Του Γιάννη Ρέντζου

 

Οι παρακάτω σκέψεις μάς ήρθαν στο νου μετά από τελευταία συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Παρά τα σοβαρά ζητήματα αναπτυξιακού προγραμματισμού που έμπαιναν εκεί για την ετήσια και τριετή περίοδο που αρχίζει με τον Ιανουάριο του 2012, δεν φαινόταν να υπάρχει βούληση να ελεγχθεί κανένα από τα ζητήματα καταγεγραμμένης ανωμαλίας στη λειτουργία της πόλης και του χώρου της. Δε χρειάζεται να υπενθυμίσουμε εδώ και να υπογραμμίσουμε πως τα ζητήματα του χώρου συνδέονται άμεσα με τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Είναι ζητήματα που αναδεικνύει, πολλά χρόνια τώρα, ο οικονομικός γεωγράφος Ντέιβιντ Χάρβεϋ. Ο Χάρβεϋ έχει επεξεργαστεί μια “διαλεκτική του χώρου” που συμπληρώνει τη “διαλεκτική του χρόνου” δηλαδή τον “ιστορικό υλισμό”. Ο χυδαίος “χωρικός υλισμός” που είναι ολοφάνερος στη χώρα μας με τις οικοπεδοποιήσεις, την πολυκατοικιοποίηση και τη μεταφορά υπεραξίας στους λίγους είναι μια περίπτωση του “χωρικού υλισμού” που αναδεικνύει ο Χάρβεϋ ανιχνεύοντας την καπιταλιστική συσσώρευση και που προσπαθεί με κάθε ευκαιρία να εκλαϊκεύσει και η δημοτική παράταξη του “Δημόσιου Χώρου”, παίρνοντας ευκαιρία από “αθώες” και παρατηρήσιμες καταστάσεις της καθημερινότητας.

Στην καφετέρια που καθόμαστε οι διπλανοί μας καπνίζουν. Μια μέρα ένας κάπνιζε ένα από τα πιο βρωμερά πούρα. Ξέρω και καπνιστές που εκδήλωσαν δυσανεξία! Πιο κάτω, μέσα στο ίδιο μαγαζί να και ένας εκ των αντιδημάρχων. Δεν κάπνιζε ούτε και έχει ποτέ καπνίσει. Αυτός απλά εισέπνεε, όπως και εγώ. Να πούμε πως πιθανώς ο καπνιστής να ενίσχυε κατά κάποιο τρόπο την κουβανέζικη σοσιαλιστική εξαγωγική βιομηχανία. Εκείνο όμως που είναι σίγουρο, όπως διαβάσαμε στον Τύπο τον τελευταίο καιρό, είναι πως για κάθε Έλληνα που χάνει τη ζωή του από το τσιγάρο, οι μεγάλες καπιταλιστικές καπνοβιομηχανίες Αμερικής και Αγγλίας έχουν ήδη εισπράξει 5.000 δολάρια. Θα ρωτήσει βέβαια κανείς «μα καλά στο ιδιωτικό μαγαζί να ισχύσουν κανόνες σεβασμού του δημόσιου χώρου»; Και όμως. Στη δεκαετία του 1950 οι χειμερινοί κινηματογράφοι “Ακταίον” και “Γκλόρια” είχαν από τότε ανεξάρτητο απομονωμένο καπνιστήριο. Και στα ζαχαροπλαστεία της Μόσχας εκείνης της δεκαετίας, έγραφε ο Παύλος Παλαιολόγος, απαγορευόταν το κάπνισμα. Γιατί να πηγαίνουμε προς την αγριότητα;

Δεν έχει νόημα να καταγράψουμε περιπτώσεις δυσλειτουργίας της πόλης και να δούμε πώς συνδέονται με τη μεταφορά “προστιθέμενης αξίας” σε τρίτους. Θα οδηγούσαμε μάλιστα σε μια αφελή και σφαλερή εκλαΐκευση των θέσεων του μεγάλου Χάρβεϋ. Εξάλλου, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μεγάλο μέρος της εθνικής και της πρεβεζάνικης κοινωνίας είναι τώρα τόσο μεγάλα που οι μικρές δυσλειτουργίες περνούν απαρατήρητες. Ωστόσο, μολονότι κάτι τέτοιο είναι αντικειμενικά σωστό σαν επιχείρημα, αυτό απλά προσφέρει όπλα στην “άλλη πλευρά”. Αυτών που τώρα κερδίζουν (όπως κέρδιζαν και πριν, σε χρήμα και –μην ξεχνάμε– σε ψήφους) από τη δυσλειτουργία στην Πρέβεζα. Γι’ αυτό, συνεχίζουμε τις παρατηρήσεις μας με τη βεβαιότητα πως η πόλη μας και ο Δήμος μας θα εκφράσουν την ανάγκη για αλλαγή.

