εξέταση (διοργανώνεται από το συνολικό κράτος και όχι το Πανεπιστήμιο).

Η δεύτερη φάση (2 χρόνια) αποτελείται από συνδυασμό παρακολούθησης διδασκαλιών και ανάληψης αυτόνομης, πλήρους διδακτικής ευθύνης, μέχρι και 17 ώρες την εβδομάδα, με τη «βοήθεια» 2-3 εκπαιδευτικών. Παράλληλα παρακολουθούν σεμινάρια, τα οποία διοργανώνει η υπηρεσία με τα δικά της επιστημονικά στελέχη καθώς και με πανεπιστημιακούς ΔΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ. Με λίγα λόγια, την κύρια ευθύνη για τη δεύτερη φάση την έχει το κράτος, το οποίο διοργανώνει τη δεύτερη κρατική εξέταση για τη λήψη του κρατικού (όχι πανεπιστημιακού) διπλώματος – άδειας άσκησης εκπαιδευτικού επαγγέλματος. Εδώ συνυπολογίζονται: οι βαθμοί επιτυχίας στις διδασκαλίες (από επιβλέποντες αξιολογητές), ο βαθμός γραπτής εργασίας και οι βαθμοί προφορικής και γραπτής εξέτασης.

Σε επιμέρους σημεία υπάρχουν διαφοροποιήσεις που εξαρτώνται από το κάθε κρατίδιο και τον κάθε τύπο από τους τρεις του σχολείου. Οι εκπαιδευόμενοι θεωρούνται ως δημόσιοι υπάλληλοι υπό αναίρεση (δηλαδή έκτακτοι ) και παίρνουν  περίπου το μισό του μισθού του μόνιμου εκπαιδευτικού. Μάλιστα, στο κρατίδιο της πόλης του Βερολίνου, όπου συγκυβερνά η σοσιαλδημοκρατία με τη LINKE, θερίζει η ετήσια και πιο κακοπληρωμένη από άλλα κρατίδια σύμβαση!

Μετέπειτα οι εκπαιδευτικοί περνάνε δυο χρόνια ως δόκιμοι εκπαιδευτικοί και μετά από πολλαπλές αξιολογήσεις, σε ανταγωνιστική βάση, γίνονται μόνιμοι. Ο ΟΟΣΑ αναφέρει πώς η διαδικασία είναι σύνθετη και το αποτέλεσμα είναι ,η Γερμανία να εχει το πιο γερμασμένο μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό. Αυτή είναι όμως μόνο η επιφάνεια.

Η μονιμοποίηση πραγματοποιείται μόνο εφόσον υπάρχουν διαθέσιμες οργανικές θέσεις, τις οποίες προκηρύσσει το κάθε κρατίδιο (ομοσπονδιακή δομή), όπου οι οικονομικές πιέσεις σε επίπεδο προϋπολογισμού δημιουργούν μεγάλες ανισομέρειες στον αριθμό των προσφερόμενων θέσεων μόνιμης απασχόλησης. (Εδώ η ομοσπονδιακή δομή παραπέμπει στην αντίστοιχη ανάγκη της περιφεριοποίησης της εκπαίδευσης – Καποδίστριας 2 )Το αποτέλεσμα είναι η μεγάλη ελαστικοποίηση της εργασίας στη γερμανική εκπαίδευση, 33% συνολικά η μερική απασχόληση, 11% απασχόληση σε ωριαία βάση. Σε κρατίδια όπως το Βραδεβούργο , μόνο ένα 50% αποτελεί μόνιμο προσωπικό και έχει το status του δημόσιου λειτουργού. Μάλιστα στο βαθμό που δεν εκπληρώνονται τα κριτήρια  για τη μονιμοποίηση του δόκιμου εκπαιδευτικού, ο εκπαιδευτικός μπορεί να εργάζεται ως μισθωτός εργαζόμενος με σύμβαση  προκαθορισμένου χρονικού διαστήματος.

