του Γιάννη Μηλιού*


1.  Η κρίση ως ξέσπασμα των αντιφάσεων του καπιταλισμού

και η «οικονομική επιστήμη»

 William Beard, Ταύροι κι αρκούδες στην αγορά

William Beard, Ταύροι κι αρκούδες στην αγορά

Το 2008, χρονιά έναρξης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης με αρχικό επίκεντρο τη χρηματοπιστωτική (ΧΠ) σφαίρα, συμπληρώνονταν δέκα χρόνια από την έκρηξη της κρίσης (στη ΧΠ σφαίρα αρχικά και στο σύνολο της οικονομίας στη συνέχεια) στις χώρες της Ασίας. Η κρίση εκείνη, που είχε βαριές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες για τις χώρες που επλήγησαν, θεωρήθηκε από την κυρίαρχη οικονομική σκέψη, αλλά και από τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς, ως το αποτέλεσμα των «αποκλίσεων» που υφίσταντο σε θεσμικό και ρυθμιστικό επίπεδο στις χώρες αυτές, ως προς τις προηγμένες χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού: Βόρεια Αμερική, ΕΕ, κλπ.

Με λίγα λόγια η κυρίαρχη ερμηνεία υποστήριζε ότι αν οι χώρες τις Ασίας είχαν υιοθετήσει πλήρως το θεσμικό και εποπτικό πλαίσιο των προηγμένων δυτικών χωρών δεν θα είχαν γνωρίσει την κρίση, τουλάχιστον σε τέτοια ένταση. Ιδωμένο από                  τη σκοπιά των προηγμένων καπιταλιστικών χωρών της Β. Αμερικής και της ΕΕ, η θέση αυτή υποστήριζε ότι δεν θα προέκυπτε ποτέ μια ΧΠ και οικονομική κρίση μεγάλης έντασης στον «πυρήνα» του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος.

Ίσως να ξενίζει το γεγονός ότι αναφερόμαστε στο θεσμικό και εποπτικό πλαίσιο της ΧΠ σφαίρας και της οικονομίας γενικότερα, με δεδομένο ότι η σημερινή νεοφιλελεύθερη μορφή του καπιταλισμού συνήθως περιγράφεται ως «απορρύθμιση». Εντούτοις, η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχει ένα μεγάλο πλέγμα κανόνων και ρυθμίσεων του ΧΠ συστήματος σήμερα. Σε σύγκριση με το «κεϋνσιανό» υπόδειγμα των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, στο σύγχρονο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα δεν καταργούνται οι ρυθμίσεις και τελικά οι εγγυήσεις που παρέχει ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης στην ορθή για τη συσσώρευση κεφαλαίου λειτουργία του ΧΠ συστήματος, αλλά αντικαθίστανται από άλλες. Για παράδειγμα η εκτός δημοκρατικής νομιμοποίησης λειτουργία των κεντρικών τραπεζών (ως κέντρων εγγύησης της λειτουργίας του ΧΠ συστήματος) ασκείται εντός ενός ευρύτατου πλέγματος ρυθμίσεων, κανόνων και ιεραρχιών (βλ. χαρακτηριστικά τις Συμφωνίες «Βασιλεία Ι» και «Βασιλεία ΙΙ»).

Ας επιστρέψουμε όμως στα ουσιώδη: Για μια ακόμα φορά, η ιστορία διέψευσε τις προβλέψεις των ιδεολόγων και «τεχνολόγων» του καπιταλιστικού συστήματος, σε σημείο μάλιστα που ο Πωλ Κρούγκμαν, κάτοχος του Βραβείου Νόμπελ 2008, να αναγκαστεί να ομολογήσει: «Ελάχιστοι οικονομολόγοι διέκριναν την επερχόμενη κρίση, αλλά η αποτυχία σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις είναι το λιγότερο σημαντικό από τα προβλήματα του κλάδου των οικονομικών. Πιο σημαντική υπήρξε η τύφλωσή του απέναντι στις υψηλές πιθανότητες εκδήλωσης μιας καταστροφής στην οικονομία της αγοράς» (Paul Krugman, “How Did Economists Get It So Wrong?”, New York Times, 6 Σεπτεμβρίου 2009).