Όλοι ξέρουμε τα εμπόδια μπροστά σε ορισμένα μαγαζιά. Γίνονται όλο και πιο προκλητικά. Είναι κατάφωρη πρόκληση εκ μέρους των αρχών και των επαγγελματικών φορέων που αδιαφορούν και δεν παίρνουν τη θέση του απλού δημότη! Είναι μια κρατικίστικη αλαζονεία με βέβαιο ψηφοθηρικό αντίκρισμα. Πολλοί δημότες παραπονούνται και για τα εμπόδια μπροστά στα σπίτια τους. Δηλαδή για μόνιμες ιδιωτικές αυλές-αποθήκες που έχουν στήσει μερικοί χτίζοντας στον κοινόχρηστο χώρο. Εμποδίζουν έτσι τους άλλους ή απλά ασχημίζουν τη γειτονιά. Πριν λίγες μέρες ένας φίλος δημότης, πρώην δημοτικός σύμβουλος, μας έλεγε: «Θέλουν να κάνω καταγγελία για τον απέναντι, που έχει καταντήσει αποθήκη την είσοδό μου, αλλά δεν μου επιτρέπει η θέση μου να το κάνω». Πρώην υπάλληλος του Δήμου, μάς λέει: «Και τι έγινε; Και εγώ που έκανα καταγγελία, τι κέρδισα; Πρέπει να παρακάμπτω γύρω-γύρω το, ίδιο πάντα, ξένο αυτοκίνητο για να φτάσω την πόρτα μου. Στη δική μου πόρτα. Γιατί;»

 

Πέντε σπίτια γύρω-γύρω υφίστανται τα αποτελέσματα της αβελτηρίας των δημοτικών υπηρεσιών να επιβάλουν μια σωστή κατάσταση στη γωνιά αυτή που κάποιος αποφάσισε να κάνει αποθήκη.

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως μερικά ζητήματα φαίνονται σαν δευτερεύοντα ζητήματα “αισθητικής”, για το Δήμο, αλλά δεν είναι, αφού γνωρίζουμε πως υπάρχουν, για παράδειγμα, προβλέψεις για πιστώσεις αισθητικών βελτιώσεων. Αφορούν μόνο τα δημόσια κτήρια, και δείχνουν έτσι διπροσωπία. Είναι μια κρατική διγλωσσία απέναντι στο δημόσιο χώρο. «Το κράτος μπέλα-μπέλα και οι ιδιώτες κατσιβέλα». Εξάλλου, η εισηγητική έκθεση στο πρώτο θέμα της συνεδρίασης για την οποία μιλούμε έκανε ιδιαίτερο λόγο για τις πόλεις και τον εξέχοντα ρόλο τους στην ανάπτυξη, υπογραμμίζοντας τη δημιουργία “ελκυστικών πόλεων”.

Στην Πρέβεζα, μολονότι μικρή σε μέγεθος, έχει ανατεθεί ή θα μπορούσε να ανατεθεί ένας ρόλος “ατμομηχανής” στο συνολικό δημοτικό καλλικρατικό έδαφος. Βέβαια η πόλη μας υστερεί σε προσβασιμότητα, αφού όλο και περισσότερο απομακρύνεται προγραμματισμένα από τους διεθνείς και εθνικούς άξονες ανάπτυξης. Ο Δήμος μας πρέπει να συνεργαστεί και με άλλους δήμους της περιφέρειάς μας για να διεκδικήσουν σιδηροδρομικές συγκοινωνίες στα πεδινά της Ηπείρου πρώτα και την επαναλειτουργία του δικτύου της Αιτωλοακαρνανίας έως το Άκτιο. Οι στρωμένες γραμμές περιμένουν. Όποιος ταξιδεύει με λεωφορείο τις βλέπει από το κάθισμά του.