Πέρα όμως από την κεντρική διαδικασία επιλογής, (προσφερόμενες θέσεις- αποτελέσματα των προηγούμενων εξετάσεων, βαθμός πτυχίου και αξιολογήσεων) τα μεμονωμένα κρατιδια, δίνουν συγκεκριμένες θέσεις για εκπαιδευτικούς που υποτίθεται ότι ανταποκρίνονται στο προφίλ συγκεκριμένων σχολείων. Εδώ σημαντικό ρόλο πέρα από τα προηγούμενα αντικειμενικά κριτήρια έχει και η συνέντευξη και η προσωπική επαφή με τον υποψήφιο εκπαιδευτικό. Το Αμβούργο δίνει το 20% των θέσεων του με αυτό τον τρόπο . Η αναγωγή στην ελληνική εκπαίδευση θα ήταν εφιάλτης.

Παρά την αξιολόγηση, παρά τις συνεχείς εξετάσεις- που είναι προφανές από τα παραπάνω ότι δεν σχετίζονται με την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου, αλλά με την ελαστικοποίηση της εργασίας- επιτρέπεται να εισέλθουν στην εκπαίδευση κι άνθρωποι από διάφορους «επαγγελματικούς χώρους» (side entrants) χωρίς την αρχική εκπαίδευση εκπαιδευτικών. Αφορά όχι μόνο την επαγελματική εκπαίδευση, αλλά και ειδικότητες όπως τα μαθηματικά, φυσική, πληροφορική. Το 2001 αποτελούσαν το 3% των νέων θέσεων, με  αυξανόμενη όμως πρόοδο. Συνήθως έχουν σύμβαση με βάση πρόσκαιρες χρονικά προσδιορισμένες ανάγκες.

Συνοπτικά : α) κρατικά ελεγχόμενη πρακτικού προσανατολισμού αρχική εκπαίδευση β) αυστηρός έλεγχος εκπαιδευτικών γ) ελαστικοποίηση- μερική απασχόληση – εποχιακοί- προσδιορισμός εργασιακής θέσης με βάση τη χρονικά προσδιορισμένη ανάγκη δ)περιφεριοποίηση που οδηγεί σε οικονομικές ανισομέρειες μεταξύ κρατιδιών αλλά και μορφωτική μεταξύ διαφορετικών τομέων εκπαίδευσης .

Να θυμίσουμε ότι  Υπουργός Παιδείας που ευαγγελίστηκε Ευρωπαικό  μοντέλο εκπαίδευσης  στις εκλογές που ακολούθησαν τη θητεία της ,δεν εκλέχτηκε.

Λάμπρος Βέλλιος

Απίστευτος εκλεκτικισμός χαρακτηρίζει τη νέα επιστολή του Ευκλείδη Φονταρά διανθισμένη και με αρκετή δόση ειρωνείας (Φόρουμ αρ. Φ. 23). Απαντήσεις δόθηκαν στον κ. Φονταρά, τόσο στο προηγούμενο φύλλο του Φόρουμ, όσο και κυρίως από τη δράση, κατά το τελευταίο δίχρονο της θητείας μας που ως μέλος του συλλόγου, αν συμμετείχε στις ανοιχτές διαδικασίες του, θα έπρεπε να μην αγνοεί.

Δεν είναι εύκολο να διαστρέφονται οι απόψεις μας, κατατεθειμένες εξάλλου δημόσια και μη αρεστές βεβαίως σε όσους αισθάνονται να θίγεται τι ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας, όταν ο σύλλογος σε όλους τους τόνους   μιλάει για απαλλοτριώσεις των αναγκαίων χώρων για τις ασφαλείς προσβάσεις, τη δημιουργία κλειστού γυμναστηρίου και λοιπών υποδομών στο σχολείο.

Δεν είναι άποψη του Δ.Σ. του συλλόγου, αλλά των αρχών ότι λύση θα δοθεί με την ένταξη της περιοχής στο σχέδιο πόλης. Αλλού λοιπόν ας κατευθύνει ο επιστολογράφος την ενέργειά του και επιτέλους ας μη εκλαμβάνει την ήπια και επί της ουσίας απάντηση μας στο Φόρουμ Σεπτεμβρίου ως αδυναμία.