Τα επίσημα οικονομικά δεν αποτελούν επιστήμη, αλλά ένα σύστημα θεωρητικών ιδεολογιών (που συχνά μεταμφιέζονται σε μαθηματική απεικόνιση υποτιθέμενων οικονομικών συσχετίσεων, για να παρουσιαστούν ως «επιστήμη»). Το ιδεολογικό αυτό σύστημα περιγράφει την καπιταλιστική οικονομία ως την «αρμονία» που προκύπτει από τη δράση «ατομικών οικονομικών υποκειμένων» (παραγωγών, καταναλωτών, του κράτους), τα οποία πασχίζουν για τη μεγιστοποίηση του οφέλους τους.

Από τον Μαρξ ξέρουμε ότι, αντίθετα με την εικόνα που στήνει η «οικονομική επιστήμη», ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα ταξικής εκμετάλλευσης και κυριαρχίας που χαρακτηρίζεται από ασυμφιλίωτες αντιφάσεις. Οι κρίσεις συνιστούν απλώς έναν προσωρινό κλονισμό (ή αποσταθεροποίηση) της διαδικασίας διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου και ταυτοχρόνως ένα μηχανισμό αποκατάστασης των ισορροπιών και του ύψους του ποσοστού κέρδους. Αυτό σημαίνει ότι οι κρίσεις δεν αποτελούν ένα μόνιμο χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (ΚΤΠ), αλλά ένα (δυνητικό) αποτέλεσμα της οικονομικής συγκυρίας, το οποίο όμως πηγάζει από τις εγγενείς δομικές αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν τον ΚΤΠ: «Οι κρίσεις είναι πάντα μόνο στιγμιαίες βίαιες λύσεις των υπαρχουσών αντιφάσεων, βίαιες εκρήξεις που αποκαθιστούν για μια στιγμή τη διαταραγμένη ισορροπία» (Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο τόμος 3ος: 315).

2. Η κρίση και η Αριστερά

H κρίση θέτει επί τάπητος το ζήτημα των πολιτικών για το ξεπέρασμά της. Το επίδικο ζήτημα είναι σε ποια κατεύθυνση θα επηρεάσουν οι πολιτικές για το ξεπέρασμα της κρίσης τον συσχετισμό δύναμης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.

Οι κυβερνήσεις σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο, συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, πασχίζουν για να μην πληγεί ο πυρήνας των μέχρι σήμερα ακολουθούμενων πολιτικών: Ο διεθνής χαρακτήρας του ΧΠ συστήματος, το βάθεμα των αγορών, η συμπίεση του κόσμου της εργασίας. Αυτά αποτελούν απαράβατους όρους κάθε νέας ρύθμισης, με βάση τη σημερινή στρατηγική του κεφαλαίου. Αυτό που επιδιώκουν είναι να συνεχίσει η εργασία να αντιμετωπίζεται ως η ευμετάβλητη μεταβλητή που θα απορροφά όλους τους κραδασμούς.

Ωστόσο η κρίση συνεπάγεται και ρήγματα στους όρους της ιδεολογικής ηγεμονίας του κεφαλαίου: Αν το κράτος παρεμβαίνει για να σωθούν οι τράπεζες γιατί να μη το κάνει με τα ασφαλιστικά ταμεία, με το σύστημα υγείας, με…;

Η κοινωνική ασφάλιση πρέπει να ξαναγίνει δημόσιο αγαθό, δεν είναι πια δυνατό να εξαρτάται από τις αποδόσεις των «επενδύσεων» των ασφαλιστικών ταμείων. Ομοίως η παιδεία, δεν μπορεί να εξαρτάται από τα ιδιωτικώς χρηματοδοτούμενα «ερευνητικά προγράμματα» και τα φοιτητικά δάνεια, ούτε η εργασία από τη διεθνή αποτίμηση της κερδοφορίας της επιχείρησης στα χρηματιστήρια του κόσμου, ούτε τα τρόφιμα από την εύρυθμη λειτουργία των αγορών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, ή οι λειτουργίες των δήμων από τις διεθνείς χρηματαγορές τίτλων, το περιβάλλον από τα δικαιώματα ρύπων και η κάλυψη βασικών κοινωνικών αναγκών από το ύψος του χρέους στις πιστωτικές κάρτες.

Το πρόταγμα απο-εμπορευματοποίησης των αναγκών, δηλαδή η υπεράσπιση της οργάνωσης των κοινωνιών με βάση την ελευθερία ικανοποίησης των αναγκών, τον κοινωνικό έλεγχο και την αλληλεγγύη και όχι με βάση τον ψυχαναγκασμό του λογισμού της αξιοποίησης των κεφαλαίων επείγει.

* Ο Γιάννης Μηλιός είναι καθηγητής τού Ε.Μ. Πολυτεχνείου. Το άρθρο γράφτηκε αποκλειστικά για το Φόρουμ.