Η “κινητικότητα” σαν πλευρά της προσβασιμότητας αποτελεί κεντρική έννοια για την ανάπτυξη. Είναι βέβαιο πως οι πρεβεζάνικες αρχές έχουν αναθέσει την κινητικότητα στο αυτοκίνητο. Κάθε Έλληνας επαγγελματίας οδηγός μεταφέρει πέντε ή δέκα τόνους ενώ κάθε Γερμανός μηχανοδηγός μεταφέρει στο τρένο του 500 ή 1000 τόνους. Με την ύποπτη αυτή πολιτική (πολιτικότατη) επιλογή τους, οι αρχές δίνουν απεριόριστα δικαιώματα ζωής και θανάτου στη διεθνή αυτοκίνηση. Χαρίζουν δρόμους και πεζόδρομους στα βιομηχανικά και εμπορικά μονοπώλια της αυτοκίνησης. Και μάλιστα συσκοτίζουν τα πράγματα, αφού ο συνδημότης μας οδηγός ξεγελιέται με τα καθολικά και κυριαρχικά δικαιώματα που αποκτά.

Μπορεί να κάνει τα πάντα με το όχημά του, αρκεί να έχει ενισχύσει τη γερμανική βιομηχανία (ή των άλλων χωρών βέβαια) με την αγορά του οχήματός του: Από το να καταπατεί αντικανονικά, αντικοινωνικά και δωρεάν το πρεβεζάνικο πεζοδρόμιο μέχρι και να ταξιδέψει στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Μπορεί να δείξει τη δύναμή του! Ξεχνά πως κάθε όμορφο γερμανικό αυτοκίνητο που κλείνει ένα πρεβεζάνικο στενό (με τις δωσιλογικές ευλογίες των υπευθύνων) έχει στείλει και κάποιο χαράτσι-συνάλλαγμα για να ομορφύνει η Στουτγάρδη (της Μερσέντες) και να γίνει το Μόναχο (της BMW) πιο “ελκυστική πόλη”. Ενώ η Πρέβεζα και τα Γιάννινα και η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη στενεύουν, ασχημίζουν και ταλαιπωρούν τους δικούς τους ανθρώπους. Απλά προσφέρεται ζωτικός χώρος στην καπιταλιστική συσσώρευση.

Ναι, ναι, “ζωτικός χώρος”. Είτε είναι τμήμα εδάφους μας αρπαγμένο στα σύνορα είτε ασφαλτοστρωμένο έδαφος στη χώρα, σχεδόν παρόμοια καταπάτηση αντιπροσωπεύουν αυτά τώρα. Οι ξένοι αντιπρόσωποι γελούν κάτω από τα μουστάκια τους, που βλέπουν πως κατέκτησαν ακόμα περισσότερα πεζοδρόμια με τα παρκαρισμένα δικά τους αυτοκίνητα. Ίσως η ιδέα για περισσότερες κοινωνικές συμπιέσεις που εφαρμόζονται τώρα στη χώρα μας να είχαν αφετηρία αυτές τις ταπεινωτικές αντικοινωνικές παρεμβάσεις που κατάφερε η καπιταλιστική συσσώρευση στο δημόσιο χώρο μας. Κατέγραψαν το γεγονός πως η χώρα, όπου άλλοτε γράφηκε με αίμα η εποποιία της αντίστασης, είναι τώρα καλό πειραματόζωο και συνεχίζουν τα πειράματά τους.

Είναι καιρός να αντιμετωπιστούν αυτά τα ζητήματα αντιστασιακά μέσα στην πόλη μας. Πρέπει να αντιταχθούμε φανερά στην υποτέλεια κρατικίστικης διαχείρισης του Δήμου. Πρέπει να διεκδικήσουμε αγωνιστικά το δημόσιο χώρο. Ο χώρος της πόλης, οι πλατείες και οι δρόμοι, εκεί όπου οι αγανακτισμένοι άρθρωσαν επιτυχή πολιτικό λόγο για σοβαρά οικονομικά ζητήματα τον τελευταίο καιρό (χαράτσι ΔΕΗ), μπορούν να αξιοποιηθούν αγωνιστικά για να μπει μια τάξη στον ίδιο το χώρο της πόλης. Στους δρόμους και τις πλατείες.