Αλήθεια δεν μας είπε τι θέση παίρνει ο ίδιος ως προς την απαλλοτρίωση των αναγκαίων χώρων και γιατί αποφεύγει να τοποθετηθεί για την επιδείνωση των όρων επικινδυνότητας στις προσβάσεις από την ανέγερση τοίχου πάνω στη στροφή. Εκτός, μιας και αρέσκεται και στις παροιμίες, αν θεωρεί ότι μπορεί “γίνει ομελέτα χωρίς να σπάσουν τα αυγά” ‘η αλλιώς  να έχουμε και “την πίτα ολάκερη και το σκύλο χορτάτο”.

Αν τα γραπτά μας και η πρακτική μας κ. Φονταρά δε θεωρούνται από σας ικανοποιητική απάντηση, για τη διακρίβωση των θέσεων μας γιατί δεν κάνατε το στοιχειώδες, να ζητήσετε αντίγραφο των πρακτικών του Δημοτικού Συμβουλίου, κάτι γνωστό σε όλους πολύ περισσότερο σε σας, που εκ της θεσμικής σας θέσης ως μέλος Διοικητικού Συμβουλίου νομικού προσώπου του Δήμου, αντικειμενικά είστε πιο εξοικειωμένος με πρόσωπα και διαδικασίες.

Δεν είμαστε εμείς κ. Φονταρά που εισαγάγαμε στη συζήτηση για να αποδομήσουμε το λόγο σας τα προβλήματα που δημιουργούνται σε επισκέπτες, τους “ντελίβερι” κλπ αλλά εσείς στην πρώτη επιστολή σας. Εμείς ίσα – ίσα απαντώντας σοβαρά είπαμε, ότι τέτοια ζητήματα, πρέπει να διευθετηθούν σε συνεργασία με τις υπηρεσίες του Δήμου.

Όσο για θέματα σχετικά με την πλημμελή αστυνόμευση του πεζόδρομου και την εξ αυτού, άκουσον – άκουσον, ευθύνη του συλλόγου, έχουμε να σας πούμε πως για τις ώρες προσέλευσης και αποχώρησης των μαθητών να είστε σίγουρος ότι εμείς θα επιμείνουμε προς τις αρχές για την ευθύνη τους να εμπεδωθεί ο δρόμος ως πεζόδρομος και να μην υπάρχουν παραβάσεις οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των παιδιών μας, αλλά για τις υπόλοιπες ώρες κάντε κάτι κι εσείς, μη θέλετε να ντυθεί ο σύλλογος με την στολή της τροχαίας για να θεωρηθεί επιτυχής η εκπλήρωση του ρόλου του.

Το Δ.Σ. του Συλλόγου Γονέων & Κηδεμόνων

4ου Γυμνασίου Πρέβεζας της περιόδου 2007-2009

Η ΕΦΕΕ (Εθνική Φοιτητική Ένωση Ελλάδας) ιδρύθηκε το 1963 με σκοπό να υπάρχει ένα όργανο, το οποίο θα εκφράζει όλους τους φοιτητές. Από τις εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους (εκτός από την περίοδο της δικτατορίας) προέκυπταν οι αντιπρόσωποι για το Πανσπουδαστικό Συνέδριο, στο οποίο συζητούνταν τα ζητήματα των φοιτητών και στο τέλος κάθε συνεδρίου εκλεγόταν το Κεντρικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ. Η ΕΦΕΕ έπαιζε από τότε κομβικό ρόλο στην πολιτική ζωή παρεμβαίνοντας για να προβάλλει τα φοιτητικά αιτήματα, με θεσμικό ρόλο στα κέντρα λήψης των αποφάσεων.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 η ΔΑΠ κυριαρχεί στις φοιτητικές εκλογές και η λειτουργία της ΕΦΕΕ αρχίζει να απονεκρώνεται. Το 1995 διεξήχθη το τελευταίο Πανσπουδαστικό Συνέδριο. Από εκεί και πέρα, με ευθύνη κυρίως της νεολαίας ΠΑΣΟΚ, την οποία δεν ευνοούσαν τα εκλογικά αποτελέσματα, σταμάτησαν να συγκαλούνται Πανσπουδαστικά Συνέδρια και η ΕΦΕΕ δεν ξαναλειτούργησε, με εξαίρεση τον καθορισμό της ημερομηνίας των φοιτητικών εκλογών, που τότε, όμως, ουσιαστικά λειτουργεί σε πλαίσιο διαπαραταξιακής συνάντησης και όχι οργάνου.

Alicia Carletti, Πάει πολλή ώρα

Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αλλά κι ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου από πέρυσι είχαν επαναφέρει το ζήτημα της ανασύστασης της ΕΦΕΕ και, ύστερα από 15 περίπου χρόνια ανυπαρξίας της, φαινόταν ότι φέτος κάτι πήγαινε να αλλάξει. Στη συνάντηση των εκπροσώπων των παρατάξεων στις 12 Οκτώβρη (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ, ΑΡΕΝ, ΕΑΑΚ, ΠΚΣ) αποφασίστηκε να διεξαχθεί  πανσπουδαστικό συνέδριο στις 23 με 25 Οκτώβρη, με μόνη διαφωνία  των ΕΑΑΚ. Παρά τις συνεχείς συνεδριάσεις της τεχνικής γραμματείας, μια μέρα πριν την συμφωνημένη διεξαγωγή του πανσπουδαστικού συνεδρίου, η ΠΑΣΠ είναι επί της ουσίας αυτή που ακυρώνει τη διεξαγωγή του.

 

Παρόλο που το ΠΑΣΟΚ και η ΠΑΣΠ, φώναζαν για το πόσο θέλουν την ΕΦΕΕ, παράλληλα έψαχναν διάφορα προσχήματα για να την ακυρώσουν. Είναι σαφές ότι η ΠΑΣΠ επιλέγει να εμποδίσει κάθε κεντρική διαδικασία που θα την υποχρεώσει να τοποθετηθεί πολιτικά. Έκανε πρόταση να αρχίσει το πανσπουδαστικό συνέδριο, το οποίο θα συγκροτήσει το Κ.Σ. της ΕΦΕΕ, μόνο εφόσον έχει συμφωνηθεί από τις παρατάξεις πάνω από το 90% των αντιπροσώπων των φοιτητικών συλλόγων. Δηλαδή η ΠΑΣΠ προτείνει να γίνει ΕΦΕΕ μόνο εφόσον έχουν συμφωνήσει όλες οι φοιτητικές παρατάξεις περίπου σε όλα τα εκλογικά αποτελέσματα. Παράλληλα, είναι γνωστό ότι προκύπτουν προβλήματα σε πάρα πολλούς συλλόγους από νοθείες ή από παρατυπίες του εκλογικού κανονισμού , κυρίως από τη ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ (αλλά δυστυχώς και αποδεκτά και από τις υπόλοιπες παρατάξεις). Αυτή η πρόταση έρχεται σε αντίθεση και με το καταστατικό της ΕΦΕΕ, το οποίο ορίζει ότι το πανσπουδαστικό συνέδριο μπορεί να αρχίσει αν υπάρχει συμφωνία στα εκλογικά αποτελέσματα, που βγάζουν τα 2/3 των αντιπροσώπων των φοιτητικών συλλόγων.

 

Χρειάζεται όμως να δούμε τι κρύβεται πίσω από τα σχέδια για την ανασύσταση της ΕΦΕΕ και τι επιδιώκει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Είναι φυσικό η προσπάθεια επανασύστασης της ΕΦΕΕ να γεννά μια σειρά προβληματισμών στον κόσμο του κινήματος αναφορικά με την αναγκαιότητα ή μη της επανασύστασης ενός τέτοιου οργάνου καθώς και για τη συγκυρία, στην οποία συμβαίνει αυτό. Είναι πολύ πιθανό το επόμενο διάστημα το ΠΑΣΟΚ να αναγκαστεί να συγκρουστεί με το φοιτητικό κίνημα για να εφαρμόσουν το νόμο πλαίσιο και να καταργήσουν το άσυλο. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι συνθήκες, που γέννησαν το φοιτητικό κίνημα του άρθρου 16 καθώς και την εξέγερση του περασμένου Δεκέμβρη, είναι εκεί και είναι πιθανόν να πυροδοτήσουν νέες εκρήξεις το επόμενο διάστημα. Ήδη το ΠΑΣΟΚ, κυρίως δια στόματος του υπουργού Προστασίας του Πολίτη του κ. Χρυσοχοΐδη, με αφορμή το Δεκέμβρη έχει επανειλημμένως τοποθετηθεί στο θέμα περί κατάργησης του ασύλου. Το ΠΑΣΟΚ ενδεχομένως να ήθελε ένα θεσμικό όργανο των φοιτητών/ριών που θα καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου με το υπουργείο, μαζί με τη δεξιά μετατοπισμένη ΠΟΣΔΕΠ, ώστε να δώσουν την εικόνα του διαλόγου.

Για το αγωνιστικό φοιτητικό κίνημα η ανασυγκρότηση της ΕΦΕΕ είναι τμήμα της ανασυγκρότησης του φοιτητικού κινήματος, αλλά μιας ΕΦΕΕ που ο ρόλος της δεν θα είναι αυτός ενός κεντρικού εκφραστή ή ακόμη χειρότερα ενός συνομιλητή της κυβέρνησης. Ο κεντρικός εκφραστής πάντα ήταν, και πρέπει να είναι, οι γενικές συνελεύσεις. Για τη φοιτητική αριστερά και το φοιτητικό κίνημα είναι προτιμότερη η ύπαρξη μιας ΕΦΕΕ ακόμη και υπό δυσμενή συσχετισμό, στο βαθμό που πυροδοτεί την πολιτική συζήτηση – αντιπαράθεση μέσα στους φοιτητικούς συλλόγους, από το να αρκούμαστε στην επάρκεια λίγων δεκάδων συλλόγων με αγωνιστικές αποφάσεις. Επίσης, είναι γνωστό σε ποια κατάσταση βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι φοιτητικοί σύλλογοι  και ότι οι γενικές συνελεύσεις δεν γίνονται  συχνά και γίνονται στην πλειοψηφία τους με όρους μικρού κοινοβουλίου, που δεν εμπλέκουν τους φοιτητές. Τέλος, η πολιτική μέσα στις σχολές δίνει τη θέση της στις πελατειακές σχέσεις και στα πάρτυ, μη αναγκάζοντας τη ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ να τοποθετηθούν πολιτικά πάνω στα ζητήματα της εκπαίδευσης.

 

Ακόμα και υπό το σημερινό πολιτικό συσχετισμό η ΕΦΕΕ μπορεί να εξήγγελλε κινητοποιήσεις, όπως έκανε επανειλημμένα όταν λειτουργούσε, καθώς ακόμα και οι καθεστωτικές δυνάμεις είναι αναγκασμένες να εναντιώνονται στις κυβερνητικές επιλογές που πλήττουν κατάφωρα τους φοιτητές, κάτω από την πίεση της αριστεράς και αποφεύγοντας να έρθουν σε ευθεία αντιπαράθεση με τους φοιτητές. Φυσικά πάντα θα υπάρχει η αναγκαιότητα να δημιουργούνται και ειδικά, από τα κάτω, όργανα συντονισμού σε περιόδους όπου οι αποφάσεις των συλλόγων ξεπερνούν τη βούληση της πλειοψηφίας της ΕΦΕΕ και υιοθετούν ριζοσπαστικές μορφές αγώνα (π.χ. συντονιστικά γενικών συνελεύσεων – καταλήψεων).

 

Για το φοιτητικό κίνημα η ανασύσταση της ΕΦΕΕ δίνει τη δυνατότητα πολιτικής συγκρότησης, αντιπαράθεσης, σύνθεσης, προσδιορισμού. Για τις δυνάμεις της αριστεράς αυτό είναι θετικό και προωθητικό. Η ανασυγκρότηση της ΕΦΕΕ μπορεί να αποτελέσει ένα πεδίο πολιτικής αντεπίθεσης στην κυβέρνηση, το δικομματισμό, το νεοφιλελευθερισμό, την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.

 

Χρήστος Βλάχος

Αριστερή Ενότητα ΤΕΙ Πρέβεζας

ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΑΤΟΥ ΦΥΛΛΟΥ

ΑΡΧΕΙΟ

ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ

  • 118.389 hits